Την τρίτη μεγαλύτερη αύξηση διεθνώς στο συνολικό χρέος προς ΑΕΠ σημείωσε η Ελλάδα το 2020 –ένα έτος όπου το παγκόσμιο χρέος «έσπασε» κάθε ρεκόρ– κυρίως λόγω της αύξησης του δημόσιου χρέους, με την άνοδο του εταιρικού χρέους καθώς και αυτού των νοικοκυριών να είναι σχετικά περιορισμένη χάρη στα κυβερνητικά μέτρα στήριξης, σύμφωνα με έρευνα του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF).
Σε δυσθεώρητα επίπεδα
Η πολιτική «απάντηση» στην κρίση που προκάλεσε η πανδημία διεθνώς βοήθησε στο να προστεθούν 24 τρισ. δολάρια στο παγκόσμιο χρέος το 2020, το οποίο διαμορφώθηκε στα υψηλότερα επίπεδα στην ιστορία και στα 281,5 τρισ. δολάρια, ξεπερνώντας το 355% του ΑΕΠ. Η άνοδος, όπως παρατηρεί το ινστιτούτο, ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008 και το 2009, η οποία κινήθηκε στο 10% και 15%, αντίστοιχα. Τα 205 τρισ. δολάρια του συνόλου αφορούν τις ανεπτυγμένες αγορές, οι οποίες σημείωσαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις στους δείκτες χρέους πέρυσι. Η άνοδος ήταν ιδιαίτερα έντονη στην Ευρώπη, όπου οι δείκτες συνολικού χρέους προς το ΑΕΠ στη Γαλλία, στην Ισπανία και στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά σχεδόν 50%. Η ταχεία αυτή συσσώρευση χρεών, σημειώνει το ινστιτούτο, οφείλεται κυρίως στο χρέος της γενικής κυβέρνησης, ειδικά σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, την Ισπανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τον Καναδά. Πιο αναλυτικά, όσον αφορά την Ελλάδα ειδικότερα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του IIF, η αύξηση του χρέους των νοικοκυριών ήταν μέτρια και κινήθηκε γύρω στο 2%, ενώ η αύξηση του εταιρικού χρέους (εκτός χρηματοπιστωτικού κλάδου) τοποθετείται κοντά στο 10%, με το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του συνολικού χρέους προς ΑΕΠ, που άγγιξε περίπου το 50%, να οφείλεται στο δημόσιο χρέος.
Σε ερώτηση της «Κ» για το πώς το IIF έφτασε στον υπολογισμό ότι ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται πως σημείωσε τόσο μεγάλη αύξηση το 2020 (τη στιγμή που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης η αύξηση θα κινηθεί στο 15%-20%), o επικεφαλής έρευνας βιωσιμότητας χρέους του Ινστιτούτου, Εμρέ Τίφτικ, εξηγεί πως έλαβε υπόψη τα επίσημα στοιχεία έως το γ΄ τρίμηνο του 2020, ενώ για το δ΄ τρίμηνο χρησιμοποίησε τα μηνιαία στοιχεία ακαθάριστου χρέους που δημοσιεύονται από το υπουργείο Οικονομικών, που υποδηλώνουν ότι η αύξηση στο επίπεδο του χρέους της γενικής κυβέρνησης ήταν της τάξης του 1,5%. Με αυτά τα δεδομένα, και λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμήσεις του για τη βουτιά του ονομαστικού ΑΕΠ, το IIF υπολογίζει ότι ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης το 2020 θα διαμορφωθεί στο 248,53% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά το 2021, σε διεθνές επίπεδο αναμένεται να συνεχιστεί η ανοδική τροχιά του χρέους, αν και σε χαμηλότερους ρυθμούς.
Με τις παγκόσμιες εκδόσεις χρέους να συνεχίζουν να υπερβαίνουν τα επίπεδα προ COVID λόγω της στήριξης από το χαμηλό κόστος δανεισμού, η αύξηση των δεικτών χρέους αναμένεται να είναι σχετικά μέτρια, ενώ η προβλεπόμενη ανάκαμψη στο ΑΕΠ θα βοηθήσει επίσης προς αυτήν την κατεύθυνση, σημειώνει το IIF. Ωστόσο, η δυναμική του χρέους ενδέχεται να διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα, καθώς ο ρυθμός εμβολιασμού και η δυσκολία στη διανομή εμβολίων μπορεί να καθυστερήσουν την ανάκαμψη, προκαλώντας περαιτέρω συσσώρευση χρέους.
Οσον αφορά το δημόσιο χρέος ειδικότερα, το 2020 ξεπέρασε το 105% του ΑΕΠ διεθνώς, από 88% το 2019, και διαμορφώθηκε στα 82 τρισ. δολάρια. Οι ανεπτυγμένες αγορές ήταν αυτές που σημείωσαν τη μεγαλύτερη αύξηση (+10,7 τρισ. δολάρια) καθώς η δημοσιονομική απάντηση στην πανδημία ήταν περιορισμένη στις περισσότερες αναδυόμενες αγορές.
Ενώ ορισμένα δημοσιονομικά μέτρα που σχετίζονται με την πανδημία πιθανότατα θα λήξουν το 2021, τα δημοσιονομικά ελλείμματα αναμένεται να παραμείνουν πολύ πάνω από τα επίπεδα προ COVID. Ετσι, το IIF εκτιμά ότι το παγκόσμιο δημόσιο χρέος θα αυξηθεί κατά 10 τρισ. δολάρια και θα ξεπεράσει τα 92 τρισ. δολάρια συνολικά μέχρι το τέλος του 2021. Οπως πάντως προειδοποιεί, παρόλο που τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα ήταν απαραίτητα για την αντιμετώπιση της κρίσης, η εξεύρεση της σωστής στρατηγικής εξόδου μπορεί να αποδειχθεί πιο δύσκολη από ό,τι μετά την οικονομική κρίση 2008/2009. Η πολιτική και κοινωνική πίεση θα μπορούσε να περιορίσει τις προσπάθειες των κυβερνήσεων να μειώσουν τα ελλείμματα και το χρέος, θέτοντας σε κίνδυνο την ικανότητά τους να αντιμετωπίσουν μελλοντικές κρίσεις.
Τα ακίνητα άντεξαν
Για το χρέος εκτός χρηματοπιστωτικού τομέα (νοικοκυριά και εταιρείες) το IIF σημειώνει πως έφτασε το 165% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2020, από 124% το 2019. Υποστηρικτικά κυβερνητικά μέτρα όπως τα μορατόρια χρέους και τα προγράμματα εγγύησης δανείων περιόρισαν την αύξηση του εταιρικού χρέους στο 8% φέρνοντάς το στο 100% του ΑΕΠ, ενώ το αντίστοιχο των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 4% και στο 65% του ΑΕΠ το 2020, εν μέρει αντανακλώντας τα μορατόρια και την ανθεκτικότητα των αγορών οικιστικών ακινήτων στην πανδημία. Σε ό,τι αφορά τον χρηματοοικονομικό κλάδο, το χρέος αυξήθηκε κατά περισσότερο από 5% σε 86% του ΑΕΠ το 2020, η μεγαλύτερη αύξηση από το 2007.
Βασική πηγή Καθημερινή-Ελευθερία Κούρταλη