Στιγμιότυπα ενός χαμένου πολέμου (Τα απομεινάρια ενός καλοκαιριού-Β΄ μέρος)

684
Στιγμιότυπα ενός χαμένου πολέμου

Ήταν λοιπόν το ισοδύναμο ενός πολέμου αυτό που συνέβη στην Β. Εύβοια. Ενός πολέμου που τα είχε όλα: σκηνές ανδρείας και θάρρους, σκηνές τραγωδίας και πόνου, παιχνίδια στρατηγικής, προδοσία και αθλιότητα.

Νύχτα με τα δάση  του νησιού παραδομένα στις φλόγες (φωτογρ. Αν. Μπαλτάς).

Ας δούμε μερικά από τα μικρά γεγονότα που συνθέτουν όλη αυτή την μεγάλη εικόνα. Σύμφωνα  με τις διηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων αλλά και από προσωπική αντίληψη του συγγραφέα του παρόντος.

Όταν έχουμε φωτιές σε περιοχές της Κεντρικής ή Βόρειας Εύβοιας είναι σύνηθες να αντιλαμβανόμαστε πυροσβεστικά αεροπλάνα ή ελικόπτερα να πετούν επάνω από τον ουρανό της Χαλκίδας. Αυτό συμβαίνει γιατί τα αεροπορικά μέσα πυρόσβεσης αναγκαστικά περνούν περίπου πάνω από τον ουρανό της πόλης, στην πορεία τους από τις βάσεις τους στον τόπο των πυρκαγιών. Λοιπόν, σε αυτή την περίπτωση και τουλάχιστον για τις 4 πρώτες μέρες της τραγωδίας μάλλον κανένας μας δεν αντελήφθη στον ουρανό της πόλης μας κάποιο εναέριο μέσο.

Το άλλο εντυπωσιακό φαινόμενο (το γράφω φυσικά με επιφύλαξη ως προς τα συμπεράσματα που μπορεί να εξαχθούν, γιατί φυσικά δεν γνωρίζω τι μπορεί να σημαίνει) είναι ότι ενώ σε περιπτώσεις μεγάλων πυρκαγιών στο νησί, μοιάζει να αδειάζει από οχήματα ο σταθμός της ΠΥ Χαλκίδας, αυτή την φορά και πάλι κατά τις πρώτες ημέρες αρκετά οχήματα νομίζω ότι παρέμεναν εντός του σταθμού.

Και ενώ η ατμόσφαιρα της πρωτεύουσας του νησιού είχε αρχίσει να βαραίνει, με ένα φαιό ουρανό την ημέρα και καταχνιά σα να ταν χειμώνας, δεν φαίνονταν ούτε οι κοντινοί λόφοι και στάχτες σα ψιλόχιονο σκορπίζονταν μέσα στη πόλη, άρχισε η συζήτηση ότι κάτι άσχημο συνέβαινε, ότι η καταστροφή ήταν μεγάλη πολύ, ότι υπήρχε ανάγκη βοήθειας. Ο κόσμος είχε αρχίσει να προβληματίζεται. Με πήρε τηλέφωνο ένας γνωστός από το παρελθόν. Ήξερε την κάπως ιδιαίτερη σχέση μου με το περιβάλλον. Ήθελε να βοηθήσει, να πάει εθελοντής, όμως δεν έβρισκε τηλέφωνο, πρόσωπο ή φορέα για να αποτανθεί. Δυστυχώς δεν μπόρεσα να τον διευκολύνω.

Μετά την 4η ημέρα της φωτιάς άρχισαν να φθάνουν στην Βόρειο Εύβοια διάφορες εθελοντικές ομάδες και ξένα σώματα Πυροσβεστών. Ανάμεσα στους Έλληνες εθελοντές και μία ομάδα του ΕΟΣ Χαλκίδας, ενταγμένη επίσημα στην Πολιτική Προστασία. Σας μεταφέρω στην συνέχεια από τις διηγήσεις τους μερικές ακόμη εικόνες από τα πεδία των μαχών που βρέθηκαν.

Στην αρχή ήταν σχεδόν μόνοι και πλήρως χωρίς καθοδήγηση από κάποιον αρμόδιο. Με ότι εξοπλισμό είχαν (τσάπες, πριόνια κλπ) προσπαθούσαν μαζί με όσους ντόπιους βρήκαν εκεί, αφού χάρις στο μέτρο της εκκένωσης ο τόπος είχε σχεδόν ερημωθεί. Οι λίγοι εναπομείναντες κάτοικοι με κλαδιά στα χέρια, αλλού με αλυσοπρίονα και τρακτέρ προσπαθούσαν να σώσουν κάποια χωριά ή να διακόψουν την πορεία της φωτιάς.

Δύο τοπικά εμπλεκόμενα πυροσβεστικά κλιμάκια λέγεται ότι έπραξαν ως ακολούθως. Στην μία περίπτωση ο υπεύθυνος δεν έβαζε το καινούργιο όχημα του στη “μάχη” για να μην το χαλάσει. Στην άλλη περίπτωση κάποιος  πυροσβέστης (;)  απλά ακουμπούσε νωχελικά στο καπό του υπηρεσιακού αυτοκινήτου.

Κανένα εναέριο μέσο δεν αντιλήφθηκαν οι εθελοντές τις πρώτες αυτές μέρες που ο αγώνας ήταν τόσο κρίσιμος, ίσως ακόμη και αμφίρροπος. Και κανένα οργανωμένο σχέδιο δράσης.

Η Αστυνομία περνούσε από τα χωριά και φρόντιζε για την εκκένωσή τους. Με υποχρεωτικό τρόπο τα χωριά εγκαταλείφθηκαν, άδειασαν από νέους και γερούς ανθρώπους που θα μπορούσαν να συνδράμουν στον αγώνα ελέγχου της φωτιάς. Θα μπορούσαν να βοηθήσουν κρίσιμα ως γνώστες της περιοχής. Και φυσικά θα έδιναν τον υπέρ πάντων αγώνα, αφού σε πολλές περιπτώσεις κίνητρό τους θα ήταν η σωτηρία του ίδιου τους του σπιτιού, της περιουσίας τους, του χωριού τους και του τρόπου ζωής τους.

Ας προσεχθεί στο σημείο αυτό η εξής τεράστια διαφορά από πρακτική του παρελθόντος. Όταν το 1977 η Βόρειος Εύβοια είχε ξανακαεί, τότε η Αστυνομία λειτουργούσε με εντελώς αντίθετο τρόπο. Δηλαδή περιδιάβαινε στα χωριά για να βεβαιωθεί ότι όλοι όσοι ήταν ικανοί για συμμετοχή στον πόλεμο κατά της φωτιάς δεν θα έμεναν αδρανείς. Την μαρτυρία αυτή για το τότε και το σήμερα μας την μετέφερε κάτοικος της περιοχής, μεγάλος άνθρωπος σήμερα και νεαρός 27χρονος δάσκαλος το 1977. Πόση διαφορά στους τρόπους, πόση διαφορά στις συμπεριφορές, πόση διαφορά στην Ελλάδα του 77 και την σημερινή Ελλάδα…

Οι ξένοι που ήρθαν; Ναι πράγματι είχαν άψογη εκπαίδευση, εξοπλισμό, τρόπο ενεργειών.

Και όμως δεν ήταν αυτοί που κατέστρωσαν το σχέδιο για τον περιορισμό της πυρκαγιάς προς νότον. Ήταν Έλληνες πυροσβέστες αυτοί που πραγματικά εντυπωσίασαν με τον τρόπο των ενεργειών τους, με την κατάρτισή τους, τις στολές και τον εξοπλισμό, τον επαγγελματισμό και το θάρρος. Μόνο που αυτοί οι υπέροχοι μαχητές ήρθαν αργά, μετά την Παρασκευή και ήταν λίγοι. Και όμως η συνδρομή τους ήταν καθοριστική.

Γιατί όμως; Γιατί άργησαν οι σωστοί επαγγελματίες να εμφανισθούν, γιατί τις πρώτες ημέρες όλα έμοιαζαν να κινούνται αδιάφορα, νωχελικά σχεδόν σίγουρα με κάκιστο σχεδιασμό και χωρίς γνώση του πολύπλοκου και πολυεπίπεδου αντικειμένου που λέγεται κατάσβεση και αντιμετώπιση δασικών πυρκαγιών; Πως μπορεί να μην υπάρχει πλήρης καταγραφή των δρόμων, των μονοπατιών, των κρουνών, των θέσεων υδροληψίας, των κατοίκων και των εργαλείων και οχημάτων τους, σε μία περιοχή που έχει μεγάλα δάση, που έχει οικονομία που στηρίζεται στο δασικό και αγροτικό οικοσύστημα και κυρίως, που έχει κατακαεί επανειλημμένως και κάθε καλοκαίρι ζεί μέσα στον κίνδυνο και την ανασφάλεια;

Και πως μπορεί να θεωρείται ότι η συντεταγμένη πολιτεία και τα αρμόδια όργανά της, πολιτικοί και κυβερνητικοί σχηματισμοί, αλλά και μόνιμες υπηρεσιακές δομές ήταν προετοιμασμένες για το καλοκαίρι και την αντιπυρική περίοδο όταν δύο περίπου μήνες πριν είχαν χαθεί 70.000 στρέμματα δάσους στα Γεράνια όρη της Αττικής (κατ΄ ουσίαν η μεγαλύτερη σε έκταση φωτιά που έγινε ποτέ στην Αττική και στο τελευταίο μεγάλο δασικό της τμήμα). Ας σημειωθεί ότι η περίεργη εκείνη φωτιά δεν έγινε με καύσωνα, άλλωστε ξεκίνησε στις 19 Μαΐου.

Και μετά την καταστροφή αυτή, στις 15 Ιουνίου υπουργοί, πυροσβεστική υπηρεσία κλπ μας διαβεβαίωναν ότι έχουν κάνει τα πάντα όσα απαιτούνται, ότι “έχει γίνει μια εξαιρετικά πρότυπη δουλειά για την αντιπυρική προστασία της χώρα μας, μια πραγματική τομή φέτος”και ακόμη ότι “με μέθοδο, οργάνωση, σχεδιασμό, προχωράμε ”[1].

Τι μεσολάβησε λοιπόν και χάσαμε τελικά τον πόλεμο για άλλη μια φορά; Τι πρόδωσε τις υποσχέσεις της κυβέρνησης και της πολιτείας και διέψευσε την εμπιστοσύνη των πολιτών γκρεμίζοντας στα τάρταρα την ειρήνη και την αρμονία της φύσης των βουνών, των δασών και των χωριών του βόρειου μέρους της Εύβοιας;

 

Κύμη  23/8/2021

Δημήτριος Δούκα Σουφλέρης

Δικηγόρος

Imperial College Clean Power Professional Certificate

Επιμ/θείς στο ΕΚΠΑ στη Βιώσιμη Ανάπτυξη και το Περιβάλλον

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας