Ποια η υγεία και ποια η αρρώστια;

1870
υγεία

Σε όλους μας τυχαίνει σε κάποια φάση της ζωής μας να περάσουμε κάποια αρρώστια. Η σοβαρότητά της εξαρτάται όχι από το πόσο απειλεί τη ζωή μας, αλλά από τον τρόπο που τη βιώνουμε εμείς. Εχω συναντήσει ανθρώπους που από πολύ νεαρή ηλικία τους εμφανίσθηκε μια ανίατη αρρώστια και τους είχε καταδικάσει σε θάνατο, σύμφωνα πάντα με τα δεδομένα της εποχής και τη γνωμάτευση των γιατρών.

Πολλές θανατηφόρες αρρώστιες του παρελθόντος σήμερα είναι ιάσιμες. Οπου υπάρχει εμβόλιο, δεν υπάρχει θανατηφόρα αρρώστια. Αυτοί οι άνθρωποι που ξέραν πως ήταν καταδικασμένοι σε θάνατο, κατά κανόνα ζούσαν ερήμην της αρρώστιας τους, έκαναν την ίδια ζωή με τους άλλους και σχεδόν δεν μιλούσαν ποτέ για αυτήν.

Το γεγονός ότι ήξεραν πως ήταν επισήμως μελλοθάνατοι, όχι με απόφαση κάποιου δικαστηρίου στις ΗΠΑ, αλλά με επίσημη και έγκυρη διάγνωση κάποιου επιστημονικού συμβουλίου, έμοιαζε σαν μια άχρηστη γνώση. Αφού όλοι μας είμαστε θνητοί, είναι λογικό να έχουμε και ημερομηνία λήξης που αγνοούμε. Σε αντίθεση με όλα τα άλλα προϊόντα που βρίσκονται στα ράφια των σούπερ μάρκετ, που είναι υποχρεωτικό να έχουν ημερομηνία λήξης.

Και εδώ συμβαίνει το εξής παράδοξο. Αντί να έχουμε συνείδηση πως μπορούμε να καταλήξουμε ανά πάσα στιγμή και αυτό να μας δώσει κάποιο μέτρο, ζούμε στην αμετροέπεια (όπου φυσικά μας παίρνει). Και έτσι διαμορφώνονται οι κοινωνικές ιεραρχίες. (Οι λιγότερο αμετροεπείς γίνονται ντε φάκτο οι σεμνοί). Περιττό να πω πως αυτοί οι άνθρωποι που ζουν την αρρώστια με υγεία, είχαν και έχουν τον αμέριστο θαυμασμό μου. Ενα πολύτιμο μάθημα για το δώρο της ζωής. Υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία ανθρώπων, που δεν έχουν απολύτως τίποτα -οργανικά, ψυχικά είναι άλλη ιστορία-, αλλά είναι πεπεισμένοι πως έχουν κάτι.

Και τρέχουν από γιατρό σε γιατρό. Και, αν δεν τους ικανοποιούν οι κλασικοί γιατροί, τρέχουν στους εναλλακτικούς, ακόμα και σε πρακτικούς, προς αναζήτηση και επιβεβαίωση της υποθετικής αρρώστιας, η οποία, όχι σπάνια, ανακαλύπτεται από κάποια εναλλακτική ιατρική σχολή, με την καταβολή του ανάλογου τιμήματος. Οχι ότι θεωρώ την κλασική δυτική ιατρική αλάνθαστη, ούτε πως υποτιμώ άλλες ιατρικές που αναπτύχθηκαν σε ανατολικές χώρες και πολιτισμούς. Αλλά ποιος είναι σε θέση να ελέγξει και να ξεχωρίσει τις διάφορες σχολές και θεωρίες.

Συχνά παίζουμε λοταρία. Γιατί από όσους ξέρω που δοκίμασαν και τις δύο σχολές, δεν απέφυγαν το μοιραίο. Αν είχε βρεθεί το φάρμακο για τον καρκίνο από τους Βεδουίνους, θα ήταν σήμερα κοπιράιτ της όποιας Novartis.

Τον τελευταίο καιρό, κάθε τόσο αποχαιρετούμε και κάποιο δημόσιο πρόσωπο, είτε από τον χώρο της μουσικής και των άλλων τεχνών είτε από τον χώρο των γραμμάτων. Και να μην τους γνωρίσαμε ποτέ προσωπικά, έχουμε την αίσθηση πως χάσαμε κάποιο οικείο πρόσωπο. Συχνά πάμε στην κηδεία τους και είμαστε το «και πλήθος κόσμου» δίπλα στους επωνύμους. Και διαβάζουμε και τα βιογραφικά τους.

Οι περισσότεροι πάλευαν τα τελευταία χρόνια με κάποιο καρκίνο. Αλλοι τον είχαν ανακοινώσει, άλλοι τον είχαν κάνει γνωστό μόνο στο περιβάλλον τους. Εντούτοις όλοι τους μέχρι την τελευταία στιγμή ήταν δημιουργικοί. Δηλαδή προσφορά στην κοινότητά τους, εμάς που δεν μας ξέραν. Σε έναν κόσμο άφιλο και επιθετικό, μας έδωσαν τη φιλία τους μέσα από το έργο τους. Τελικά, μπαίνει ένα πρόβλημα.

Ποιος είναι ο άρρωστος; Αυτός που έχει μια γνωμάτευση από την επίσημη ιατρική και ζει μέχρι τέλους δημιουργικά ή αυτός που οργανικά δεν έχει τίποτα, αλλά σωματοποιεί τις φαντασιώσεις του και ζητάει την επιβεβαίωσή τους; Και αν αυτές οι φαντασιώσεις είναι πολιτικές, τότε έχουμε το φαινόμενο του αρχηγού, που προς το παρόν δεν έχει βρει θεραπεία, ούτε στην κλασική ούτε στην εναλλακτική ιατρική. Και στη χώρα μας έχουμε επιδημία αρχηγών κάθε είδους. Τώρα, στα πιο απλά.

Αν κάποιος πάθει κάτι μικρό ή μεγάλο και, ως είθισται, το ανακοινώσει στο περιβάλλον του, θα διαπιστώσει πως είμαστε λαός γιατρών, που ξέρει τα πάντα για κάθε νόσο, δίνει αφειδώς συμβουλές και συνιστά αποτελεσματικά γιατρικά. Ενίοτε μπορεί να σου προσφέρει και φάρμακα από τη θεία που πέθανε και δεν πρόλαβε να τα χρησιμοποιήσει όλα όσο ζούσε. Φυσικά, δεν παραλείπουν να σε ενοχοποιήσουν (πάντα σχετικά με τη ζωή που έκανες). Μια γιατί έτρωγες πολύ, την άλλη γιατί έτρωγες λίγο.

Και πάντοτε η κλασική διάγνωση, πως για όλα φταίει το ποτό και το τσιγάρο. Και στο βάθος πάντα υπάρχει ένας γιατρός που κάνει θαύματα, με ακόμα πιο θαυμάσιες τιμές για τις εξετάσεις. Προτείνει φάρμακα που κάνουν το θαύμα το Λαζάρου να μοιάζει ανέκδοτο. Εντούτοις χωρίς να έχω στηριχθεί σε μελέτες και έρευνες, αλλά στην εμπειρία του μέσου Ελληνα, νομίζω ότι το επίπεδο της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στη χώρα μας είναι το ίδιο με αυτό των ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών.

Αυτό που είναι άθλιο είναι οι υποδομές και η έλλειψη προσωπικού. Με το επιστημονικό προσωπικό που υπάρχει, θα μπορούσε η Ελλάδα να γίνει ένα ιατρικό κέντρο που να είναι ανταγωνιστικό των μεγάλων ευρωπαϊκών, που προπαγανδίζουν οι πολιτικοί μας. Οταν αρρωστήσουν, το Λονδίνο είναι πιο κοντά από τον Ευαγγελισμό, και το Μετροπόλιταν της Ν. Υόρκης από τα εξωτερικά ιατρεία του ΙΚΑ.

Και έχει συμβεί όχι μόνο σε ‘Ελληνες πολιτικούς, αλλά και σε πλούσιους ασθενείς να μπουν σε όλη αυτή την ταλαιπωρία και τα έξοδα, για να νοσηλευτούν από Έλληνες γιατρούς που μετανάστευσαν. Η μετανάστευση στους γιατρούς είναι μια χαίνουσα πληγή.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας