Παγκόσμια, σήμερα, στις πιο ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη μας έχει ανοίξει η συζήτηση για την ανάγκη αποαναπτυξης. Όμως, ακόμα, και σε λιγότερες ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, τουλάχιστον στο χώρο της Αριστεράς, η συζήτηση αφορά την ήπια, βιώσιμη, ισόρροπη, μακροχρόνια ανάπτυξη. Σημαντικός πυλώνας και προπομπός σε αυτή τη πορεία θεωρούνται οι δημόσιες επενδύσεις και οι επενδύσεις επιχειρήσεων με δημόσια συμμετοχή.
Η Ελλάδα, μετά από 7 χρόνια μνημονίων και συνεχούς πτώσης του ΑΕΠ, εισέρχεται σε μια φάση αναιμικής ανάπτυξης που οι αριθμοί – στόχοι, συνεχώς αναθεωρούνται επί το δυσμενέστερο. Οι στόχοι των δανειστών για οικειοποίηση, μεγάλου μέρους της δημόσιας περιουσίας, έχουν ουσιαστικά ολοκληρωθεί και είναι έτοιμοι πια να αρχίσουν να συλλέγουν τους καρπούς των επενδύσεων τους. Έτσι είναι βασικά δικό τους συμφέρον η Ελλάδα να εισέλθει σε μια εποχή ανάπτυξης των αριθμών. Δηλαδή, η αναιμική ανάπτυξη του ΑΕΠ, που παρουσιάζεται φέτος, ήταν προγραμματισμένη και επιθυμία των δανειστών και όχι επιτυχία της κυβέρνησης του κ. Τσίπρα. Στην Ελλάδα του κ. Τσίπρα οι δημόσιες επενδύσεις έχουν ελαχιστοποιηθεί, και ταυτόχρονα οι επιχειρήσεις με δημόσια συμμετοχή έχουν περιοριστεί, και έχουν περάσει ουσιαστικά σε ιδιωτικό έλεγχο. Έτσι η ατμομηχανή της ανάπτυξης, δημόσιες επενδύσεις και επενδύσεις από δημόσιες επιχειρήσεις, δεν υπάρχει. Οι επενδύσεις που προχωρούν ή σχεδιάζονται αφορούν κύρια φαραωνικά έργα ιδιωτικών επενδύσεων. Η επένδυση της «Ελληνικός Χρυσός» στη Χαλκιδική, η επένδυση στο Ελληνικό με τους πρώτους ουρανοξύστες στην Αττική, γιγάντιες επενδύσεις σε 5-στερα ξενοδοχεία που εντάσσονται κατά προτεραιότητα στον αναπτυξιακό νόμο, γιγάντιες επενδύσεις σε φαραωνικά έργα Α.Π.Ε., φαραωνικά έργα όπως το αεροδρόμιο στο Καστέλι Ηρακλείου, η νέα μεγάλη ιδέα της εξόρυξης των υδρογονανθράκων σε Ήπειρο, Κρήτη και αλλού, που παραχωρούνται με λεόντειες συμβάσεις στους ιδιώτες. Όλα αυτά συμβαίνουν, παρά τη μεγάλη αντίδραση των τοπικών κοινωνιών, στο σύνολο σχεδόν των παραπάνω επενδύσεων. Νέοι, μεγάλοι ενεργειακοί αγωγοί σχεδιάζονται, επηρεάζοντας τη γεωπολιτική στρατηγική της χώρας μας, όπως π.χ. στη περίπτωση με το Ισραήλ. Δηλαδή μετά τη βίαιη αναδιανομή του πλούτου σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας, προωθούνται τάχιστα πολύ μεγάλες, με μεγάλο περιβαντολογικο αποτύπωμα, επενδύσεις σε ενέργεια, τουρισμό προς όφελος αποκλειστικά των δυνάμεων του ντόπιου και ξένου μεγάλου κεφαλαίου.
Είναι σημαντικό, μάλιστα, να επισημάνουμε ότι η αναμενομένη αναιμική ανάπτυξη του ΑΕΠ συνοδεύεται από μεγάλη μετανάστευση, κατά κύριο λόγο πτυχιούχων, ραγδαία αύξηση της υποαπασχόλησης και των ελαστικών μορφών εργασίας. Η μορφωμένη, πια, νεολαία μας έχει να επιλέξει μεταξύ της μετανάστευσης και της γενιάς των 400 ευρώ, που υποαπασχολείται και ετεροαπασχολειται. Ταυτόχρονα οι οικογενειάρχες εργαζόμενοι, υπό τη δαμόκλεια σπάθη της ανεργίας, με πολύ δυσκολία, απλά επιβιώνουν. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας φτωχοποιειται, ανήμπορο να καλύψει βασικές επιτακτικές ανάγκες.
Ολες οι θεωρίες για ισόρροπη και βιώσιμη ανάπτυξη, έχουν πεταχτεί στο «κάλαθο των αχρήστων» από τη σημερινή κυβέρνηση. Νόμος πια είναι το συμφέρον του επενδυτή, ενώ κάθε ιδέα για προστασία του περιβάλλοντος μεταφέρεται αόριστα στο μακρινό μέλλον. Προσωπικά, η σημερνή Ελλάδα μου θυμίζει την Ελλάδα, ψωροκώσταινα, χρεωμένη στου ξένους, οι οποίοι προσπαθούν μόνο να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους και το ντόπιο πολιτικό προσωπικό, πάντα πρόθυμο να ικανοποιήσει τις επιθυμίες τους.
Σε αυτό το περιβάλλον και στο νέο δικομματισμό που πολύ έντεχνα στήνεται για τις επόμενες εκλογές από το επιτελείο του κ. Τσίπρα, η Αριστερά πρέπει να πάρει ξεκάθαρη θέση. Οφείλει να:
- Καταγγείλει τις μνημονιακες πολιτικές ως ακατάλληλες για να επιλύσουν τα υπαρκτά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας,
- Αναδείξει την πολιτική της σημερνής κυβέρνησης ως νειφιλελευθευρη και να
- Διαχωρίσει τη θέση της από το υπόλοιπο πολιτικό προσωπικό της χώρας.
Σήμερα, πιο πολύ από την εποχή του, είναι επίκαιρο για την Αριστερά το σύνθημα «Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος».