Τύπος σε ακμή

2133
στερεότυπα

Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, άρχισε αμέσως ένας άλλος πόλεμος που στρεφόταν εναντίον των νικητών. Οι αποικίες των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων εξεγέρθηκαν δίκαια γιατί έπεσαν θύματα μιας μεγάλης απάτης για δεύτερη φορά στον ίδιο αιώνα.

Η Αγγλία και η Γαλλία και στους δύο παγκόσμιους πολέμους είχαν στρατολογήσει από τις αποικίες τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους, κανονική επιστράτευση δηλαδή, όπως με τους νέους της Αγγλίας και της Γαλλίας. Αλλά υπήρχε μια μικρή διαφορά. Οι Αγγλογάλλοι πολεμούσαν για την πατρίδα τους, οι ιθαγενείς για τους δυνάστες τους. Εντούτοις δεν είχαμε κανένα δείγμα μαζικής ανυπακοής.

Αντίθετα πολέμησαν γενναία και είχαν, αναλογικά, περισσότερους νεκρούς από τους συστρατιώτες των ιμπεριαλιστικών χωρών. Οπως ήταν στρατιώτες δεύτερης κατηγορίας, τους έβαζαν στην πρώτη γραμμή. Και ο θρήνος στις αποικίες ήταν μεγάλος για τη συμφορά που τους βρήκε, που μετά τον πόλεμο έγινε οργή και ένοπλος απελευθερωτικός αγώνας.

Γιατί πολέμησαν όλοι αυτοί οι λαοί των αποικιών; Γιατί πίστευαν πως με το τέλος του πολέμου θα ερχόταν και η δική τους απελευθέρωση. Και προδόθηκαν. Και έχουμε ένα μοναδικό φαινόμενο στην Ιστορία της ανθρωπότητας. Μέσα σε τριάντα χρόνια δύο αυτοκρατορίες διαλύθηκαν, η γαλλική και η αγγλική.

Ο αποικισμός που είχε ζωή πέντε αιώνων πήρε τέλος με την κλασική του μορφή για να ξαναγυρίσει πίσω, αυτή τη φορά με το κουστούμι του τραπεζίτη, και όχι με τη στολή του φαντάρου. Και έγιναν αποικίες χρέους. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. Ο αντιαποικιακός αγώνας είχε δημιουργήσει μεγάλα κινήματα συμπαράστασης στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ με κορύφωση το Βιετνάμ.

Αυτά τα κινήματα βρήκαν την κορύφωσή τους στον «Διεθνή Μάη» του ‘68 που ήταν μια οριστική ρήξη με τους παραδοσιακούς φορείς της Αριστεράς, τους Σοσιαλδημοκράτες και τους κομμουνιστές. Το ζητούμενο τώρα πια δεν ήταν μια άλλη εξουσία, αλλά η απελευθέρωση του ανθρώπου από κάθε εξουσία.

Και αυτό έγινε σε όλη την Ευρώπη, εκτός από τις τρεις δικτατορίες της και τις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Σε άλλες διαμορφώθηκαν πολιτικά κινήματα διαφόρων τάσεων και αποχρώσεων, που δεν μακροημέρευσαν και σε κάποιες χώρες έγιναν κοινωνικά κινήματα άμεσης δράσης, που είναι ακόμα ζωντανά.

Ενα από αυτά είναι το σουηδικό Ordfront, στο οποίο αναφερθήκαμε εν συντομία σε προηγούμενο σημείωμά μας. Θα επανέλθουμε σ’ αυτό, γιατί αναγνώστες αυτής της στήλης ήθελαν παραπάνω λεπτομέρειες. Το γεγονός πως αυτό το κίνημα βρίσκεται σε ακμή εδώ και πενήντα χρόνια είναι τω όντι εντυπωσιακό.

Η Σουηδία τη χρυσή τριακονταετία που ακολούθησε μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν μία από τις πιο ευημερούσες χώρες του κόσμου. Είχε εξαλείψει τη φτώχεια και την ανεργία και υπήρχε εγγυημένο εισόδημα για όλους. Παιδεία, Υγεία δωρεάν, ακόμα και για τους μετανάστες, που ύστερα από πέντε χρόνια γίνονταν Σουηδοί πολίτες. Με άλλα λόγια τα είχαν όλα. Εκτός από ένα: την αυτονομία των πολιτών.

Τα πάντα, μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, τα διηύθυνε ένα παντοδύναμο κόμμα, οι Σοσιαλδημοκράτες που είχαν την κυβέρνηση και τα συνδικάτα. Και αυτό σήμαινε: Τα έχεις όλα, σκάσε και κολύμπα. Αυτή η κυριαρχία του κόμματος φάνηκε ολοκάθαρα όταν πέρασαν σε μια νύχτα στον νεοφιλελευθερισμό, καταργώντας το κράτος δικαίου και παροχών, ίσως το ισχυρότερο κράτος πρόνοιας στον κόσμο, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι.

Μια ομάδα φοιτητών που μετείχε σε αυτά τα κινήματα που αναφέραμε έβαλαν επί τάπητος το πρόβλημα: Τι κάνουμε μετά; Ακόμα μια πολιτική κίνηση ή μια κατευθείαν παρέμβαση στην κοινωνία με έναν νέο Διαφωτισμό; Και επέλεξαν το δεύτερο. Δημιούργησαν έναν εκδοτικό οίκο με δικό τους πιεστήριο και παράλληλα ίδρυσαν έναν σύλλογο που είχε δύο αποσαφηνισμένες δραστηριότητες, ακτιβισμό και αυτομόρφωση (σεμινάρια, διαλέξεις ειδικών, συζητήσεις κ.λπ.), και το εγχείρημα ρίζωσε.

Ο εκδοτικός οίκος πήγε καλά και άρχισε να αναδεικνύει νέους συγγραφείς, που τα βιβλία τους είχαν απορριφθεί από τους εμπορικούς εκδοτικούς οίκους, ενώ προβλήθηκαν πολλοί που έκαναν διεθνή καριέρα. Ανάμεσά τους ο Χένινκ Μάνκελς που πούλησε 30 εκατομμύρια βιβλία σε σαράντα χώρες. Αργότερα μετέτρεψαν το εσωτερικό δελτίο της οργάνωσης σε περιοδικό μέσα σε ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες.

Δύο μεγιστάνες των μίντια, ο Μπόνιερς και ο Σίμπστεντ, έχουν στην ιδιοκτησία τους όχι μόνο τον εθνικό Τύπο αλλά και τον επαρχιακό. Και οι επενδύσεις τους επεκτείνονται όχι μόνο στα ηλεκτρονικά μίντια αλλά και όπου αλλού μπορεί κανείς να φανταστεί.

Ο Μπόνιερς επιπλέον διαθέτει το μοναδικό πρακτορείο διανομής Τύπου. Ετσι, σύσσωμος ο Τύπος επιτέθηκε ανηλεώς στο περιοδικό με συκοφαντίες και ανυπόστατες κατηγορίες. Επιπλέον το μοναδικό πρακτορείο διανομής Τύπου αρνήθηκε τη διανομή του Ordfront, που κινείται μόνο με συνδρομές και σε ορισμένα βιβλιοπωλεία.

Τι έκανε αυτόν τον εκδοτικό οίκο να γίνει μια μεγάλη επιχείρηση και το περιοδικό να γίνει το νούμερο 1 σε όλη τη Σκανδιναβία; Η ανεξαρτησία του από κάθε θρησκευτικό, οικονομικό ή πολιτικό οργανισμό, η ποιότητα των συνεργατών και η υποστήριξη του πολίτη που τον εφοδίαζε με γνώση και κρίση, ενώ οι πολίτες ανταποκρίθηκαν γιατί αναγνώρισαν τη δική τους φωνή. Σ’ αυτόν τον Τύπο δεν υπάρχει κρίση.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας