Έπαιξε πολύ στο διαδίκτυο το άρθρο του Ευκλείδη Τσακαλώτου στην κυριακάτικη «Καθημερινή» με τίτλο «Πολύς γαρ ο φιλελευθερισμός λίγοι δε οι φιλελεύθεροι», όπου επικεντρώνεται στο σοβαρό θέμα του δικαιώματος στον επαναπροσδιορισμό φύλου και στην ψήφιση του ανάλογου νομοσχεδίου στην Βουλή.
Καταρχήν πρέπει να σημειωθεί ότι το ζήτημα αυτό αντιμετωπίστηκε πρώτη φορά από την Ν.Δ., άρα στο «λίγοι φιλελεύθεροι» πρέπει να τοποθετήσει εκτός από τον εαυτό του και τους συντρόφους του και τους συναδέλφους του του αντιπάλου κόμματος που από την εποχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή το είχαν προωθήσει.
Δεύτερον το θέμα αυτό έχει ρυθμιστεί και λυθεί από τα μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη γι αυτό ακολουθεί και η δική μας κυβέρνηση κατά πόδας, όπως και για άλλα ζητήματα εκσυγχρονισμού, την επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και στην Α’ Λυκείου, τον διαχωρισμό κομμουνιστικών και φασιστικών κομμάτων με αφορμή το ψευδεπίγραφο συνέδριο στο Ταλίν ή την ένταξη του μαθήματος της θρησκειολογίας στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αλλιώς ούτε θα διανοούνταν να φέρουν τέτοιο νομοσχέδιο στην Βουλή χωρίς την στήριξη των εταίρων τους της Ε.Ε.
Έπειτα δεν ξέρουμε από πού προκύπτει ότι η επίλυση του επαναπροσδιορισμού του φύλου θα είναι εγγύηση ότι η κυβέρνηση θα «μπορεί να διαχειριστεί το μνημόνιο και θα αφήσει συγχρόνως προοδευτικό αποτύπωμα». Έξοχος νοηματικός ακροβατισμός από τον κύριο υπουργό, που μάλλον σημαίνει ότι μετά το ξεπέρασμα της δυσχερούς συζήτησης στην Βουλή και την ψηφοφορία όλα θα είναι εύκολο να λυθούν και να πάρουν τον προοδευτικό τους δρόμο.
Το βέβαιο είναι ότι με αυτήν την αντιπαράθεση στην Βουλή, όπως και για άλλα δικαιωματικά ζητήματα η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει τους λίγους ακόμη αριστερούς ψηφοφόρους της ότι παραμένει ένα αριστερό κόμμα. Ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι η προσπάθεια κάποιων, ελαχίστων, βουλευτών της να δείξουν ότι ενστερνίζονται την Οκτωβριανή Επανάσταση λόγω της επετείου των 100 χρόνων της και ότι μένουν πιστοί στις ρίζες τους, παρά τις αλλεπάλληλες παλινωδίες τους.
Το κυριότερο όμως είναι ότι αποπροσανατολίζει τον κύριο όγκο του εκλογικού σώματος από τα κυρίαρχα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, την ανεργία που παραμένει σε υψηλότατα επίπεδα, παρά τις αλχημείες με τα οκτάμηνα και την ολιγόωρη και ελαστική εργασία, την κατάργηση των εργασιακών ρυθμίσεων και κανόνων, την καταρράκωση των κοινωνικών δικαιωμάτων αρχής γενομένης από την πολύπαθη υγεία και παιδεία, την μείωση των συντάξεων, την ιδιωτικοποίηση κάθε δημόσιου αγαθού.
Έπειτα ο κύριος υπουργός και η κυβέρνησή του που ασχολούνται με τον φιλελευθερισμό και τα δικαιώματα, συχνά ανεπιτυχώς, λησμονούν ότι το πρώτο δικαίωμα του ανθρώπου είναι η εργασία και από αυτή προέρχονται όλα τα άλλα συλλογικά και ατομικά δικαιώματα (τροφή, οικία, ασφάλεια, επικοινωνία κ.α.). Ενώ ο κύριος Τσακαλώτος επικροτώντας τον Isaiah Berlin λέει ότι «το κράτος δεν πρέπει να επηρεάσει ατομικές επιλογές, αν δεν έχουν αρνητικές συνέπειες για τους άλλους», τελικά η κυβέρνησή του, που εκπροσωπεί το κράτος, επηρεάζει , όταν με την πολιτική της η ανεργία εξακοντίζεται σε τέτοια ζημιογόνα επίπεδα για τον πολίτη και την κοινωνία.
Και κάνει εντύπωση επίσης ότι καταγγέλλει το ΚΚΕ που περιορίζεται στην οικογένεια στις κοινοβουλευτικές εισηγήσεις του αντιβαίνοντας τις ρήσεις του Μαρξ και του Έγκελς, αλλά και άλλων θεωρητικών του Μαρξισμού (Rosa Luxemburg, Emma Goldman, Alexandra Collodai), που στις αρχές του 20ου μιλούσαν για σεξουαλικότητα και ελεύθερες σχέσεις. Αλλά αυτοί οι μεγάλοι επαναστάτες ενέτασσαν τις δικαιωματικές προτάσεις τους στο ευρύτερο πλαίσιο της ταξικής πάλης και της ανατροπής του καταπιεστικού καπιταλιστικού συστήματος. Τι σχέση μπορεί να έχουν τα μυθεύματα του ΣΥΡΙΖΑ με τα επαναστατικά κείμενα των αρχών του προηγούμενου αιώνα;
Αλλά ούτε και με τις αρχές του Καντ συνταυτίζονται και εναρμονίζονται, γιατί ο γερμανός φιλόσοφος έλεγε ότι «οι άνθρωποι πρέπει να αντιμετωπίζονται ως σκοποί και όχι ως μέσα», ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ οδήγησε μια γενιά στην καταστροφή χρησιμοποιώντας την ως μέσο για την εκπλήρωση του σκοπού του, της ανόδου στην εξουσία και της υλοποίησης της πολιτικής που υπαγορεύθηκε από την άρχουσα τάξη.
Τέλος πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η Αριστερά θεωρεί αναγκαία την επέκταση της ισότητας των δικαιωμάτων, ώστε κανείς και καμία να μην υφίσταται κοινωνικό ρατσισμό ούτε να αισθάνεται πολίτης δεύτερης κατηγορίας στον τόπο του. Αλλά για να γίνει αυτό πρέπει όλοι οι άνθρωποι να απολαμβάνουν τα συλλογικά και ατομικά δικαιώματά τους , που σήμερα τους στερεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
*H Μυρσίνη Αθανασιάδου είναι εκπαιδευτικός.