«Το έργο το έχουμε δει, να τελειώνουμε με τις σούπες» είναι το ξεκάθαρο μήνυμα που έστειλε στην Ευρώπη και σε κάθε άλλο ενδιαφερόμενο το βρετανικό εκλογικό σώμα, οπότε το μόνο που απομένει είναι το επόμενο βήμα. Κι αν είναι θεαματικό, ακόμα καλύτερα.
Κούρασε η Μέρκελ, ο ευρωπαϊκός τρόπος του ζην υπέρ της Γερμανίας (φτάνει πια το Deutschland über alles) και η γερμανική επέκταση μέσω μιας κοινής αγοράς η οποία φυσικά μόνο κοινή δεν είναι.
Μεγάλος νικητής, όπως πάντα θέλει η Ιστορία, είναι αυτός που μιλά καθαρά κι έχει ακόμα καθαρότερο σχέδιο και στόχους στρατηγικούς. Ο Μπόρις Τζόνσον δεν είναι μεσοβέζος (όπως θα έλεγε ένας παλιός μου δάσκαλος), δεν είναι «και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ», είναι ο Βρετανός για τους Βρετανούς. Το απέδειξε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας.
Κανείς αυτές τις μέρες στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν ήθελε να ξαναδεί το έργο που είχε ζήσει με τον επίσης συντηρητικό αλλά άγευστο, άχρωμο και άοσμο Ντέιβιντ Κάμερον, όταν διαπραγματευόταν ένα ερμαφρόδιτο σύστημα παραμονής της χώρας στην ΕΕ κι έφερνε για έγκριση στο δημοψήφισμα του 2016 ένα σχέδιο που άφηνε τη Βρετανία με τη γεύση της ανικανοποίησης, ενώ δεν έβλαπτε σε τίποτα τον γερμανικό ετσιθελισμό. Ούτε τη φάρσα της Τερέζας Μέι που τον διαδέχτηκε, όταν σερβίριζε το ένα μετά το άλλο στο Κοινοβούλιο τα δικά της σχέδια που θύμιζαν ξαναζεσταμένα γερμανικά λουκάνικα.
Μια τέτοια γεύση άφησε πίσω του κατά την προεκλογική περίοδο ο αμφιταλαντευόμενος Τζέρεμι Κόρμπιν, γι’ αυτό και χάνει πάνω από 60 έδρες. Τέτοιον ηγέτη δεν τον θέλουν ούτε οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι των Εργατικών.
Γενικώς το εκλογικό σώμα στη Βρετανία, όπως στις ΗΠΑ, στην Ιταλία, Ελλάδα κι αλλού (σχεδόν παντού) απομακρύνονται ταχέως από πρόσωπα και κόμματα που ούτε τα μηνύματα των καιρών μπορούν να ερμηνεύσουν, ούτε δικαιολογούν τον προοδευτικό χαρακτήρα τους. Η σοσιαλδημοκρατία και η αριστερά θα εξακολουθούν να δέχονται τη μια ήττα μετά την άλλη όσο οι ηγεσίες τους θα είναι εκτελεστικά όργανα ή άβουλα παρακολουθήματα των διαφόρων «οίκων» που δημιούργησαν την τελευταία κρίση.
Η βρετανική οικονομία, αν και δεν εντάχθηκε στο ευρώ, έχει δεχθεί κι αυτή τις συνέπειες της ευρωπαϊκής λιτότητας, η οποία βεβαίως δεν έχει «εφευρεθεί» για την ατάραχη ελίτ, αλλά για τους πολλούς που επιζητούν να ζήσουν σύμφωνα με αυτά που προσφέρουν στην παραγωγική διαδικασία. Έχει δει επίσης πολλά παραδοσιακά δικά της προϊόντα να παραμερίζονται από τη διαρκή έφοδο των παρόμοιων γερμανικών.
Την ίδια ώρα είναι έντονες οι ανησυχίες και στον κοινωνικό τομέα, κυρίως στο λεγόμενο μεταναστευτικό, καθώς είναι εμφανή πλέον τα σημάδια αλλοίωσης του βρετανικού μωσαϊκού, το οποίο δείχνει να μην αντέχει το επιπλέον του προσφυγικού ρεύματος.
Έτσι, οι αναλυτές που πριν λίγο καιρό έβλεπαν πιθανή μια μεταστροφή του εκλογικού σώματος υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, μια τάση του τύπου «να το ξαναδούμε ρε παιδιά ίσως και με ένα νέο δημοψήφισμα» απέτυχαν παταγωδώς.
Με δυο λόγια, το παραμύθι της πολυπολιτισμικότητας και της «μερικής» ευδαιμονίας στην αγκαλιά της μεγάλης παγκοσμιοποίησης και της γκρίζας καθημερινότητας πείθει όλο και λιγότερους.
Αυτό έδειξαν πρώτοι να το αντιλαμβάνονται και να εκπονούν σχέδια απεμπλοκής οι Συντηρητικοί στη Βρετανία και οι Ρεπουμπλικάνοι στις Ηνωμένες Πολιτείες, με πολλούς συντηρητικούς ηγέτες στην ευρωπαϊκή ήπειρο (κι αλλού) να ακολουθούν τα βήματά τους.
Οι «μεσοβέζοι» τύπου Χίλαρι Κλίντον, Τζέρεμι Κόρμπιν και Αλέξη Τσίπρα ή Φώφης Γεννηματά δεν έχουν καμία τύχη στη συνείδηση της πλειοψηφίας των εκλογικών σωμάτων των χωρών τους. Οι εξελίξεις μοιραία θα είναι ραγδαίες στη συνέχεια των βρετανικών εκλογών σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Όσα εκ των προοδευτικών πολιτικών κομμάτων αντιληφθούν ότι με τη σημερινή τους στάση βρίσκονται εκτός παιχνιδιού, πιθανόν να προλάβουν να κλείσουν θέση στην επόμενη πτήση.