Ο Ερντογάν σε ρόλο "Πόντιου Πιλάτου" στο συριακό

1491
ανταγωνιστές

Όσο περισσότερο οξύνεται η ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ρωσία, με αφορμή την συριακή κρίση, τόσο πιο άβολη γίνεται η θέση της Τουρκίας, η οποία όλο το προηγούμενο διάστημα ελισσόταν οπορτουνιστικά ανάμεσα στις δύο δυνάμεις.
Εξού και ο Ταγίπ Ερντογάν καταφύγει σε στάση Πόντιου Πιλάτου. “Κανείς δεν έχει δικαίωμα να κάψει τη Μεσόγειο και τη συριακή επικράτεια με τη φωτιά των πολιτικοστρατιωτικών ανταγωνισμών”, δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος την Πέμπτη στα εγκαίνια γραμμής του μετρό της Άγκυρας. Εξέφρασε μάλιστα τη δυσφορία του που “ορισμένες χώρες πεπεισμένες για την στρατιωτική ισχύ τους έχουν μετατρέψει τη Συρία σε χώρο πυγμαχίας”.
Όλα αυτά, στον άμεσο απόηχο της τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχε ο Ερντογάν την μεν Τετάρτη με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ την δε Πέμπτη με τον Ρώσο ηγέτη Βλαντίμιρ Πούτιν.
Συνεχίζοντας την ρητορική ακροβασία, ο Ταγίπ Ερντογάν τόνισε ότι η Τουρκία δεν προτίθεται να διαρρήξει τη συμμαχία της με τις ΗΠΑ ούτε όμως και να τερματίσει τη “στρατηγική σχέση” της με τη Ρωσία σε έναν ευρύ τομέα από την ενέργεια ως την ασφάλεια ή να διακόψει την συνεργασία της με το Ιράν για την επίλυση περιφερειακών ζητημάτων.
Όπως είπε χαρακτηριστικά, οι σχέσεις της Τουρκίας αφενός με τη Δύση και αφετέρου με τη Ρωσία και το Ιράν είναι συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές. Πράγμα που, κατά τον ίδιο, επιτρέπει στην τουρκική πλευρά να επισημαίνει τα λάθη όλων των πλευρών.
“Όσοι υποστηρίζουν τον Άσαντ κάνουν λάθος και όσοι υποστηρίζουν το PYD κάνουν επίσης λάθος. Αγωνιζόμαστε να τερματίσουμε αυτά τα λάθη” ανέφερε ο Ερντογάν, περιγράφοντας εύστοχα τα δικά του αδιέξοδα στη συριακή κρίση, καθώς από τη μια οι ΗΠΑ επενδύουν στους Κούρδους μαχητές της βόρειας Συρίας, θέτοντας την Άγκυρα σε συναγερμό, ενώ από την άλλη, η Ρωσία και το Ιράν, που μαζί με την Τουρκία έχουν συγκροτήσει την τριμερή πρωτοβουλία που λειτουργεί ως ανάδοχος της “διαδικασίας της Αστάνα” για την επίλυση της συριακής κρίσης, αποτελούν βεβαίως τους μεγάλους προστάτες του καθεστώτος Άσαντ.
Η Τουρκία δεν έπαψε (όσο και αν αυτό δεν ακουγόταν ηχηρά αφότου προέκυψε η “διαδικασία της Αστάνα”) να αποτελεί θιασώτη της “αλλαγής καθεστώτος” στη Δαμασκό. Και η αποδιδόμενη στο συριακό καθεστώς επίθεση με χημικά στη Ντούμα έφερε και πάλι στην επιφάνεια την τουρκική εχθρότητα προς τον Άσαντ. Μάλιστα ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου με την συνήθη αμετροπέπεια των Τούρκων ιθυνόντων κατηγόρησε το καθεστώς της Δαμασκού ότι ευθύνεται για την εξόντωση ενός εκατομμυρίου πολιτών του.
Όμως, η επιθετική ρητορική των αρχών της εβδομάδας έχει ήδη εγκαταλειφθεί. “Το συριακό καθεστώς θα πρέπει να πληρώσει το τίμημα”, δήλωνε τη Δευτέρα ο εκπρόσωπος της προεδρίας Ιμπραήμ Καλίν. “Όσοι δεν παρεμπόδισαν αυτή τη βαρβαρότητα είναι εξίσου υπεύθυνοι με το καθεστώς” υποστήριζε μέσω Twitter ο αντιπρόεδρος και εκπρόσωπος της κυβέρνησης Μπεκίρ Μπόζνταγ. Φαίνεται όμως ότι η τηλεφωνική επικοινωνία Πούτιν-Ερντογάν έπαιξε τον ρόλο της. Όπως άλλωστε και η αυστηρή προειδοποίηση του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ (όσο και αν ο Ερντογάν έσπευσε να την αποκρούσει “αγέρωχα”) ότι το Αφρίν θα πρέπει να παραδοθεί στη συριακή κυβέρνηση.
Τώρα, ο υπουργός Άμυνας Νουρετίν Τζανικλί διεκτραγωδεί τις αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις ενδεχόμενης ανάφλεξης για την περιοχή, ενώ ο ίδιος ο πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ δηλώνει ότι δεν είναι ώρα για ανταγωνισμούς αλλά για επούλωση των πληγών της περιοχής.
Ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών Χαμί Άκσοϊ απέφυγε να απαντήσει στο ερώτημα αν η Τουρκία θα υποστηρίξει την ανάληψη στρατιωτικής δράσης εναντίον της Συρίας (“παρακολουθούμε στενά την κατάσταση”), ενώ για την ενδεχόμενη αξιοποίηση της βάσης του Ιντσιρλίκ σε μια τέτοια επιχείρηση ανέφερε ότι θα αποτελέσει αντικείμενο συζητήσεων με τον γ.γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ ο οποίος καταφθάνει στην Άγκυρα τη Δευτέρα.
Αργά ή γρήγορα, η πόλωση στη διεθνή σκηνή θα υποχρεώσει την Τουρκία να προβεί σε μια δύσκολη επιλογή. Από τη μία, η συνεργασία με τη Ρωσία έχει και σκέλη δελεαστικά για την Άγκυρα, όπως η προμήθεια των αντιαεροπορικών συστημάτων S-400 και κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream. Από την άλλη, το βάρος σχεδόν επτά δεκαετιών συμμετοχής στο ΝΑΤΟ περίπου προδικάζει την επιλογή. Άλλωστε, ενόψει των τουρκικών εκλογών του Νοεμβρίου 2019, ο Ερντογάν έχει κατεξοχήν στραμμένο το βλέμμα του στην εύθραστη τουρκική οικονομία, που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις βραχυπρόθεσμες εισροές κεφαλαίου. Το “ανήκομεν εις την Δύση” είναι και ένα μήνυμα προς τις αγορές.
Πηγή: capital.gr 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας