Επίσης, «ο σπουδαίος αυτός δάσκαλος είχε προτείνει την ίδια περίοδο σε συνεδρίαση της Ακαδημίας, οι ακαδημαϊκοί ως σώμα φέροντας στο στήθος τους μια κορδέλα που να γράφει “Ζήτω η ελευθερία” να περπατήσουν από το Σύνταγμα ως την Ομόνοια χωρίς να ακουστεί καμιά απολύτως φωνή, δείχνοντας την αντίθεσή τους προς τη χούντα», πρόταση που δυστυχώς δεν έγινε αποδεκτή. Είναι γνωστό, ο Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλος δεν ήταν ούτε μαρξιστής, ούτε αναρχικός… κατατάσσεται στο χώρο του αντικειμενικού ιδεαλισμού, στο χώρο της πλατωνικής φιλοσοφίας.
Επειδή, η σημερινή Ελλάδα, μετά την ένταξή της στα άρθρα 121(4) και 126(9) της συνθήκης της Λισσαβόνας και τις μνημονιακές δεσμεύσεις του ελληνικού κράτους στις κεντρικές ευρωπαϊκές δυνάμεις, βρίσκεται σε ανάλογες συνθήκες με αυτές της ξενοκίνητης επτάχρονης δικτατορίας («Η εθνική ανεξαρτησία έχει φαλκιδευτεί! Η λαϊκή κυριαρχία έχει φαλκιδευτεί!»), εμείς, το ΑΚΕΠ, έχουμε τη γνώμη ότι η πρόταση του σπουδαίου δάσκαλου ακαδημαϊκού Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλου προς την τότε Ακαδημία, που αποτελεί διαχρονικό φωτεινό παράδειγμα και «κατηγορική προσταγή», αφορά και τη σημερινή διανόηση.
Οι καιροί ου μενετοί. Οι άνθρωποι των γραμμάτων, της τέχνης, της επιστήμης και του πολιτισμού, ανεξάρτητα από τις φιλοσοφικές και ιδεολογικές τους πεποιθήσεις, οφείλουν (χρή), τώρα που οι εσωτερικοί και οι εξωτερικοί εχθροί της πατρίδας απειλούν άμεσα τη βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας, να υψώσουν το ανάστημά τους, και να συμβάλουν στον ξεσηκωμό του λαού και στη δημιουργία ενός αντιμνημονιακού, δημοκρατικού, προοδευτικού, πατριωτικού κινήματος, ώστε να καλυφθεί, με όρους μαζικού κινήματος, το πολιτικό κενό εκπροσώπησης των δυνάμεων της εργασίας και του πολιτισμού στους θεσμούς έκφρασης της λαϊκής κυριαρχίας.
Το αίτημα του ΑΚΕΠ για «ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ», αν και δεν αναιρεί τις αντιφάσεις και τις αντινομίες του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος (σύστημα της μισθωτής εργασίας), είναι στις σημερινές συνθήκες της μνημονιακής Ελλάδας πρόταση επαναστατική, αφού εναντιώνεται και αντιφάσκει με τις κυρίαρχες πολιτικές και τα συμφέροντα –εγχώρια και ξένα- που έχουν καταστήσει τη σημερινή Ελλάδα πεονία χρέους.
Η πρόταση για «σεισάχθεια» εντάσσεται κυρίως και πρωτίστως στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, κοινωνική δικαιοσύνη. «Η σεισάχθεια –πέραν των άλλων– είναι σήμερα αναγκαίο μέτρο οικονομικής ανάπτυξης, που θα συμβάλει αποφασιστικά στην αντιμετώπιση της “παγίδας ρευστότητας” που έχει περιπέσει η οικονομία, θα δημιουργήσει “ενεργό ζήτηση”, και θ’ αυξήσει την “καταναλωτική παραγωγή” και την “παραγωγική κατανάλωση” των όρων παραγωγής σε όλους τους τομείς της παραγωγής (πρωτογενή, δευτερογενή, τριτογενή)».
Για εμάς, το ΑΚΕΠ, μια πολιτική είναι επαναστατική όταν δίνει νόημα και περιεχόμενο στην έννοια της κοινωνικής ελευθερίας. Όταν ενσωματώνει την ιστορική εμπειρία και κατευθύνεται από τη διαλεκτική και επιστημονική γνώση. Όταν θέτει ρεαλιστικούς στόχους και επιδιώκει εφικτές λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα. Όταν υπηρετεί το κοινό συμφέρον της πλειοψηφίας του ταξικά διαρθρωμένου λαού.
Προφανώς, η αντι-επαναστατική πολιτική έχει απολύτως αντίθετα χαρακτηριστικά από την επαναστατική πολιτική. Η αντι-επαναστατική πολιτική άλλοτε είναι ενεργητική, και άλλοτε είναι παθητική. Ενεργητική είναι η αντι-επαναστατική πολιτική όταν χρησιμοποιηθεί στρατιωτική βία, π.χ. η επτάχρονη δικτατορία. Ενώ, παθητική είναι η αντι-επαναστατική πολιτική όταν έχει το περίβλημα και την πρόφαση της θεσμικής νομιμότητας και ασκεί θεσμική βία.
Οι πολιτικές των μνημονιακών κυβερνήσεων Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά, Τσίπρα, Μητσοτάκη, έχουν τα χαρακτηριστικά της παθητικής αντι-επαναστατικής πολιτικής.
Η διανοητική και συναισθηματική εχθρότητα της ηγεσίας των μνημονιακών κομμάτων προς την εργατική τάξη και το λαό είναι πρωτοφανής.
Σήμερα, η πνιγερή οσμή του θανάτου, ο εξανδραποδισμός και ο όλεθρος εμφανίζονται σε κάθε περιοχή της χώρας. Θάνατος βιολογικός: αυτοκτονίες, αρρώστιες κλπ. Θάνατος οικονομικός: ανεργία, φτωχοποίηση, κλείσιμο επιχειρήσεων, μείωση ΑΕΠ κλπ. Θάνατος ηθικός: κοινωνικός αποκλεισμός, λουμπενοποίηση, περιθωριοποίηση κλπ.
Δυστυχώς, η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα βρέθηκαν ανέτοιμα πολιτικά-ιδεολογικά-οργανωτικά να αντιμετωπίσουν μιας τέτοιας έκτασης και τέτοιας έντασης ανατροπή των οικονομικοκοινωνικών και πολιτικοθεσμικών συνθηκών της ελληνικής κοινωνίας.
Η λέξη «κουλουβάχατα» προέρχεται από την αραβική και σημαίνει «όλα ένα» (kull: όλα + wāḥid: ένα). Η λέξη «κουλουβάχατα», πολύ πριν πολιτογραφηθεί στην νεοελληνική γλώσσα από τον εγγονό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, χρησιμοποιήθηκε από τους στρατιώτες του Ιμπραήμ όταν ξεκλήριζαν τον Μοριά…
Ακολουθεί το κείμενο του ποιητή-συγγραφέα Θανάση Θ. Νιάρχου:
Αναδημοσίευση από: ΤΑ ΝΕΑ
Σε κεντρικό δρόμο των Εξαρχείων διαβάζουμε σε έναν άσπρο τοίχο με μεγάλα γράμματα που έχουν γραφεί με έντονη μαύρη μπογιά: «Σεισάχθεια εδώ και τώρα». Και υπογραφή ΑΚΕΠ. Επειδή ενδέχεται πολλοί περισσότεροι να γνωρίζουν τι σημαίνουν τα αρχικά του κινήματος που υπογράφει το καταπληκτικό ομολογουμένως αυτό σύνθημα παρά τι σημαίνει η λέξη «σεισάχθεια», να σημειώσουμε τη σημασία της, όπως τη συναντούμε στο Λεξικό του Μπαμπινιώτη, προκειμένου να συνεννοηθούμε: «Νομοθετικό μέτρο του Σόλωνος για κατάργηση των χρεών».
Όπως όλες οι υγιείς λέξεις, η λέξη «σεισάχθεια» μέσα στους αιώνες διευρύνθηκε, σε βαθμό που να αποκτήσει και άλλες σημασίες, με επικρατέστερη, κατά τη γνώμη μας, αυτή που της απέδωσε ο καθηγητής της Φιλοσοφίας Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλος και μάλιστα στην περίοδο της χούντας. Στις αρχές του 1973, δηλαδή πολύ πριν να υπάρξει το Πολυτεχνείο, ο Θεοδωρακόπουλος δημοσίευσε μια σειρά άρθρων με τον τίτλο «Σεισάχθεια ή μια πνευματική επανάσταση», όπου σαφέστατα κρίνει δριμύτατα το στρατιωτικό καθεστώς.
Με έναν τρόπο βέβαια που να μη διατρέχει τον κίνδυνο να συλληφθεί αλλά ταυτόχρονα, για όποιον ήξερε να διαβάζει, να μη χαρίζει κάστανα στους κρατούντες. Για την ιστορία να αναφέρουμε κάτι εντελώς άγνωστο, ότι ο σπουδαίος αυτός δάσκαλος είχε προτείνει την ίδια περίοδο σε συνεδρίαση της Ακαδημίας, καθότι ακαδημαϊκός ο ίδιος, οι ακαδημαϊκοί ως σώμα φέροντας στο στήθος τους μια κορδέλα που να γράφει «Ζήτω η ελευθερία» να περπατήσουν από το Σύνταγμα ως την Ομόνοια χωρίς να ακουστεί καμιά απολύτως φωνή, δείχνοντας την αντίθεσή τους προς τη χούντα.
Η πρόταση δυστυχώς δεν έγινε αποδεκτή, γεγονός που αν είχε συμβεί θα αποτελούσε μια τεράστια ενθάρρυνση για τον πολύ κόσμο, χώρια που η Ακαδημία, όσο και αν της ήταν της ίδιας – τότε τουλάχιστον – αδιάφορο, δεν θα είχε ακούσει μεταπολιτευτικά τα εξ αμάξης. Θεωρούσε λοιπόν ο καθηγητής Θεοδωρακόπουλος τη σεισάχθεια ως μορφή επανάστασης, μεσούσης της χούντας, γιατί: «Με τις επαναστάσεις του ξίφους και της λαιμητόμου δεν γίνεται τίποτε άλλο παρά οι άνθρωποι να αγριεύουν περισσότερο – και εκείνοι που σφάζουν και είναι εγκληματίες θεωρούν τα σφάγιά τους ως εγκληματίες και οι ίδιοι αυτοχαρακτηρίζονται ως σωτήρες των άλλων που γλίτωσαν από τη σφαγή. Τους παρακολουθεί όμως η επανάσταση μήπως απιστήσουν σ’ αυτή, τους επιτρέπει μόνο να ακούν ό,τι λέγουν οι “σωτήρες”, να βλέπουν ως αποσβολωμένα ομοιώματα “πολιτών” τη βλακώδη ή την αποβλακώνουσα τηλεόραση και τούτο σημαίνει ότι οι άνθρωποι γίνονται αγέλη. Και ο προορισμός της αγέλης είναι να βόσκει, και αυτή τη βοσκή, καλή ή κακή, οι τσοπαναραίοι της εξουσίας την ονομάζουν ευημερία, πρόοδο».
Τι συμβαίνει όμως όταν μια λέξη που τη χρησιμοποιούσε με έναν διαυγή τρόπο ένας – αν και χαρακτηρισμένος, έστω λανθασμένα, ως συντηρητικός πολιτικά – καθηγητής πανεπιστημίου την καταχωρίζει στο οπλοστάσιό του ένα επαναστατικό κίνημα; Σημαίνει ότι αν ο καθηγητής συνέχιζε να ζει θα γινόταν ο ιδεολογικός απολογητής του ΑΚΕΠ ή ότι το κίνημα αυτό μπροστά στα αδιέξοδα των καιρών πισωγυρίζει σε αξίες εκ των πραγμάτων ξεπερασμένες;
Πολύ φοβόμαστε ότι ούτε το ένα ούτε το άλλο μπορεί να ισχύσει. Μάλλον ο όρος «κουλουβάχατα» που πρωτοεμφανίστηκε το 1868 σε φυλλάδιο του Θ. Ι. Κολοκοτρώνη, εγγονού του ήρωα της Επανάστασης του ’21, με τον τίτλο «Κουλουβάχατα: ή αι φύρδην μίγδην σημεριναί ιδέαι» αποτελεί μια κυριολεκτικά αυθεντική έκφραση της εποχής μας.