Το παρασκήνιο που οδήγησε στην απελευθέρωση των δύο ελλήνων στρταιωτικών είναι προς το παρόν άγνωστο. Ορισμένες πτυχές του, μάλιστα, μπορεί να μη γίνουν ποτέ γνωστές ή να μη μπορέσουν να διασταυρωθούν.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση, για να εξασφαλίσει την απελευθέρωση των δύο και να εμφανίσει μια επιτυχία, σε ένα κλίμα κυβερνητικού κατήφορου και οργής της κοινωνίας, προσέφερε ανταλλάγματα και μάλιστα ανεπίτρεπτης φύσης. Αυτή την ώρα δεν μπορούμε να μιλήσουμε με στοιχεία, παρά μόνο με φημολογίες.
Το βέβαιο είναι ότι ο Ερντογάν δεν θα προχωρούσε, ίσως, στην απελευθέρωση των δύο, χωρίς την ταυτόχρονη παράδοση των οχτώ τούρκων αξιωματικών, αν δεν βρισκόταν την ίδια ώρα στο στόχαστρο μιας σκληρής αμερικανικής επίθεσης, με σκληρά μέτρα κατά της Τουρκίας και σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην τουρκική οικονομία.
Η απελευθέρωση των δύο ελλήνων στρατιωτικών, την ώρα που ο Ερντογάν εξάγγελνε οικονομικά αντίποινα σε βάρος των ΗΠΑ, ίσως κρίνεται αναγκαία για το τουρκικό καθεστώς. Με την απελευθέρωση των δύο, ο Ερντογάν κλείνει ένα μέτωπο, εντελώς παράλογο και επαχθές για την Τουρκία, και δίνει ένα θετικό μήνυμα στον κόσμο και ειδικότερα στη Δύση.
Η απελευθέρωση των δύο βοηθάει τον Ερντογάν στον χώρο της Ευρώπης, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι τις επόμενες μέρες έχει συνάντηση με την κ. Μέρκελ, ενώ μαζί με Ρωσία ζητάει να πραγματοποιηθεί τετραμερής συνάντηση μεταξύ Ρωσίας, Τουρκίας, Γερμανίας και Γαλλίας, για τα κρίσιμα θέματα της περιοχής.
Η απελευθέρωση των δύο βοηθάει τον Ερντογάν στην προσπάθειά του να “απομονώσει” τις ΗΠΑ στην επίθεση που δέχεται αυτή την ώρα η Τουρκία.
Αυτή την ώρα οι ΗΠΑ, έχοντας ανοίξει έναν εμπορικό πόλεμο κυρώσεων για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους, με Ρωσία, Ιράν, Τουρκία, αλλά και Κίνα και εν μέρει και με Ε.Ε., έχουν, μ’ εκείνη ή την άλλη ένταση, απέναντί τους σχεδόν όλο τον πλανήτη.
Ειδκότερα, όπως έχουν προειδοποιήσει, στο άμεσο μέλλον μπορεί να έχουμε σύσταση κοινού μετώπου Ρωσίας – Τουρκίας – Ιράν, με στόχο την αλληλοστήριξή τους και μια ευρεία αντεπίθεση κατά των ΗΠΑ, αν και οι επιμέρους αντιθέσεις ανάμεσα σ’ αυτές τις τρεις χώρες δεν είναι αμελητέες. Κυρίως, οι τριβές μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, για την Ιντλίμπ και το κουρδικό ζήτημα στη Συρία.
Αυτή την ώρα, το χειρότερο που μπορεί να κάνει η Ελλάδα είναι να κινείται δορυφορικά στην περιοχή έναντι των ΗΠΑ και των γερακιών του Ισραήλ. Δυστυχώς, όμως, αυτή την πολιτική δουλοφροσύνης ακολουθεί η κυβέρνηση Τσίπρα-Κοτζιά.
Όσο ποτέ, η Ελλάδα χρειάζεται μια νέα στρατηγική εθνικής κυριαρχίας και ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής, ως τη μόνη επιλογή που μπορεί να προασπίσει την ασφάλεια, τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας και μια αναπτυξιακή και κοινωνική διέξοδο από την κρίση.