Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή το αφόρητο συγκοινωνιακό πρόβλημα, αποκαλύπτεται για μία ακόμα φορά, αλλά με έναν μάλλον απροσδόκητο τρόπο, το δράμα της Αθήνας
Για την ακρίβεια, πρέπει να βιώνουμε την «Αθήνα στα χειρότερά της», καθώς είχαμε την αίσθηση ότι μετά την πανδημία, δεν θα επιστρέφαμε σε χειρότερο σημείο από κει που την αφήσαμε πριν ενάμιση χρόνο. Κι όμως. Ενώ στις περισσότερες μεγαλουπόλεις του δυτικού κόσμου έχουν γίνει ή συμβαίνουν πράγματα με το βλέμμα στο μέλλον, ώστε αυτές να γίνουν βιώσιμες και φιλικές για τους κατοίκους και τους επισκέπτες, η Αθήνα πρέπει να διεκδικεί μία από τις χειρότερες θέσεις.
Σύμφωνα βέβαια με το νέο κυβερνητικό δόγμα, ίσως αυτό να… «είναι θέλημα Θεού» – εκεί κανείς πάει πάσο, ειδικά εάν τη διαβεβαίωση την παρέχουν σοβαροί άνθρωποι, όπως οι αρμόδιοι της κυβέρνησης, που ερμηνεύουν τα πράγματα σαν να κάνουν κυριακάτικο κήρυγμα σε ναούς. Για την περίπτωση πάντως που δεν είναι… «θέλημα θεού», αλλά έχει να κάνει απλώς με την ανθρώπινη ανικανότητα, μεγαλομανία και εγκατάλειψη, μπορεί να γίνει συζήτηση επί πιο… πεζών αιτιών για αυτό το χάλι.
Όλοι οι συγκοινωνιολόγοι συμφωνούν για παράδειγμα ότι κρίσιμο θέμα σε πόλεις όπως η Αθήνα είναι τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Η πανδημία έδωσε την ευκαιρία να αναβαθμιστούν – διότι πώς αλλιώς να τα εμπιστευτούν οι πολίτες και να τα προτιμήσουν από τα αυτοκίνητά τους, για όσους διαθέτουν αυτοκίνητο βέβαια. Κι όμως. Καμία ουσιαστικά ενίσχυση του στόλου και του δυναμικού, παρότι πρόκειται για μία επένδυση στο μέλλον.
Δεν συζητάμε καν για οργανωμένο και μελετημένο σχέδιο παρέμβασης στην πόλη – κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, πεζοδρομήσεις, ποδηλατοδρόμους, πάρκινγκ, αναπλάσεις και άλλα παρόμοια. Εδώ μία παρέμβαση επιχείρησαν, τον πανάκριβο τραγέλαφο που ονομάστηκε Μεγάλος Περίπατος και, παρά την οικτρή, ντροπιαστική και σκανδαλώδη αποτυχία, συνεχίζουν τα πειράματα, με πλατάνια, λέει τώρα!
Ούτε καν το ωράριο τροφοδοσίας των καταστημάτων έχουν μελετήσει ή τηρούν. Μέχρι τώρα, οποιοσδήποτε μπαίνει, όποτε θέλει, χωρίς να γίνονται έλεγχοι καν.
Ακόμα και εκείνο το παρωχημένο μέτρο του δακτυλίου το θυμήθηκαν για τα τέλη Οκτωβρίου, με την απολύτως αμφισβητούμενη νομικά, αλλά και εξόχως περίεργη «εφεύρεση» ότι θα είναι ελεύθερος μόνο για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Είναι πλέον πασιφανές ότι κάθε παρέμβαση γίνεται αποσπασματικά… Ό,τι του κατέβει καθενός στο κεφάλι και κυρίως με επικοινωνιακά κριτήρια – τι εντύπωση θα κάνει εν ολίγοις – πράττει. Διότι πιστεύουν ότι με τις εντυπώσεις θα πετύχουν τις υψηλές προσωπικές φιλοδοξίες τους και όχι με την πραγματική ενασχόληση με την πόλη και τα προβλήματά τους