Κυπριακό: Μια απάντηση σε επιθέσεις στην ΛΑ.Ε και στην Iskra.gr

2912

Ασφαλώς ο διάλογος για το Κυπριακό είναι απαραίτητος και πρέπει να διεξάγεται με ειλικρίνεια, χωρίς εύκολους αφορισμούς και χαρακτηρισμούς.
Δυστυχώς, όμως, το κείμενο του Στέλιου Στυλιανού (Σ.Σ) που δημοσιεύει η ιστοσελίδα του «Εργατικού Αγώνα», η οποία θεωρεί ότι παρουσιάζει μια «(…) ρεαλιστική εικόνα του Κυπριακού ζητήματος, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί 42 χρόνια μετά την εισβολή του Αττίλα (…)», δεν βοηθάει και πολύ στον απαραίτητο διάλογο.
Μάλλον ενισχύει την πολεμική και τις κατηγορίες, εκτοξεύοντας εύκολες επιθέσεις εναντίον, για παράδειγμα, της ΛΑ.Ε και της Iskra.
Δεν ξέρουμε, καταρχήν, από πού ο Σ.Σ βγάζει το συμπέρασμα ότι η ΛΑ.Ε ή η Iskra είναι γενικώς αντίθετοι με μια ομοσπονδιακή λύση του Κυπριακού, πάνω στο οποίο οικοδομεί αυθαίρετα την πολεμική του.
Υπάρχουν, όμως, ομοσπονδίες και «ομοσπονδίες». Υπάρχουν ομοσπονδίες λειτουργικές και βιώσιμες στο πλαίσιο ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους, όπως υπάρχουν και ομοσπονδίες, οι οποίες αποτελούν στην πράξη συνομοσπονδία και την συναπαρτίζουν δύο κράτη στη συσκευασία του ενός.
Δυστυχώς μια τέτοια συνομοσπονδία δύο «συνιστώντων κρατών» αντιπροσώπευε το Σχέδιο Ανάν, το οποίο υποστηρίζει ενθέρμως ο Σ.Σ, ενώ όλα δείχνουν ότι η λύση που προετοιμάζουν αυτήν την περίοδο Αναστασιάδης και Ακιντζί είναι χειρότερη από το Σχέδιο Ανάν, το οποίο κανένας δημοκράτης δεν πρέπει να αγνοεί, ανεξαρτήτως άποψης, ότι το απέρριψε πανηγυρικά ο ελληνοκυπριακός πληθυσμός το 2004.
Τέλος, είναι εντυπωσιακό ότι ο Σ.Σ δεν αναφέρει τίποτα για το θεμελιώδες ζήτημα των ξένων στρατευμάτων στην Κύπρο, των εγγυητριών δυνάμεων και των ξένων στρατιωτικών βάσεων, οι οποίες μάλιστα στην περίπτωση της Κύπρου θεωρούνται βρετανικό έδαφος.
Θεμελιώδης θέση μας είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη λύση με ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος στην Κύπρο, χωρίς την άμεση αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων και στρατιωτικών βάσεων και όχι την δήθεν αποχώρηση με ένα ευρύ χρονοδιάγραμμα, που συνιστά άλλοθι για την επ’ αόριστον παραμονή τους.

Κ.Μ

Στη συνέχεια και προς πληρέστερη ενημέρωση των αναγνωστών μας, παραθέτουμε ολόκληρο το άρθρο του Στ. Στυλιανού:

Reality check για ΚΚΕ, ΛΑΕ και λοιπούς «κυπρολόγους» εξ αριστερών

Το Κυπριακό και η λύση του αποτελούν μεταξύ άλλων και μια ευκαιρία για ένα «reality check» των πολιτικών φορέων ή των διάφορων μελετητών σε Ελλάδα και Κύπρο που ασχολούνται με το ζήτημα, ειδικότερα όταν υπάρχει κορύφωση των συνομιλιών.

Στο ερώτημα ποιες είναι οι πραγματικότητες σήμερα στην Κύπρο, η απάντηση είναι κυνικά απλή: Έχουμε διχοτόμηση με τη βία και τη δύναμη των όπλων από το 1974, ενισχυμένη με την ανταλλαγή πληθυσμών που ολοκληρώθηκε το 1976 μετά από δικοινοτική συμφωνία και υπό την εμφανή ισχύ των κατοχικών στρατευμάτων.

Από άρθρα και τις αναλύσεις που παράγονται στην Ελλάδα, φαίνεται πως αυτή η πραγματικότητα δεν είναι απόλυτα κατανοητή. Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά το φαινόμενο να αποκαλούνται ως «διχοτομικά» τα σχέδια που διαπραγματεύονται οι πολιτικές ηγεσίες των δύο κοινοτήτων στα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών εδώ και τέσσερις δεκαετίες και που σκοπό έχουν την άρση του απαράδεκτου statusquo.

Τόσο το ΚΚΕ όσο και οι κατά καιρούς αρθρογράφοι της προσκείμενης στη ΛΑΕ iskra.gr, ο γνωστός Νίκος Μπογιόπουλος, ο υποψήφιος με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ δημοσιογράφος Γιώργος Δελαστίκ και άλλοι, αποκαλούν στις θέσεις και τις τοποθετήσεις τους ως «διχοτομικό» το σχέδιο Ανάν του 2004 και ως «τύπου Ανάν» το σχέδιο επίλυσης που συζητείται σήμερα, και άρα επίσης «διχοτομικό».

Στις ακραίες του μορφές, το φαινόμενο αυτό καταλήγει να δίνει συγχαρητήρια στον Ερντογάν γιατί με τον τορπιλισμό των συνομιλιών σ’ αυτή τη φάση, διέσωσε την Κύπρο! [«Στη τελική φάση η συνομωσία κατά της Κύπρου», Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος, iskra.gr, 25/11/2016. «…οφείλουμε ως λαός ευγνωμοσύνη στον Ταγίπ Ερντογάν, γιατί, με την αδιαλλαξία του, απέτρεψε προς στιγμή την κατάλυση του κυπριακού κράτους»]

Πώς γίνεται αλήθεια, ο Ερντογάν και η Τουρκία να «διασώζουν» την Κυπριακή Δημοκρατία με την αδιαλλαξία τους; Και πώς ένα σχέδιο επίλυσης, έστω και το χειρότερο που θα μπορούσαμε να καταλήξουμε, να είναι πιο διχοτομικό από τη defacto κατάσταση στο νησί και τη διαιώνισή της με χειρότερους μάλιστα όρους;

Η επιστημονική μέθοδος της σχετικότητας και της σύγκρισης ομοιογενών ποιοτήτων, η ίδια η διαλεκτική, ίσως να μπορούσε να βοηθήσει όσους την επαγγέλλονται.

ΣΥΝΤΑΓΗ ΟΡΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗΣ Η ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟ ΣΤΟΧΟ

Χωρίς την παραμικρή δόση υπερβολής ή κινδυνολογίας, εύκολα μπορούμε να ισχυριστούμε πως η εγκατάλειψη της ομοσπονδιακής φιλοσοφίας εκ μέρους των ε/κ και με τις συνθήκες όπως έχουν διαμορφωθεί, θα επιταχύνει ραγδαία και θα στερεώσει απόλυτα πια τη διχοτόμηση του νησιού.

Ένα τέτοιο εγχείρημα, η πρόταξη δηλαδή του ενιαίου κράτους, κάτι που μεταξύ άλλων εισηγείται η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ και φαίνεται δυστυχώς να υπονοεί η ΛΑΕ και άλλοι αριστεροί σχηματισμοί στην Ελλάδα, θα νομιμοποιήσει όσο χρειάζεται την παρουσία της Τουρκίας στην Κύπρο και το «ψευδοκράτος», θέτοντας την εναπομείνασα Κυπριακή Δημοκρατία σε μια απείρως τραγικότερη θέση.

Αυτό το πρόδηλο και πασιφανές, μας είναι δύσκολο να κατανοήσουμε πως δεν το αντιλαμβάνονται όσοι εκφράζουν αυτές τις ξαναζεσταμένες μαξιμαλιστικές και καταστροφικές αποδεδειγμένα θέσεις για τη λύση του Κυπριακού, αυτή τη φορά, εξ αριστερών.

Η εγκατάλειψη των συμφωνιών κορυφής του 1977/79 μεταξύ των ηγεσιών των δύο μεγαλύτερων κοινοτήτων του νησιού, θα προκαλέσει αυτόματα όχι μόνο την αγεφύρωτη ρήξη Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων αλλά και τη ρήξη της ίδιας της Κυπριακής Δημοκρατίας με τον ΟΗΕ. Κι αυτό γιατί σε όλα τα ψηφίσματα αλλά και τις καμπάνιες διαχείρισης και επίλυσης του προβλήματος στα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου Ασφαλείας μετά το 1979, μοντέλο ειρήνευσης ήταν η συμφωνημένη γεωγραφική ομοσπονδία και η πολιτική ισότητα των δύο συνιστούντων πολιτειών.

Έχουν άραγε επαφή με την πραγματικότητα όσοι θεωρούν πως στη βάση της μιας ή της άλλης ανάλυσης «θα πρέπει να επανατοποθετηθεί το κυπριακό ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής» υπαναχωρώντας από το ομοσπονδιακό κεκτημένο των δικοινοτικών συνομιλιών κάτω από την αιγίδα του ΟΗΕ;

Δεν υποψιάζονται καθόλου πως είναι αυτό το δώρο που περιμένει εναγωνίως η Τουρκία όλες αυτές τις δεκαετίες συντηρώντας μια δαπανηρή κατοχή;

Πως κάτι τέτοιο θα απομόνωνε την ε/κ κοινότητα και θα της προκαλούσε ανυπέρβλητα προβλήματα με όλα τα φιλικά διακείμενα κράτη και τα αλληλέγγυα κινήματα που στηρίζουν τον αγώνα για μια ομοσπονδιακή επανένωση της Κύπρου από τα τέλη της δεκαετίας του 70’ – πόσο μάλλον με τα εχθρικά και λοιπά εποφθαλμιούντα κράτη και συμφέροντα που περιμένουν τη λάθος κίνηση για να εδραιώσουν τις διχοτομικές πραγματικότητες στο νησί και να επιβάλουν την επιρροή τους.

ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ

Ο μαξιμαλισμός της ελληνοκυπριακής και ελληνικής άρχουσας τάξης σε σχέση με το μέλλον της Κύπρου υπήρξε ανέκαθεν ο ένας από τους δύο πυλώνες πάνω στους οποίους το ΝΑΤΟ, μαζί με τις διαχρονικά ελεγχόμενες κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Τουρκία, οικοδόμησε σταδιακά τη διαίρεση του λαού και του τόπου μας. Ο άλλος ήταν ο τουρκοκυπριακός εθνικισμός-μαξιμαλισμός.

Μια απευκταία υπαναχώρηση της ε/κ πλευράς και της επίσημης Κυπριακής Δημοκρατίας από το στόχο της ομοσπονδιακής μετεξέλιξής της, θα αποτελεί μια ακόμα πράξη αυτοχειριασμού. Θα ήταν, εκτιμούμε, όμοια σε σημασία και αποτέλεσμα με τις επιθέσεις της «Εθνικής Φρουράς» υπό του Γρίβα κατά τουρκοκυπριακών χωριών στη Λάρνακα το 1968, και φυσικά το πραξικόπημα της ίδιας, υπό της αθηναϊκής χούντας αυτή τη φορά, κατά του Μακαρίου και της νομιμότητας το 1974.

Τόσο το 1968 όσο και το 1964 όπου και πάλι η Τουρκία επιτέθηκε με βομβαρδιστικά και απείλησε με επέμβαση ως απάντηση στα κτυπήματα ε/κ ένοπλων ομάδων κατά Τουρκοκυπρίων, η Άγκυρα χρησιμοποιεί τον «απερίσκεπτο» ελληνικό εθνικισμό και μιλιταρισμό για να εδραιώσει τη θέση της.

Κακώς, λανθασμένα και προπαγανδιστικά, η ε/κ πλευρά και ελληνικοί πολιτικοκοινωνικοί φορείς αναφέρονται στο Κυπριακό ως «κυρίως πρόβλημα εισβολής και κατοχής» και πως με τους Τουρκοκύπριους δεν υπήρξε και δεν υπάρχει κανένα ζήτημα συνύπαρξης και συμβίωσης πριν το 1974.

Το Κυπριακό είναι –και- πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Το γεγονός όμως ότι στην Κύπρο υπάρχουν ειρηνευτικά αποσπάσματα των Ηνωμένων Εθνών από το 1964, αλλά και πως οι δικοινοτικές συνομιλίες για εξεύρεση λύσης ξεκινούν από το 1968, αποδεικνύουν πως το πρόβλημα έχει τις ρίζες του στην προ της εισβολής περίοδο.

Η Τουρκία, σύμφωνα με τη συνθήκη εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1959, ομοίως με την Ελλάδα και την Μ. Βρετανία, απέκτησε μονομερή δικαιώματα επέμβασης στα εσωτερικά του νέου κράτους, κάτι που αναδείκνυε τη σοβούσα ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαλότητα για την τύχη του νησιού.

Το Καλοκαίρι του 1958 γενικεύεται η μιλιταριστική εμπλοκή των εθνικιστικών κινημάτων των δύο κοινοτήτων με τις πρώτες μεγάλες διακοινοτικές ένοπλες συγκρούσεις και το αίμα 200 και πλέον πεσόντων, ενώ κορυφώνονται τα δολοφονικά κτυπήματα κατά της ε/κ και τ/κ Αριστεράς από την ΕΟΚΑ του Γρίβα και την ΤΜΤ του Ντενκτάς αντίστοιχα.

Ξεκάθαρα, τα ένοπλα ακροδεξιά και αντικομουνιστικά κινήματα στην Κύπρο που μετεξελίχθηκαν αργότερα σε βαθύ κράτος μέσα στις δύο κοινότητες, υποστηριζόμενα με στελέχη και στρατιωτικό υλικό από τις «μητέρες πατρίδες», δούλεψαν εντατικά από τη δεκαετία του 50’ και στις παραμονές της αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας από την Ανατολική Μεσόγειο, για την πολιτική διαίρεση ε/κ και τ/κ και την αναχαίτιση της «σοβιετικής απειλής».

Από το 1956 οι Τουρκοκύπριοι της Πάφου εγκαταλείπουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους ως αποτέλεσμα της ακροδεξιάς βίας της ΕΟΚΑ. Μέχρι το 1964 και ως αντίκτυπος της μιλιταριστικής εθνικιστικής βίας, ε/κυπριακές και τ/κυπριακές μειονότητες σε μικτά χωριά αποχωρούν από τις κοινότητες τους για να σχηματιστούν οι λεγόμενοι τουρκοκυπριακοί θύλακες.

Από το 1957 παρατηρείται μαζική μετανάστευση ε/κ και τ/κ αριστερών νέων στην Αγγλία και αλλού με το φόβο της εξόντωσής τους από τα ακροδεξιά δίκτυα που δεν παραλείπουν να ξηλώνουν με τη βία κάθε κοινή ταξική και θεσμική δράση στα πλαίσια του λαϊκού κινήματος. Η διχοτόμηση της Κύπρου έχει συντελεστεί τμηματικά, με τη δικοινοτική Αριστερά στη γωνία και υπό διωγμό αφού ήταν το «μεγάλο εμπόδιο» που είχε και έχει ταξικό συμφέρον να υπερασπιστεί την ενότητα του λαού και του χώρου.

Υπό αυτό το πρίσμα, το φακό δηλαδή της μαρξιστικής ανάλυσης που καταγράφει την ιμπεριαλιστική διχοτομική επέμβαση στο νησί διά των γνωστών ακροδεξιών παρακρατικών και παραστρατιωτικών δικτύων τύπου «Gladio», η επανένωση της Κύπρου στη βάση της συμφωνημένης μορφής λύσης είναι μια ατόφια δημοκρατική διεκδίκηση, ένα γνήσιο λαϊκό αίτημα που θα αναιρέσει σε κάποιο σημαντικό βαθμό τη διαίρεση.

Μια διαίρεση που επιτεύχθηκε οργανωμένα, υπό την καθοδήγηση της CIA και των ΝΑΤΟϊκών στρατιωτικών διοικήσεων Ελλάδας και Τουρκίας, με εμπροσθοφυλακή την ακροδεξιά των δύο κοινοτήτων που είχαν ως κοινή συνισταμένη τον «κομμουνιστικό κίνδυνο».

Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, η Αριστερά των δύο κοινοτήτων, οι δημοκράτες Κύπριοι, τάσσονται ανεπιφύλακτα υπέρ της επανένωσης του τόπου μέσα από μια ομοσπονδιακή μετεξέλιξη που θα σέβεται τις ανησυχίες και τις ιδιαιτερότητες της κάθε γλωσσικής και θρησκευτικής ταυτότητας, με πλήρεις ελευθερίες, μία ιθαγένεια και διεθνή εκπροσώπηση.

Ούτε το σχέδιο Ανάν του 2004, παρά τις πολλές αδυναμίες και ασάφειές του, αλλά ούτε και το πλαίσιο συνολικής λύσης που έχει διαμορφωθεί έως τώρα στον ενδοκυπριακό διάλογο, είναι «διχοτομικά σχέδια». Ένας τέτοιος ισχυρισμός δεν αντέχει διαλεκτικά.

Διχοτομικό σχέδιο, χωρίς εισαγωγικά, είναι αυτό που εφαρμόζεται εδώ και μισό αιώνα και που δεν επιτρέπει τη συνεννόηση μεταξύ των ενδιαφερόμενων, δυναμιτίζοντας συνεχώς το κλίμα με εθνικιστικές και μαξιμαλιστικές εξάρσεις.

ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΗΕ

Θα ήταν αριστερισμός ολκής ο ισχυρισμός πως ο ΟΗΕ, στο σύνολο των δραστηριοτήτων του και σε όλες τις εκφάνσεις του, αποτελεί ένα ακόμα ιμπεριαλιστικό προγεφύρωμα ή στην καλύτερη, ο παραγγελιοδόχος του παγκόσμιου συστήματος.

Η ανακοίνωση-εγκώμιο των Ηνωμένων Εθνών για το θάνατο του Φιντέλ που απέχει έτη φωτός από τον χαρακτηρισμό του ως «δικτάτορα» από τον Ντόναλντ Τραμπ, το ετήσιο ψήφισμα κατά της αναβίωσης του ναζισμού σε πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες και άλλες σοσιαλιστικές χώρες που οργανώνεται από τη Ρωσία και μια σειρά από άλλες παρόμοιες θέσεις και αποφάσεις που συγκρούονται με τα ιμπεριαλιστικά ζητούμενα, αποδεικνύουν πως ο ΟΗΕ συνεχίζει να αποτελεί ένα πεδίο παρουσίας για τα δημοκρατικά κινήματα και τους λαούς που αγωνίζονται.

Αν δεν υπήρχε ο ΟΗΕ και οι υπηρεσίες του για εξεύρεση μιας κοινά αποδεκτής λύσης που να υπογραμμίζει την πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων, το Κυπριακό θα ήταν ήδη λυμένο με τη δύναμη του ισχυρού. Το γεγονός ότι συνεχίζουμε να το συζητούμε και να παλεύουμε για την επίλυσή του, οφείλεται στο ότι μη ιμπεριαλιστικές χώρες συνεχίζουν να εκμεταλλεύονται την ύπαρξη των Ηνωμένων Εθνών και να επικαλούνται την προστασία τους.

Η κυπριακή Αριστερά και στις δύο κοινότητες, κοινοβουλευτική ή μη, η κινηματική και ζωντανή Αριστερά της επαναπροσέγγισης, της ειρήνης, της συμβίωσης, υποστηρίζει με σθένος την ομοσπονδιακή λύση. Μια λύση που θα απαλλάσσει την Κύπρο από τα κατοχικά στρατεύματα και θα αναιρεί τα μονομερή δικαιώματα επέμβασης του 1960.

Η δικοινοτική διεθνιστική κυπριακή Αριστερά θεωρεί ιστορικά πως το κυπριακό, ως διεθνές πρόβλημα στη μια του διάσταση, δεν πρέπει να συζητιέται αποκλειστικά στα ΝΑΤΟϊκά πλαίσια. Ως εκ τούτου καλεί σταθερά σε ανάμειξη της Ρωσίας, της Κίνας και των τρίτων χωρών έτσι ώστε να δημιουργείται κάποιο υποφερτό ισοζύγιο που να προσδίδει ισορροπία και βιωσιμότητα στη νέα κατάσταση.

Αυτό το λαϊκό αίτημα δεν μπορεί να διεκδικηθεί εκτός των πλαισίων του ΟΗΕ και χωρίς την στήριξη των μη ΝΑΤΟϊκών κρατών στη Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας. Μια στήριξη που δεν θα είναι καθόλου δεδομένη στο μέλλον αν υπερισχύσουν οι τάσεις σε Κύπρο και Ελλάδα που επιμένουν σε μια αποσπασματική και συνθηματολογική προσέγγιση του ζητήματος.

*Ο Στέλιος Στυλιανού είναι μέλος της Συντακτικής Ομάδας της εβδομαδιαίας Κυπριακής εφημερίδας «Γνώμη» (http://gnomionline.com.cy/).

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας