Θέατρο στις φυλακές: Δέσποινα μου λείπεις!

1320
θέατρο

Όταν τον Μάιο του 2019 ξεκινήσαμε με το ναυλωμένο μικρό λεωφορείο του Εθνικού Θεάτρου με προορισμό το Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων Ελεώνα Θηβών προκειμένου να παρακολουθήσουμε μία θεατρική παράσταση, ήμασταν προετοιμασμένοι για μια κάποιου είδους συγκίνηση.

Την συγκίνηση των «ασφαλών», των «εντός συστήματος», των ευαίσθητων και «πολιτικά ορθά» σκεπτόμενων ανθρώπων που συμπαραστέκονται στους «εκτός», τους «παρίες» με τη βούλα μιας αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.

H πρόσκληση ανέφερε τον τίτλο της παράστασης «Κοινή Αφετηρία» καθώς και τους διοργανωτές: Το Εθνικό Θέατρο σε συνεργασία των θεατρικών ομάδων του ΕΚΚΝΑ (Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα και γνωστές ως Φυλακές Ανηλίκων Αυλώνα) και του ΚΑΤΚΕΘ (Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων Ελεώνα Θηβών).

Ένα μικρό τετράφυλλο δε, μας ενημερώνει: «Δύο ομάδες θα βρεθούν μαζί, πρώτη φορά, για να συνεργαστούν επί σκηνής. Θα κάνουν μια αναδρομή στο παρελθόν, στις εμπειρίες της ζωής και στα λάθη τους. Θα δουν τον εαυτό τους ευάλωτο και ταυτόχρονα δυνατό, ικανό να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες του εγκλεισμού και να εφοδιαστεί με γνώση και ελπίδα για το μέλλον που τους περιμένει».

Σκηνοθεσία: Στάθης Γράψας, Μουσική Γιάννος Αιόλου και συμμετείχαν ο Ιωάννης Κ., ο Νεκτάριος Δ. ο Αslan B., o Zdravko Do Emmanuel G., o Salih A., o Vassilis V., και άλλοι, έτσι, αναφερόμενοι με τα μικρά τους ονόματα, προφυλαγμένοι όσο είναι δυνατόν από την ηδονοβλεψία των «κανονικών».

Πλησιάζουμε λοιπόν τον χώρο που προστατεύεται από μια ψηλή γκρίζα μάντρα, τα φυλάκια εποπτεύουν από ψηλά, και φρουροί μας σημαδεύουν με προτεταμένα τα όπλα.

Η μέρα ειρωνική, προς τον Μάιο, είναι κι αυτή γκρίζα, έτοιμη να βρέξει, έτοιμη να φυσήξει, γενικά αμήχανη μπροστά στο ημερολόγιο.

Έξω όμως από τον τοίχο της φυλακής, η φύση οργίαζε ξεδιάντροπα. Τόσο κόκκινο, πράσινο και χρυσαφί κίτρινο, είχα να δω μάλλον από την παιδική μου ηλικία. Ένα απέραντο λιβάδι παπαρούνες και μαργαρίτες, χαμομήλια και ανθάκια του αγρού περιστοίχιζαν την γκριζάδα της μάντρας και τα συρματοπλέγματα.

Αποδεχόμενοι μετά το πρώτο ξάφνιασμα τις μύριες αντιφάσεις του «συμβάντος» που θα παίρναμε μέρος, διαβήκαμε τις αμπαρωμένες πόρτες, περάσαμε τους ελέγχους, αφήσαμε όλα μας τα προσωπικά είδη και βρεθήκαμε σε έναν ανοιχτό αλλά ελεγχόμενο φυσικό χώρο που φιλοξενούσε τους τρόφιμους με αξιοπρέπεια, σε μικρά σπιτάκια.

«Μη νομίζετε… Δεν είναι έτσι οι φυλακές, εδώ είναι πεντάστερο, πρόκειται για εξαίρεση» μας προειδοποίησαν οι φύλακες.

Μα φυσικά, εδώ πρόκειται για καμιά σαρανταριά ανθρώπους που έγιναν δεκτοί στο Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών. Κάποιο πρόγραμμα εφαρμόζεται. Δεν υπάρχουν χρήματα για άλλες προσλήψεις ειδικών, ψυχολόγων κοινωνιολόγων, γιατρών κ.λ.π., ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες….

Κι έτσι εδώ βρίσκονταν μόνο οι «τυχεροί»!!!

Εικοσιτρείς από αυτούς τους τυχερούς λοιπόν, θα αφεθούν στα χέρια του έμπειρου, δοκιμασμένου και αφιερωμένου στο έργο του Στάθη Γράψα και θα ζήσουν το όνειρο.

Ίσως για πρώτη φορά στη ζωή τους θα μοιραστούν φωναχτά, έλληνες και ξένοι, πρόσφυγες, μετανάστες και αθίγγανοι, τις σκέψεις τους, την εσωτερική τους κραυγή, μετουσιωμένες σε λέξεις οι οποίες αποκτούν σχήμα και όγκο, έτσι που να γίνονται ορατές..

Να μερικές απ’ αυτές:

«Έκανα λάθος, λάθη κάνουμε όλοι, αρκεί να μαθαίνουμε από αυτά, όταν βγω θέλω να κάνω μια καινούργια αρχή…

 Σ’ αυτούς τους ανθρώπους που έχουν χάσει αγαπημένα πρόσωπα, τους εύχομαι μέσα από την καρδιά μου να προχωρήσουν μπροστά με αγάπη και να μην πονάνε άλλο….

 Δεν είμαστε αριθμοί, είμαστε άνθρωποι με ονόματα και πατρίδες. Είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι και οι πατρίδες μας είναι οι πατρίδες όλου του κόσμου…

Εύχομαι κάποια στιγμή να μπορέσουν να με συγχωρέσουν οι άνθρωποι που έχω πληγώσει ή που τους έχω κάνει κακό…

Ελπίζω κάποια μέρα να σταματήσουν τα βάσανα των κρατουμένων και να γυρίσουν στις οικογένειες και στα παιδιά τους.

Δέσποινα μου λείπεις…

 Δεν θα γυρίσω να τιμωρήσω αυτόν που με έσπρωξε, θα γυρίσω να του δείξω ότι είμαι ακόμα όρθιος».

 

Όμως περισσότερο μ’ άγγιξαν τα νούμερα που ο καθένας φώναζε για τον εαυτόν του: 10, 15, 17, 20…

Ήταν τα χρόνια των ποινών τους…

Ο σκηνοθέτης τους χορογράφησε σωματικά, σαν το πλήρωμα ενός καραβιού που ναυαγεί, με τους ναύτες του να πέφτουν, να σηκώνονται, να παρατάνε την προσπάθεια, να είναι έτοιμοι να πνιγούν, μέχρι ένα χέρι να τους τραβήξει και πάλι επάνω, στον αφρό, στη ζωή.

Ένας πολλαπλός αγώνας επιβίωσης που εικονογραφήθηκε επί σκηνής από σώματα κρατουμένων, σώματα τρυπημένα και κακοποιημένα, σώματα που θέλουν να ζήσουν ξανά και το καταφέρνουν!..

Ο Γράψας, ομογενής από την Αυστραλία, είναι ένας καλλιτέχνης που θέλησε να μοιραστεί τις θεατρικές του εμπειρίες (θίασοι στη Μελβούρνη, Θεατρική Σχολή Κ. Καζάκου, θέατρο «Άττις» του Θ. Τερζόπουλου), όχι με επαγγελματίες αλλά με άτομα τα οποία μια πολύ διαφορετική και δυνατή ανάγκη τα ωθεί στη σκηνή του θεάτρου.

Δημιουργεί θεατρική πράξη πάνω σε βιωμένες ιστορίες και καταστάσεις, οδηγεί το κοινό και τους «ηθοποιούς» σε μια ώσμωση στο εδώ και τώρα του θεάτρου, κάτι σαν ανταλλαγή πυρών.

 

Και από τον Αυλώνα, τον επόμενο μήνα, τον Ιούνιο, δύο μέρες μετά τις εκλογές, βρεθήκαμε στο Ψυχιατρείο των Φυλακών Κορυδαλλού για να παρακολουθήσουμε μια άλλη, παρόμοια προσπάθεια, πάλι με την ευθύνη του Εθνικού Θεάτρου και υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Στάθη Γράψα.

Άλλο τοπίο αυτή τη φορά. Οι γνωστές φυλακές μέσα στον ιστό της πόλης, απέναντι από το σχολείο, εκεί που παιδιά παίζουν μπάσκετ και φλερτάρουν. Μια παραφωνία του γκρίζου μας προετοιμάζει για μια άλλη πραγματικότητα μέσα στην πραγματικότητα. Αλήθεια πόσες πραγματικότητες υπάρχουν;

Και το θέατρο; Είναι μια διακριτή πραγματικότητα κι αυτό;

Και πάλι οι έλεγχοι, και πάλι τα προσωπικά μας είδη σε φωριαμούς, και πάλι συγγενείς κρατουμένων στην ουρά μαζί μας.

Και πάλι το απλό φυλλάδιο μας ενημερώνει για τον τίτλο του έργου, τους συντελεστές και τη δουλειά της ομάδας.

 

Μαρμαρωμένος Χρόνος

Από την Θεατρική Ομάδα του Ψυχιατρείου Κρατουμένων Κορυδαλλού

Στο Ψυχιατρείο

 

Διανομή: Ο Αγγελος Α., ο Τάσος Τ., ο Γιώργος Μ., και οι επώνυμοι: Αρτεμις Μάνου, Παναγιώτης Εξαρχέας, Στάθης Γράψας και μουσικοί επί σκηνής ο Κωνσταντίνος Καρδακάρης (πιάνο) και ο Διονύσης Βερβιτσιώτης (βιολί).

Η παράσταση αφιερώθηκε στη μνήμη του Μάικ Καββαδία – Γκόρντον. Πρόκειται για ένα από τα μέλη της ομάδας, που έφυγε από τη ζωή κατά τη διάρκεια των προβών.

Ήταν η πρώτη ψυχρολουσία που δεχτήκαμε, εμείς οι καλεσμένοι, οι ξένοι αλλά και συγγενείς και φίλοι των κρατουμένων, ήταν το σημείο που η συνθήκη διαφοροποιούνταν, έχανε την αστική αισθητική της και μας προσγείωνε σε μια πραγματικότητα που μπορεί να υποψιαζόμασταν αλλά δεν ήμασταν έτοιμοι να δεχτούμε στο πρόσωπο κατά ριπάς.

«Ο Μάικ μάς είχε διηγηθεί μια ιστορία, και αυτή θα σας παρουσιάσουμε σήμερα», ανέφερε ο σκηνοθέτης Στάθης Γράψας, που από κοινού με τον Φάνη Κατέχο είχαν την επιμέλεια της παράστασης, προσθέτοντας: «Με την ομάδα συζητήσαμε τις συνθήκες εγκλεισμού που βιώνουν και μια πιθανή διέξοδο να τις αντιμετωπίσουν» εξηγούσαν πάλι ο Στάθης και ο Φάνης, προσθέτοντας πως «ο καθένας πρότεινε να μιλήσει μέσα από κάποιο πρόσωπο για να εκφραστεί και να στείλει το δικό του ελπιδοφόρο μήνυμα».

«Ήμουν πάντα κάποιος άλλος, αυτός ο άλλος ήμουν πάντα εγώ»… Έτσι αρχίζει η παράσταση, με τα λόγια ενός μυστηριώδους νέου, με κάπα και μακριά σγουρά μαλλιά. «Ένας έκπτωτος άγγελος» σκέφτηκα και ώ του θαύματος είναι ο Άγγελος Α., που παίζει το ρόλο.

Σ’ ένα κατάστημα με τουριστικά είδη στην Κεφαλονιά, έχει μείνει μόνο το ντεκόρ. Τέσσερα άγνωστα αγάλματα, που δεν πωλούνται, διακοσμούν το μαγαζί. Μια γκαρσόνα, ένας πιλότος, ένας ταχυδρόμος κι ένας υπαλληλάκος.

Τα συνέλεξε ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού (που ερμηνεύει ο Στάθης Γράψας), από τα ταξίδια του.

Είναι οι αγαπημένοι μαρμάρινοι φίλοι του, που δεν αποχωρίζεται ποτέ και του κρατάνε συντροφιά. Ο παράξενος επισκέπτης – ο έκπτωτος άγγελος – ζητάει να αγοράσει τα αγάλματα. Καταφέρνει να αποκτήσει τη συλλογή παίζοντας ένα παιχνίδι με τον τίτλο «Τι θέλει να πει ο ποιητής».

Η Ευδοκία Χλουβεράκη που σχεδίασε τα κοστούμια, έντυσε με πάχνη τα πρόσωπά, τα παλιοκαιρίσια ρούχα τους τα έρανε με την πούδρα του χρόνου, φτιάχνοντας μια εικόνα από πρόσωπα που λες και το ‘σκασαν από τις σελίδες του Μικρού Πρίγκιπα.

Τα πρόσωπα σιγά – σιγά θα ζωντανέψουν, αποκτώντας αλλά και χαρίζοντας ζωή στους γύρω τους, με την επαφή και το συναίσθημα, με τις σχέσεις που θα συνάψουν μεταξύ τους.

Λογικό ήταν η παράσταση να δεχτεί το θερμό χειροκρότημα του κοινού, όλων μας, που με συγκίνηση πραγματική, ήρθαμε αντιμέτωποι με το αυθεντικό, μας ακούμπησαν ξανά λέξεις φθαρμένες από την πολύ χρήση, νιώσαμε τον εγκλεισμό μέσα μας, πήραμε και δώσαμε μια πραγματική αγκαλιά.

Καλοί Πολίτες παιδιά!

 *Της Όλγας Μοσχοχωρίτου από το kommon.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας