Ανακοίνωση του Τμήματος Υγείας και Πρόνοιας της ΛΑ.Ε Αττικής
Δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα προς διαβούλευση από το υπουργείο Υγείας το σχέδιο νόμου για την μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.
Η ηγεσία του υπουργείου επιχειρεί να παρουσιάσει τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία ως μια «επανάσταση» στο χώρο της υγείας που θα καλύψει την έλλειψη οργανωμένης δημόσιας πρωτοβάθμιας φροντίδας, θα ορθολογικοποιήσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες και θα λειτουργήσει τελικά προς όφελος του πολίτη. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι η Δημόσια Υγεία και ειδικότερα η δημόσια πρωτοβάθμια περίθαλψη υποφέρει από υποστελέχωση και ήταν ουσιαστικά υποβαθμισμένη. Το ελλιπές και κατακερματισμένο σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας της προμνημονιακής εποχής καταρρακώθηκε ολοσχερώς με την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής στο χώρο της υγείας, την περικοπή των δημόσιων δαπανών και την αποδιάρθρωση των όποιων δομών πρωτοβάθμιας προϋπήρχαν. Απαξιώθηκαν και καταργήθηκαν δομές πρωτοβάθμιας του ΕΣΥ και των ασφαλιστικών ταμείων. Η διάλυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης συνέπεσε με την σημαντική αύξηση της νοσηρότητας, σωματικής και ψυχικής, του ελληνικού πληθυσμού και ιδιάιτερα των πιο αδύναμων και φτωχοποιημένων λαϊκών στρωμάτων, συνέπεια της φτώχειας, της ανεργίας που επέφεραν οι μνημονιακές πολιτικές. Τα αποτελέσματα όλων των ανωτέρω ήταν και παραμένουν τραγικά για τη δημόσια υγεία. Ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού είναι ουσιαστικά αποκλεισμένο από την περίθαλψη και δη την πρωτοβάθμια, με ανυπολόγιστες μακροπρόθεσμες υγειονομικές συνέπειες. Τα ΤΕΠ και τα εξωτερικά ιατρεία των υποστελεχωμένων δημόσιων νοσοκομείων, επωμίστηκαν τεράστιο βάρος διεκπεραιώνοντας υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας. Ο λαός κλήθηκε να πληρώσει ακόμη περισσότερα από την τσέπη του προκειμένου να έχει πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες περίθαλψης και φάρμακα, την ίδια στιγμή που ο ,σχετιζόμενος με την πρωτοβάθμια φροντίδα, ιδιωτικός τομέας υγείας ενισχύθηκε περαιτέρω με ζεστό δημόσιο χρήμα από τον ΕΟΠΥΥ, ο οποίος μετατράπηκε αποκλειστικά σε αγοραστή υπηρεσιών υγείας από το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Αυτό το κενό υποτίθεται ότι επιχειρεί να καλύψει η κυβέρνηση με την εν λόγω νομοθετική πρωτοβουλία. Με μια πρώτη ανάγνωση του νομοσχεδίου, των εξαγγελιών που το συνοδεύουν αλλά και της σημερινής πραγματικότητας στην πρωτοβάθμια περίθαλψη γεννιούνται ορισμένα ερωτήματα:
-
Είναι δυνατόν ένα σύστημα πρωτοβάθμιας να καλύπτει μόνο το 30% του πληθυσμού, με ωράριο, στην καλύτερη των περιπτώσεων, 12 ώρες; Είναι δυνατόν να στηριχθεί η λειτουργία ενός συστήματος πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε ελαστικές εργασιακές σχέσεις και συμβασιούχους 2ετίας;
-
Ακόμα και αν κάποιος καλόπιστα θεωρήσει ότι η εξαγγελθείσα χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ επαρκεί, τι θα συμβεί μετά το πέρας της 4ετίας; Με ποιόν τρόπο το δημόσιο που έχει δεσμευτεί από τα μνημόνια στην αποπληρωμή του χρέους και των πρωτογενών πλεονασμάτων δύναται να καλύψει το κόστος;
-
Τι θα συμβεί με τις υπάρχουσες δομές του ΠΕΔΥ οι οποίες αντιμετωπίζουν σημαντικότατες ελλείψεις σε προσωπικό και εξοπλισμό; Οι εξαγγελίες του υπουργού Υγείας για στήριξη του ΠΕΔΥ ηχούν ως λόγια του αέρα. Οι προκηρύξεις μόνιμων θέσεων γίνονται με το σταγονόμετρο, η διεκπεραίωση των κρίσεων κωλυσιεργεί δραματικά, την ίδια στιγμή που τα κενά στα νοσοκομεία του ΕΣΥ και την πρωτοβάθμια αυξάνονται συνεχώς λόγω των συνταξιοδοτήσεων και μπαλώνονται στην καλύτερη των περιπτώσεων με συμβασιούχους.
-
Θεσμοθετείται για πολλοστή φορά ο προσωπικός γιατρός, ο οποίος δύναται να είναι γιατρός με σχέση εργασίας ΕΣΥ, συμβασιούχος γιατρός των ΤΟΜΥ ή συμβεβλημένος ελευθεροεπαγγελματίας. Το σχέδιο νόμου δεν αποσαφηνίζει εάν η παραπομπή σε πιο εξειδικευμένες υπηρεσίες περίθαλψης θα γίνεται αποκλειστικά διαμέσου του προσωπικού γιατρού (το περίφημο gatekeeping) αν και το υπονοεί. Εάν στην παρούσα κατάσταση που βρίσκεται η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας εισαχθεί φραγμός για την πρόσβαση σε πιο εξειδικευμένες υπηρεσίες περίθαλψης, οι συνέπειες για την υγεία του λαού θα είναι τραγικές. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο φραγμός αποτελεί ήδη μνημονιακή υποχρέωση της Κυβέρνησης. Συγκεκριμένα όπως προκύπτει από τα προσχέδια της νέας συμφωνίας (4ο Μνημόνιο) ο ΕΟΠΥΥ πρέπει να προσαρμόσει τον τρόπο που παρέχει πρωτοβάθμια φροντίδα εφαρμόζοντας υποχρεωτική εγγραφή με γενικό-οικογενειακό ιατρό, ο οποίος θα δρα ως υπεύθυνος για τις παραπομπές στους ειδικούς ιατρούς (ουσιαστικά «κόφτης»), με πλήρη εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου του 2018.»
-
Εκτός αυτών των κύριων σημείων, πρέπει να σημειωθεί ότι το νομοσχέδιο έχει πολλές ελλείψεις σε θεσμικά ή εργασιακά θέματα, αφού δεν τα ρυθμίζει ή τα παραπέμπει σε μελλοντικές υπουργικές αποφάσεις.
-
Δεν υπάρχει σαφής σχεδιασμός για την εργαστηριακή υποστήριξη των προσωπικών γιατρών και τεχνική υποστήριξη του όλου εγχειρήματος, ενισχύοντας την άποψη ότι επιχειρείται περαιτέρω ιδιωτικοποίηση.
-
Δεν εντάσσονται ουσιαστικά στο σύστημα, δομές των ΟΤΑ για την υγεία- πρόνοια που είναι ταυτόχρονα δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας
-
Οι αναφορές στην Ψυχοκοινωνική Πρόληψη είναι επιγραμματικές και επιφανειακές.
Εν κατακλείδι πρόκειται για μία «μεταρρύθμιση» ελλιπέστατη και θνησιγενή, η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να καλύψει τις τεράστιες υγειονομικές ανάγκες του ελληνικού λαού σήμερα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με ένα νομοσχέδιο γραμμένο στις Βρυξέλλες και στα γραφεία του ΔΝΤ, που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους, επιδιώκει αποκλειστικά τη συγκράτηση του κόστους περίθαλψης, χωρίς ταυτόχρονα να θίγει την κερδοφορία του ιδιωτικού τομέα περίθαλψης. Εάν όμως οι προηγούμενες «μεταρρυθμίσεις» στην πρωτοβάθμια περίθαλψη αποδείχτηκαν τραγωδίες, η συγκεκριμένη είναι πολύ πιθανόν να αποδειχθεί φάρσα.
Για την Αριστερά η έννοια του δημόσιου συστήματος υγείας που είναι προσιτό σε όλους και στηρίζεται σε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα έχει αξιακή διάσταση: Η υγεία, το φάρμακο και γενικά τα κοινωνικά αγαθά δεν μπορεί να είναι αντικείμενα εμπορευματοποίησης.
Με αφορμή και το επίμαχο νομοσχέδιο διαπιστώνουμε πως ό,τι γίνεται δεν είναι προς την κατεύθυνση αυτή. Η κατεύθυνση είναι τα μνημόνια και οι επιταγές ΔΝΤ, ΕΕ και ευρύτερα των διεθνών οικονομικών διευθυντηρίων, που στόχο έχουν την τελειωτική διάλυση και των τελευταίων υπολειμμάτων κοινωνικού κράτους και την πλήρη εμπορευματοποίηση.
Η Λαϊκή Ενότητα αγωνίζεται και διεκδικεί ένα ολοκληρωμένο και βαθιά ανθρωποκεντρικό εθνικό σύστημα υγείας σε όλα τα επίπεδα, που θα μπλοκάρει την προκλητή ζήτηση υπηρεσιών υγείας, χωρίς ωστόσο αυτό να γίνεται εις βάρος των πραγματικών αναγκών.
Καλούμε όλους τους πολίτες στον αγώνα ανατροπής του μνημονιακού κατεστημένου και την κοινωνική απελευθέρωση της Χώρας μας, που είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για μπορέσουμε να οικοδομήσουμε ένα Δημόσιο Δωρεάν Σύστημα Υγείας που θα μπορεί να έχει πρόσβαση κάθε κάτοικος της Ελλάδας.