Άλλο ένα επεισόδιο στην αλυσίδα των προκλήσεων στο Αιγαίο, επιχειρείται να αντιμετωπιστεί ως μεμονωμένο περιστατικό, αποσυνδεδεμένο από την κλιμακούμενα επιθετική στρατηγική της Άγκυρας, και μάλιστα περιβάλλεται και με τον απαραίτητο σκεπτικισμό για το αν επρόκειτο για τυχαίο γεγονός ή για συνειδητή επιχειρησιακή πράξη της γείτονος…
Αναφερόμαστε βεβαίως στο περιστατικό με το τουρκικό εμπορικό πλοίο “KARMATE” που προσέγγισε και εν τέλει «ακούμπησε» την κανονιοφόρο “ΑΡΜΑΤΩΛΟΣ” νοτιοανατολικά της Μυτιλήνης.
Ουδείς αντιλαμβάνεται, ή μάλλον οι πάντες συνειδητά αποσιωπούν, πως ΚΑΙ το παραπάνω περιστατικό, συνιστά μια τραγική εξέλιξη, που έρχεται και αυτή να προστεθεί στην πλούσια αλυσίδα των ελεγχόμενων προκλήσεων, και εναποτίθεται στη σκακιέρα των γεωπολιτικών δεδομένων.
Δεν μας χωρίζουν παρά μόνο ελάχιστες ώρες από τις “βαρυσήμαντες” περί «κόκκινων γραμμών» δηλώσεις του Έλληνα ΥΠΕΞ, των οποίων τα όρια σπεύδει με «κατά πόδας» προκλήσεις ναμεταμορφώσει στην πράξη σε λαστιχένια μυθεύματα η τουρκική προκλητικότητα.
Και φυσικά δεν μας χωρίζουν παρά μονάχα ελάχιστες ώρες από την εξόχως προβληματική όσο και επικίνδυνη δήλωση Κοτζιά, ο οποίος συνέδεσε ευθέως την τουρκική επιθετικότητα με τα προβλεπόμενα του Διεθνούς Δικαίου.
Όχι βεβαίως για να καταδείξει τις προφανείς παραβιάσεις του από την πειρατική τακτικήπου υιοθετεί η τουρκική εξωτερική πολιτική, αλλά για να την εντάξει με τρόπο πρωτοφανή μέσα στα όρια του Διεθνούς Δικαίου, δηλώνοντας πως η Τουρκία φροντίζει να κοντρολάρει εν ολίγοις τον τρόπο με τον οποίο προκαλεί, προκειμένου να μπορεί την ίδια στιγμή να προσδώσει νομιμότητα στην πρόκληση, με το κύρος των προβλεπομένων του Διεθνούς Δικαίου.
Αν όμως αυτό το αναγνωρίζει ο επικεφαλής της Ελληνικής διπλωματίας, αυτό σημαίνει πως ταυτόχρονα αποδυναμώνει ή πάντως θέτει εκτός ορίων του Διεθνούς Δικαίου την όποια Ελληνική ανταπάντηση, αφού πρακτικά δεν γίνεται να συνυπάρχουν υπό την σκέπη αυτού του Δικαίου δυο διαμετρικά αντίθετες πρακτικές με αναγωγή στο ίδιο επίδικο, και μάλιστα κατά τρόπον τέτοιον που να ταυτίζεται ο πειρατικά δρών και παραβιάζων την εθνική κυριαρχία ανεξάρτητου κράτους, με τον αδικημένο που έχει καθήκον και υποχρέωση να την υπερασπιστεί.
Θεωρούμε πως αυτός ο αυτοδιασυρμός, παραμένει εξόχως προκλητικός και ξεπερνά κάθε όριο.
Και αυτή μας η διαπίστωση, προφανώς και δεν συνιστά κραυγή πολεμοκάπηλης ανευθυνότητας.
Συνιστά όμως μια ακόμη προειδοποίηση, πως η πολεμική απειλή δεν αποφεύγεται με τσαρλατανισμούς που προκαλούν γέλιο όταν «αποθεώνονται» ως «συνετή πρακτική» νηφάλιων πολιτικών ανδρών…
Και βεβαίως η πολεμική απειλή δεν αποφεύγεται αναβιώνοντας απέναντι σε έναν επικίνδυνα προκλητικό γείτονα, πρακτικές και αντιλήψεις Τσάμπερλαιν της οδυνηρής δεκαετίας του ’30.
Όσο αναζητούνται φτηνά άλλοθι που επιδιώκουν να βρουν επισφαλές αποκούμπι σε ψευδαισθήσεις που υποβαθμίζουν το μέγεθος και τη σκοπιμότητα της τουρκικής προκλητικότητας, το αποτέλεσμα δεν θα είναι άλλο, παρά η ανεξέλεγκτη αποθράσυνση και η περαιτέρω κλιμάκωση της επιθετικής πρακτικής.
- Αυτό κατέδειξε η ιστορία διαχρονικά…
- Αυτό επιβεβαιώνει καθημερινά το σαθρό έδαφος πάνω στο οποίο επιχειρείται να οικοδομηθεί η ψευδεπίγραφη «νηφαλιότητα» στις Ελληνοτουρκικές προσεγγίσεις…
- Αυτό θα αναδειχτεί τελικά σε κόλαφος ΚΑΙ για την Ελλάδα ΚΑΙ για την Ειρήνη, όταν ο επιθετικός γείτονας αισθανθεί πως δεν ρισκάρει να βιώσει τη δική του προσωπική και εθνική τραγωδία, αν αποφασίσει να συμπεριφερθεί εντελώς ανεξέλεγκτα και με πλήρως απελευθερωμένους τους κανόνες πολεμικής εμπλοκής.
Όσοι λοιπόν ακόμη “προβληματίζονται” για το εάν ο πλοίαρχος του Τουρκικού εμπορικού υπήρξε ατζαμής ή δασκαλεμένος, ας δραπετεύσουν για λίγο από το παραμύθι τους, κι ας αναλογιστούν τι θα συνέβαινε αν ένα Ελληνικό εμπορικό πλοίο είχε εμπλακεί σε ανάλογο περιστατικό με τουρκικό πολεμικό, ανοικτά της Σμύρνης.
Η Ελληνική πολιτική ηγεσία επομένως, αντί να σαλιαρίζει, αντί να αυτοθαυμάζεται, και αντί να αναζητά ψεύτικα άλλοθι για να υποβαθμίσει στο όνομα αυτών το εύρος της τουρκικής επιθετικότητας, υπάρχει μόνο ένα πράγμα που οφείλει να κάνει και που πρέπει να το κάνει με απολύτως σαφή και ξεκάθαρο τρόπο.
Να διαμηνύσει εμπράκτως στην γείτονα αλλά και στο σύνολο των διεθνών οργανισμών, πως η επόμενη πρόκληση θα έχει βαρύτατο κόστος και καλό θα είναι – στο όνομα καμίας απολύτως σκοπιμότητας – να μην αποτολμηθεί.