Θα μου επιτρέψετε να διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσο η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας συμμερίζεται την πρεμούρα της κυβέρνησης καθώς και των περισσότερων πολιτικών κομμάτων να κλείσει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η δεύτερη αξιολόγηση. Πολλώ δε μάλλον, δεν πιστεύω πως υπάρχουν πλέον πολίτες που ήταν όλες τις προηγούμενες μέρες «κρεμασμένοι» πάνω από τους τηλεοπτικούς, και ραδιοφωνικούς δέκτες και τις οθόνες των υπολογιστών, προκειμένου να πληροφορηθούν τις εξελίξεις από τις Βρυξέλλες ή το Βερολίνο. Όπως επίσης δε νομίζω ότι θα παρακολουθήσει κανείς το αμέσως επόμενο διάστημα «με κομμένη την ανάσα» την πορεία των διαπραγματεύσεων, μην τυχόν και δεν κλείσει συμφωνία και «χρεοκοπήσει» η χώρα.
Άλλωστε, για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, όπως κι αν το δει κάποιος, η χρεοκοπία αποτελεί γεγονός εδώ κι αρκετό καιρό. Γνωρίζουν δε πολύ καλά, εξαιτίας της οδυνηρής εμπειρίας των μνημονιακών χρόνων, πως η εκάστοτε «επιτυχής» ολοκλήρωση αξιολόγησης τους οδηγούσε κάθε φορά όλο και πιο βαθιά στο αδιέξοδο. Όπως κι αν το δει κανείς, το έργο μιας ακόμη επικείμενης «επιτυχίας» είναι και βαρετό αλλά και, για τους περισσότερους πλέον, εξοργιστικό.
Την ίδια στιγμή, ενδεχομένως και να είναι ειλικρινής η βούληση της κυβέρνησης να μην πάρει «ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα λιτότητας» ή ακόμη και να υπάρξουν και τα λεγόμενα αντισταθμιστικά. Έχω την εντύπωση όμως πως ακόμη κι οι πλέον αισιόδοξοι στο Μέγαρο Μαξίμου αντιλαμβάνονται πως κάτι τέτοιο όχι απλά αποτελεί «ευσεβή πόθο», αλλά και ότι σήμερα δεν μπορεί να σταθεί ούτε καν ως πολιτικό αφήγημα.
Η σκληρή πραγματικότητα αναφέρει πως οι δανειστές, κι ειδικότερα οι εκπρόσωποί τους, θα επιχειρήσουν την επόμενη εβδομάδα να επιβάλουν την παράταση της σκληρής λιτότητας ακόμη και μετά την τυπική λήξη του μνημονιακού προγράμματος. Κι είναι αλήθεια πως ενδεχόμενη προνομοθέτηση μέτρων για την περίοδο μετά το 2019 είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για πολλούς λόγους. Πρώτον, γιατί αποτελεί σαφέστατο μήνυμα, με «κοινοβουλευτική νομιμοποίηση» μάλιστα, πως η χώρα θα παραμείνει επ’ αόριστον υπό τον υπάρχοντα «ζουρλομανδύα». Δεύτερον, γιατί κάτι τέτοιο θα αποτελούσε το καλύτερο δώρο για μια ενδεχόμενη κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η οποία πιθανότατα θα αλλάξει το «μείγμα» επί τω χείρω». Τρίτον, επειδή θα ήταν ένα ακόμη πολύ σκληρό δείγμα «δημοκρατικής παράκαμψης» της λαϊκής βούλησης, διευρύνοντας έτσι την απόσταση μεταξύ των πολιτών και των θεσμών της Δημοκρατίας, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό. Αυτός ο τελευταίος είναι μάλλον κι ο πιο σημαντικός λόγος για να το ξανασκεφτούν σοβαρά στην κυβέρνηση πριν προχωρήσουν σε ένα (ακόμη) τέτοιο δείγμα δημοκρατικής εκτροπής.
Από την άλλη, τα υπάρχοντα δεδομένα δεν επιτρέπουν ιδιαίτερη αισιοδοξία. Πως θα μπορούσε να ισχύει άλλωστε κάτι διαφορετικό, όταν βλέπει όλους τους βασικούς πολιτικούς παράγοντες σε εγχώριο αλλά και σε διεθνές επίπεδο, από τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη μέχρι την Άνγκελα Μέρκελ και τον Μάρτιν Σουλτς, να ομνύουν στην ανάγκη άνευ όρων παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη; Κι αλήθεια, εφόσον το Grexit είναι το καταχθόνιο σχέδιο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, η διαιώνιση και διεύρυνση της φτωχοποίησης του ελληνικού λαού ποιου «φωτεινού μυαλού» σχέδιο είναι;
Είναι αυτή ακριβώς η πολιτική λογική, η οποία μοιάζει να οδηγεί στην ανακύκλωση του υπάρχοντος αδιεξόδου ενός λαού, ο οποίος μοιάζει να αναρωτιέται ανακαλώντας του στίχους ενός παλιότερου τραγουδιού των Άγαμων Θυτών: «Σε λακκούβα ζοφερή όποιος πέσει, πως θα βγει;».
*Πηγή: tvxs.gr