Υπάρχει ένας τρόπος σκέψης που είναι ευρύτατα διαδεδομένος: Είναι το δίλημμα: «Τι να διαλέξω; Ένα μικρό κακό ή ένα μεγάλο κακό;» και η απάντηση έρχεται αβίαστα. Το μικρό κακό είναι το καλύτερο.
Στο ερώτημα να επιλέξουμε ανάμεσα στο καλό και το κακό η απάντηση είναι προφανής. Αν και βέβαια εδώ υπάρχει ένα φιλοσοφικό πρόβλημα. Ποιο είναι το καλό και ποιο είναι το κακό -αρχαίο ερώτημα-, όταν το κακό παρουσιάζεται σαν καλό και το καλό σαν κακό. Κατά κανόνα, είναι η εξουσία που τα ορίζει και έχει να κάνει με τα συμφέροντά της και όχι με την αντικειμενική πραγματικότητα.
Η θεωρία του μικρού και μεγάλου κακού βρίσκει την πλήρη δικαίωσή της στην πολιτική και συχνά γίνεται το βασικό επιχείρημα για να υποστηρίξει μια παράταξη την ύπαρξή της. Ακούμε συχνά πυκνά από τους εναπομείναντες συριζαίους:
Εντάξει, ψηφίζουμε μέτρα με τα οποία διαφωνούμε, αλλά θα είναι καλύτερα να έρθει ο Κούλης και η Ν.Δ.; Με άλλα λόγια, κάνουμε και εμείς κακό στη χώρα αλλά είναι πολύ μικρότερο από αυτό που θα κάνουν οι άλλοι. Αρα υπηρετούμε το καλύτερο δυνατόν.
Το ίδιο δίλημμα μπήκε και με τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία. Μακρόν ή Λεπέν. Και η πλάστιγγα αυτής της λογικής έγειρε από τη μεριά του Μακρόν, άσχετα αν η πολιτική του θα οδηγήσει πιθανότατα σε θρίαμβο της Ακροδεξιάς στις επόμενες εκλογές. Για πολλούς Γάλλους το κόμμα της Μαρίν Λεπέν δεν εκφράζει τον σύγχρονο φασισμό αλλά τους δεξιούς Ρεπουμπλικανούς πατριώτες.
Αλλά υπάρχει και μια άλλη λογική που δεν επιλέγει τις μερίδες του κακού, μικρές ή μεγάλες. Να πάρουμε το παράδειγμα ενός Ινδού γκουρού χορτοφάγου, που φιλοξενείται στην Ελλάδα και τον οδηγούν σε μια διάσημη χασαποταβέρνα.
Δεν υπάρχει περίπτωση να φάει παϊδάκια γιατί είναι μικρότερο κακό από τη σουβλιστή γουρούνα. Απλώς ο άνθρωπος θα σηκωθεί να φύγει. Η λογική λοιπόν του μικρότερου κακού μπαίνει μέσα στη λειτουργία της χασαποταβέρνας. Με άλλα λόγια, του πολιτικού συστήματος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπήκε στην καρδιά του συστήματος, το θεμελίωσε σε μια εποχή που κανένα από τα παραδοσιακά κόμματα δεν μπορούσε να κυβερνήσει, για να συνεχίσει τη δική τους πολιτική. Προσπάθησε να προσφέρει και μια αριστερή σάλτσα ως άλλοθι. Αλλά αυτά τα καρυκεύματα α λα Τσίπρα, νόστιμα στην προεκλογική περίοδο, είχαν ημερομηνία λήξης. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση έπεσε στην παγίδα της δικής του ρητορικής.
Τα προεκλογικά ψέματα που γοήτευσαν ένα μεγάλο μέρος ψηφοφόρων και του επέτρεψαν με μια ανίερη συμμαχία να γίνει κυβέρνηση, τώρα γίνονται μπούμερανγκ, π.χ. τα περίφημα μέτρα προστασίας των πλέον ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων, που τόσο πολύ διαφημίστηκαν από την κυβερνητική προπαγάνδα και τα δημοσιογραφικά παπαγαλάκια του ΣΥΡΙΖΑ.
Το τελευταίο μνημόνιο, που ψηφίστηκε πρόσφατα στη Βουλή, σήμανε την κατάργηση όλων των επιδομάτων των φτωχών («Εφ.Συν.» 23.5.17). Δηλαδή, μαζική παραγωγή ακόμα πιο εξαθλιωμένων ανθρώπων. Εδώ τι να σου κάνουν τα ψέματα;
Κάποιοι καλοπροαίρετοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (τώρα, καλοπροαίρετος και μνημόνια πώς πάνε μαζί είναι ένα μυστήριο), που δεν ξεχνούν παλιές φιλίες και κοινούς αγώνες, καμιά φορά όταν βρισκόμαστε τυχαία μου θέτουν το ερώτημα: Καλή και ευπρόσδεκτη η κριτική, αλλά ποιες είναι οι δικές σας προτάσεις; Και με τον φόβο να γίνω κουραστικός, ας επαναλάβω μερικά πράγματα που έχουν ήδη ειπωθεί.
Πρώτο, το πάγωμα του χρέους. Δηλαδή δεν πληρώνουμε τίποτα μέχρι να δούμε ποιο είναι το πραγματικό χρέος. Δεύτερο, μείωση των στρατιωτικών δαπανών στο μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο (οι στρατιωτικές δαπάνες της Ελλάδας είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο).
Καμία μείωση σε μισθούς και συντάξεις και εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα για όλους. Πλαφόν στους ανώτερους μισθούς. Σχεδιασμός μιας οικονομίας που να παρέχει αυτάρκεια σε όλα τα αγαθά.
Γιατί να φέρνουμε πατάτες από την Αίγυπτο, σκόρδα από την Κίνα και λεμόνια από την Αργεντινή; Επενδύσεις σε έργα υποδομής. Παιδεία και Υγεία. Διαχωρισμός Κράτους – Εκκλησίας για να απελευθερωθεί η Ορθόδοξη Εκκλησία από την κηδεμονία του κράτους, που τη μετατρέπει σε ακόμα μία υπηρεσία του.
Επένδυση στον πολιτισμό και την παράδοση για την πορεία μιας πολιτιστικής άνοιξης και να σπάσουμε την απομόνωση και την κατάθλιψη. Σταματάω εδώ γιατί υπάρχουν και πολλά άλλα. Αυτά, έτσι, δειγματοληπτικά. Χωρίς να προσθέσουμε βέβαια πως χωρίς εθνικό νόμισμα δεν υπάρχει εθνική ανεξαρτησία.
Και η στάνταρ απάντηση είναι: «Καλά όλα αυτά, αλλά δεν γίνονται. Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Μακάρι να μπορούσαμε να τα κάναμε. Είμαστε υποχρεωμένοι να ψηφίσουμε νόμους με τους οποίους δεν συμφωνούμε. Αλλά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που θα πάρουμε θα βγούμε από την κρίση».
Και εγώ με το φτωχό μου το μυαλό σκέφτομαι: Άμα υπογράφεις κάτι που δεν πιστεύεις, δεν είναι δήλωση μετανοίας; Και μήπως το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης λέγεται τώρα αντιστάθμισμα;
*Πηγή: Efsyn.gr
Για εναν μισθουλακο οι ξευτιλες βαζουν το σκατομυαλο τους και κατεβαζει τις μεγαλυτερες παπαριες.Για εναν μισθο !!!!!! Εστω των 7000 ,αλλα η ξευτιλα εχει αντισταθμισμα οποιονδηποτε μισθο??? Για αυτους και ειδικα οσους περνανε το κατωφλι της βουλης Ν Α Ι!!!!!