Πρόσχημα η καταπολέμηση των fake-news για Covid.
Κυβέρνηση-Κόμματα-Συστημικός Τύπος κάνουν τη “πάπια” για τη φίμωση της Iskra από το Facebook.
Η κυβέρνηση με την τροποποίηση του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα πάει να φιμώσει τους πάντες με πρόφαση την πανδημική κρίση
Απόπειρα ωμής λογοκρισίας αποτελεί η τροποποίηση -προς το δυσμενέστερο- του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα για τις ψευδείς ειδήσεις που προωθεί η κυβέρνηση, με πρόφαση την πανδημική κρίση, προκαλώντας κύμα αντίδρασης από τον πολιτικό, νομικό και δημοσιογραφικό κόσμο.
Ο νέος Ποινικός Κώδικας βρίσκεται στη διαβούλευση εδώ και λίγα εικοσιτετράωρα, με σκοπό να κατατεθεί εντός των επόμενων εβδομάδων στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, με την κυβέρνηση να αυταρχικοποιεί το πλαίσιο για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, με σκοπό να περιορίσει την ελευθερία της έκφρασης στο διαδίκτυο και εν γένει στη δημόσια σφαίρα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το προωθούμενο άρθρο, «Οποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή. Εάν η πράξη τελέστηκε επανειλημμένα μέσω του Τύπου ή μέσω διαδικτύου, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή».
Τι προβλέπει, όμως, το ισχύον άρθρο του Ποινικού Κώδικα που θέλει να αλλάξει η κυβέρνηση; Οπως αναφέρει, «όποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις, με αποτέλεσμα να προκαλέσει φόβο σε αόριστο αριθμό ανθρώπων ή σε ορισμένο κύκλο ή κατηγορία προσώπων, που αναγκάζονται έτσι να προβούν σε μη προγραμματισμένες πράξεις ή σε ματαίωσή τους, με κίνδυνο να προκληθεί ζημιά στην οικονομία, στον τουρισμό ή στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή να διαταραχθούν οι διεθνείς της σχέσεις, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή».
Η πρώτη αλλαγή έγκειται στη συμπερίληψη των ειδήσεων που αφορούν τη δημόσια υγεία, κάτι που δημιουργεί, ευλόγως, την εντύπωση ότι η κυβέρνηση θέλει να χρησιμοποιήσει το επίμαχο άρθρο για να φιμώσει τη διαφωνία και τη διαφορετική άποψη σε ό,τι αφορά τον κορονοϊό. Ποιος είναι εκείνος, άραγε, που θα κρίνει αν μια είδηση για την πανδημία είναι ψευδής; Μήπως με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση επιθυμεί να ποινικοποιήσει και την κριτική που της ασκείται για τους χειρισμούς της στην κρίση του κορονοϊού;
Επιπροσθέτως, με τη νέα διατύπωση του άρθρου, η τιμωρία δεν θα επέρχεται μόνο αν υπάρχει το αποτέλεσμα του φόβου, αλλά αρκεί η υπόνοια και μόνο ότι κάποιος, είτε δημοσίως είτε μέσω διαδικτύου, δύναται να προκαλέσει φόβο ή ανησυχία ώστε αυτός να διωχθεί. Θα αρκεί δηλαδή απλώς η έκφραση της γνώμης, ακόμη και αν αυτή δεν παράξει κάποιο αποτέλεσμα.
Είναι πρόδηλο με βάση τα παραπάνω ότι η διάταξη επί της ουσίας αντίκειται στο άρθρο 14 του Συντάγματος, που αναφέρει πως «καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και διά του Τύπου τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του κράτους», καθώς και ότι «ο Τύπος είναι ελεύθερος. H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται», και δύναται να χρησιμοποιηθεί ανά πάσα στιγμή προς τον σκοπό του περιορισμού της ελευθερίας της ενημέρωσης και της ελευθερίας του λόγου.
Η αλλαγή του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα -το οποίο έπρεπε ούτως ή άλλως να αναθεωρηθεί- προς το αυταρχικότερο προκαλεί γενικευμένη πολιτική «σύρραξη», καθώς όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος, αντιδρούν με σφοδρότητα. Η κυβέρνηση, ωστόσο, δεν φαίνεται διατεθειμένη, προσώρας τουλάχιστον, να κάνει βήμα πίσω.