Στα τραπέζια της πράσινης τσόχας οι παλιοί και έμπειροι παίκτες στο «Κουμκαν» και τον «Θανάση», λέγανε ότι πρώτα κοιτάς να σώσεις την παρτίδα και μετά να την κερδίσεις.
Όταν είσαι στριμωγμένος δηλαδή και με πολλούς πόντους ποινής, να βρεις ένα συντηρητικό τρόπο να μην σε «κάψουν» και μετά κινείσαι επιθετικά για να κερδίσεις.
Η κυβέρνηση είναι ακριβώς σε αυτή τη φάση, της πίεσης. Πίσω στις δημοσκοπήσεις και χρεωμένη με επώδυνα μέτρα και επιβαρυμένη με τεράστια προβλήματα (εθνικά και άλλα), συν τα απρόβλεπτα που της τυχαίνουν και την πληγώνουν πολιτικά (βλέπε επίδομα ενοικίου κ.α.).
Προσπαθεί να παραμείνει στο παιχνίδι λοιπόν. Να μην διαμορφωθεί ανεπίστρεπτα η αίσθηση ότι θα χάσει τις εκλογές και μάλιστα πανηγυρικά. Αν (της) συμβεί αυτό, τότε ακόμη και η πολυθρύλητη στήριξη από αμερικανούς και δανειστές θα πάει περίπατο. Όλοι πάνε με τον επόμενο, προσδοκώντας νέα οφέλη, κανείς δεν μένει με τον προηγούμενο απλώς για να τον ευχαριστήσει!
Προς τούτο βάζει στην πολιτική ατζέντα κάθε είδους υπόθεση με την οποία μπορεί να κατηγορήσει και αποδομήσει τους πολιτικούς της αντιπάλους χρεώνοντάς τους σκάνδαλα, διαφθορά και φαυλότητα. Και κρατάει για την τελική αντεπίθεση κάποιες παροχές (πραγματικές, αλλά μικρές) και πολλές υποσχέσεις για παροχές στο μέλλον.
Η σκανδαλολογία είναι λογική και αναμενόμενη κίνηση της κυβέρνησης σε μία δύσκολη πολιτική παρτίδα, όπου ελάχιστες πρωτοβουλίες και προσπάθειες της βγαίνουν.
Υπάρχουν όμως δύο προβλήματα σε αυτή την στρατηγική: πρώτον, δεν πρέπει να το παρακάνει. Όποιος το παρακάνει με την «κάθαρση» στο τέλος την παθαίνει σαν… έκπτωτος (αρχ)άγγελος. Και παρότι μπορεί οι πολίτες γενικά να αντιλαμβάνονται το μήνυμα της κυβέρνησης, στο τέλος δεν συμμερίζονται σώνει και καλά την προτροπή της «ψηφίστε εμάς, γιατί είμαστε καθαροί». Είτε γιατί δεν συμφωνούν με το «καθαροί», είτε γιατί δεν θέλουν τέτοια χειραγώγηση.
Δεύτερο και σημαντικότερο, γιατί οι εκλογές δεν κρίνονται πρωτίστως από τα σκάνδαλα, αλλά από την οικονομία. Εάν η κυβέρνηση κάνει το λάθος να εστιάσει μόνο εκεί, θα εκπλαγεί αρνητικά.
Με τους ρυθμούς ανάπτυξης να περιορίζονται το 2017 μόλις στο 1,4% του ΑΕΠ, παρά τις πολλές αναπροσαρμογές προς τα κάτω του αρχικού στόχου για 2,7%, τα πράγματα δεν είναι ευοίωνα. Ούτε για τη χώρα, ούτε για την κυβέρνηση. Το λεγόμενο «ελατήριο», που θα εκτίνασσε την οικονομία έχει χαθεί σε κάποιο συνεργείο. Τα προγράμματα του ΕΣΠΑ δεν έχουν ακουμπήσει ακόμα την πραγματική οικονομία, παρά τα φληναφήματα περί απορρόφησης, που στηρίζεται μόνο στα χαρτιά. Η οικονομία εξακολουθεί να σέρνεται με ό,τι σημαίνει αυτό για την απασχόληση, τους μισθούς και το ασφαλιστικό σύστημα.
Επιπλέον οι ευρωπαίοι δανειστές, προς δόξαν της… μεγάλης (τρομάρα μας) ευρωπαϊκής ιδέας, δεν πρόκειται να αφήσουν τον «πελάτη», δηλαδή μία χώρα, την οποία απομυζούν με κάθε τρόπο και τη διακορεύουν συστηματικά και προς παραδειγματισμό.
Πρακτικά: οι πολίτες θα ψηφίσουν με βάση την οικονομία και με τιμωρητική διάθεση. Κι όσο κι αν θέλουν να τιμωρήσουν (πάλι) τους παλιούς για τη διαφθορά, άλλο τόσο μπορεί να θελήσουν να τιμωρήσουν την τωρινή κυβέρνηση, εάν αυτή η καχεκτική εικόνα για την οικονομία (την τσέπη και την προοπτική τους) παραμείνει και φέτος.
Αφήστε που, με αφορμή την Ιταλία, οι πολίτες θα στρέφονται σταθερά εναντίον των συστημικών ευρωλιγούρικων κομμάτων. Και ο νοών νοείτω!
*Πηγή: protothema.gr