Οι “Μαγιάτες” και η Πρωτομαγιά του 1953

1516
1975

Η ιστορία του εορτασμού της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα είναι αδιάσπαστα συνδεδεμένη με τις ιστορικές περιπέτειες του εργατικού μας κινήματος και τα όσα συνέβαιναν εκείνη τη μέρα αντανακλούσαν την κατάσταση στην οποία βρισκόταν κάθε φορά το κίνημα.

Όπως είναι ευνόητο, την περίοδο του Εμφυλίου και τα πρώτα χρόνια μετά τη λήξη του, δεν πραγματοποιούνταν εορτασμοί της Πρωτομαγιάς. Ως συνέπεια της πλήρους ποδηγέτησης του συνδικαλιστικού κινήματος από τις καθεστωτικές δυνάμεις, μετά τη βίαιη και παράνομη απομάκρυνση των φυσικών ηγεσιών των οργανώσεων των εργαζομένων, τη σύλληψη, τη φυλάκιση, τον εκτοπισμό ή και τη δολοφονία χιλιάδων συνδικαλιστών που είχαν συνδεθεί με το ΕΑΜ και την Αριστερά.

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, από τα πρωτοβάθμια σωματεία μέχρι τις Ομοσπονδίες, τα Εργατικά Κέντρα και τη ΓΣΕΕ, ελέγχονταν ασφυκτικά από τους εργατοπατέρες, που συνδέονταν άμεσα με τους εργοδοτικούς και κρατικούς μηχανισμούς, έχοντας μετατρέψει τον συνδικαλισμό, τον αντικομμουνισμό και τον χαφιεδισμό σε προσοδοφόρο επάγγελμα.

Όπως ήταν φυσικό, το συνδικαλιστικό κίνημα ελάχιστα απασχολούσε τη μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων, οι οποίοι ήξεραν πως δεν είχαν να περιμένουν τίποτα απ’ αυτό. Και μάλιστα, σε συνθήκες έσχατης φτώχειας, εκτεταμένης ανεργίας, άγριας εργοδοτικής τρομοκρατίας και συστηματικών παραβιάσεων της εργατικής νομοθεσίας.

Εντούτοις, ήδη από το 1950 άρχισαν κάποιες πρώτες προσπάθειες για την ανασυγκρότηση των δυνάμεων της Αριστεράς στο συνδικαλιστικό κίνημα, με τη συμμετοχή στα υπάρχοντα συνδικάτα, στις οποίες πρωτοστατούσαν συνδικαλιστές που απελευθερώνονταν από τις φυλακές και τους τόπους εξορίας. Ιδρύθηκε, μάλιστα, το Ενιαίο Συνδικαλιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΣΚΕ), το οποίο επιδίωκε και συχνά πετύχαινε να συνεργάζεται με το σοσιαλιστικού προσανατολισμού Κίνημα Ελεύθερων Συνδικάτων, του Δημήτρη Στρατή.

Η παρέμβαση στο συνδικαλιστικό κίνημα έγινε ακόμη πιο συστηματική από το 1951, με την ίδρυση της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) και της Ενιαίας Δημοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΕΔΝΕ), μεγάλο μέρος των στελεχών της οποίας ήταν νέοι εργαζόμενοι, κάποιοι από τους οποίους εντάσσονταν ταυτόχρονα και στην παράνομη ΕΠΟΝ.

Η παρέμβαση της Αριστεράς στα συνδικάτα κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση ήταν, σε συνθήκες κυριαρχίας του χαφιεδισμού και με την απειλή της σύλληψης και της εξορίας να επικρέμεται πάνω απ’ οποιονδήποτε τολμούσε να αναπτύξει συνδικαλιστική δραστηριότητα σε αγωνιστική ταξική κατεύθυνση.

Έτσι, ιδιαίτερα προβλήματα δημιουργήθηκαν μετά τη διάλυση της ΕΔΝΕ, το 1952, που χαρακτηρίστηκε οργάνωση κομμουνιστική, σε μια περίοδο που η ανασύσταση των οργανώσεων του ΚΚΕ αποτελούσε ποινικό αδίκημα με βάση τον Α.Ν. 509 του 1947.

Καθώς στην κυβέρνηση είχε ανέλθει, πλέον, η Δεξιά με τον Αλέξανδρο Παπάγο και οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ εκτιμούσαν ότι η αστυνομοκρατία θα λειτουργούσε αποτρεπτικά για τις όποιες αντιδράσεις των αριστερών, αποφασίστηκε να γιορταστεί η Πρωτομαγιά του 1953 με εκδήλωση στο θέατρο «Κεντρικόν», κοντά στην οδό Σταδίου και την πλατεία Συντάγματος.

Η διοργάνωση της εκδήλωσης ήταν χαρακτηριστική του γενικότερου κλίματος της εποχής, καθώς ομιλητές ορίστηκαν ο γραμματέας της ΓΣΕΕ, διαβόητος εργατοπατέρας Φώτης Μακρής, και ο προερχόμενος επίσης από τον εργατοπατερισμό, υπουργός Εργασίας, Ελευθέριος Γονής.

Στην εκδήλωση συμμετείχαν, ως τιμώμενα πρόσωπα, οι επικεφαλής της Αμερικανικής Αποστολής Πρατ και Σπάιφερ, και ο εργατικός ακόλουθος της βρετανικής πρεσβείας Χάμπτον.

Είναι η εποχή που οι ΗΠΑ ελέγχουν πλήρως, μέσω της οικονομικής βοήθειας, την ελληνική πολιτική και οικονομική ζωή, ενώ η πρόσκληση προς τον Χάμπτον συνδεόταν με τις αποστάσεις που προσπαθούσε να κρατήσει η ελληνική κυβέρνηση από τον κυπριακό Ελληνισμό, που αγωνιζόταν κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας.

Η προκλητικότητα του καθεστώτος εκφράστηκε με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο από τον Γονή, ο οποίος δεν δίστασε να παραδεχτεί ότι η εξαθλίωση των εργαζομένων σχετίζεται και με τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες. Για να πει, καταχειροκροτούμενος, ότι «τούτο είναι κακόν αναγκαίον, διά να μη μας σφάξουν οι κομμουνισταί».

Φυσικά, στον χώρο του θεάτρου δεν βρίσκονταν παρά εργατοπατέρες, οι οποίοι, σχεδόν στο σύνολό τους, είχαν πλούσια δράση ως συνεργάτες της δικτατορίας Μεταξά και των φασιστών κατακτητών, ασφαλίτες και χαφιέδες.

Δεν συνέβαινε, όμως, το ίδιο και έξω από το θέατρο, όπου επιχειρήθηκε, με απόφαση της ΕΔΑ και του ΕΣΚΕ, η πραγματοποίηση συγκέντρωσης διαμαρτυρίας κατά των εργατοπατέρων και της κυβέρνησης Παπάγου.

Στην κινητοποίηση συμμετείχαν περίπου εκατό νέοι και νέες, στη μεγάλη τους πλειονότητα πρώην μέλη της ΕΔΝΕ Πειραιά, που με πανό, προκηρύξεις και συνθήματα επιδίωκαν να δώσουν το στίγμα της αντίθεσης στον ξεπουλημένο συνδικαλισμό των εργατοπατέρων της ΓΣΕΕ και στην αντεργατική πολιτική της κυβέρνησης, χωρίς να λείπουν και συνθήματα υπέρ της ειρήνης, κατά του ΝΑΤΟ και κατά της βρετανικής κατοχής της Κύπρου.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι νέοι εργαζόμενοι δέχτηκαν άγρια αστυνομική επίθεση και διαλύθηκαν, ενώ πραγματοποιήθηκαν και 53 συλλήψεις. Όχι μόνο στον χώρο της συγκέντρωσης, αλλά και στα σπίτια τους, όπου τους αναζήτησαν οι αστυνομικοί, έχοντας εντοπίσει το ποιοι ακριβώς ήταν.

Μέσα στις επόμενες μέρες οι περισσότεροι από τους συλληφθέντες, νέοι και νέες, θα πάρουν τον δρόμο της εξορίας για τον Άη Στράτη, απ’ όπου μόλις πριν λίγο καιρό είχαν απελευθερωθεί κάποιοι απ’ αυτούς. Για να βγουν μετά από χρόνια και ν’ αποτελέσουν μέρος του κεντρικού πυρήνα ανασύστασης του συνδικαλιστικού κινήματος, που έφτασε σε εκρηκτική ανάπτυξη στα χρόνια 1960-67.

Μάλιστα, τους έμεινε και το προσωνύμιο «Μαγιάτες» ή «Μαγιάτηδες», που θεωρούνταν τίτλος τιμής, καθώς αποτόλμησαν να σηκώσουν το ανάστημά τους ενάντια στην τρομοκρατία, ξέροντας πως θα πληρώσουν ακριβό τίμημα.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας