Η ανεξαρτησία της Καταλονίας ως στοιχείο ρήξης με το καθεστώς

1847
δημοκρατική

Εδώ και χρόνια η Καταλονία διεκδικεί να ασκήσει το δικαίωμα  αυτοδιάθεσής της. Τα τελευταία χρόνια αυτό το αίτημα δε διατυπώνεται μόνο από μιά εθνικιστική οπτική, αλλά και από μία άλλη οπτική: αυτή του δημοκρατικού δικαιώματος.
Η επιλογή του δημοψηφίσματος θεωρείται ένα χαρακτηριστικό δημοκρατικής ριζοσπαστικοποίησης καθώς και ένα εργαλείο, για παράδειγμα, πριν να γίνει η επικύρωση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου ΕΕ-Καναδά (CETA).
Στην Αριστερά, το υπερασπιζόμαστε επίσης ως ένα μέσο που μπορεί να ανοίξει το δρόμο ώστε να τελειώνουμε μια και καλή με το καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε το 1978, που σχετίζεται με τη διατήρηση των τωρινών ελίτ οι οποίες εμπλέκονται στην πολιτική και οικονομική ζωή από την εποχή της δικτατορίας. Η ψήφος την 1η Οκτωβρίου (1Ο) είναι αναγκαία για να γίνει ρήξη με αυτό το καθεστώς, όμως αυτή δεν είναι αρκετή, χρειάζεται λαϊκή οργάνωση, θέληση και πολιτική δέσμευση, όπως καλά ξέρετε στην Ελλάδα.
Είναι γνωστό πως ζούμε σε μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία που δεν αφήνει ικανοποιημένους τους πολίτες της, δεν τους επιτρέπει να συμμετέχουν στις προτάσεις ή στη λήψη αποφάσεων παρά μόνο μέσω της ψήφου τους ανά 4 χρόνια, χωρίς να έχουν κάποιον άλλο ενεργό ρόλο. Από το κίνημα των αγανακτισμένων κατέστη σαφές πως αυτή η δημοκρατία είναι ανεπαρκής, όχι μόνο στον κοινωνικό ή οικονομικό τομέα, αλλά και στον εθνικό. Όσοι σχετίζονται το κράτος και οι Καταλανοί έχουν χρησιμοποιήσει πολλές φορές την Καταλονία στο προεκλογικό τους πρόγραμμα. Παρόλα αυτά οι Καταλανοί και Καταλανές δεν αρκούμαστε πλέον με το να εκφραζόμαστε στις εκλογές και απαιτούμε ένα μηχανισμό με δεσμευτική απόφαση.
Η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος (PP) εμποδίζει αυτή την απόφαση χρησιμοποιώντας κυρίως νομικά εμπόδια. Έτσι το δημοψήφισμα στις 1Ο δε θα είναι νόμιμο κατ’ αυτούς αλλά θα χαίρει νομιμοποίησης ως λαϊκή διεκδίκηση. Είναι σαφές επίσης πως ανακύπτουν αμφιβολίες για το κατά πόσο η καταλανική Δεξιά θα κρατήσει το απείθαρχο προφίλ της, το οποίο δεν κράτησε στην τελευταία προσπάθεια συνεννόησης, μιας που η σχέση της με την ανεξαρτησία έχει να κάνει περισσότερο με τη δική της επιβίωση παρά με το εθνικό συναίσθημα ή με την ύπαρξη θέλησης για ρήξη με τις ελίτ. Είναι προφανές πως στις 2 Οκτωβρίου δε θα είμαστε αυτόματα ανεξάρτητοι, θα είναι όμως η μεγαλύτερη πρόκληση προς το παρόν καθεστώς. Είναι επίσης προφανές πως δημιουργούνται οι όροι για να επέλθει η ανεξαρτησία στο υπόλοιπο κράτος: η πιθανότητα να ξεκινήσουν θεμελιώδεις διαδικασίες που θα επιτρέψουν στο λαό να δομήσει κοινότητες και συνθήκες κοινωνικά δίκαιες, με οικονομική κυριαρχία που θα έρθουν σε ρήξη με τις πολιτικές της λιτότητας θέτοντας στο κέντρο την ανθρώπινη ζωή.
Από την αντικαπιταλιστική οπτική καταλαβαίνουμε πως δεν είναι μόνο μια ευκαιρία για κινητοποιήσεις υπέρ του δικαιώματος καθορισμού. Είναι επίσης μια ευκαιρία ώστε η κρίση πολιτικής νομιμοποίησης που γεννήθηκε με το κίνημα των αγανακτισμένων (15Μ) να ενδυναμωθεί για να ξεκινήσει μια συντακτική διαδικασία στην καρδιά του συστήματος που να δώσει ώθηση σε ένα πρόγραμμα μετάβασης προς μια κοινωνία πιο δίκαιη, αλληλέγγυα και βιώσιμη.
Η Σόνια Φαρέ είναι Καταλανή βουλευτής στο ισπανικό κοινοβούλιο του κόμματος Εn Comun Podemκαι μέλος της οργάνωσης Anticapitalistes, Τ: @Sonia_Farre
Πηγή: kommon.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας