Για να κλείσει εγκαίρως η τρίτη αξιολόγηση η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα πρέπει να εφαρμόσει σκληρά μέτρα, που θα οδηγούν αφενός σε περικοπές οικογενειακών και αναπηρικών επιδομάτων και αφετέρου στην κατάργηση υφιστάμενων εργασιακών και συνδικαλστικών δικαιωμάτων.
Σκοπός του οικονομικού επιτελείου είναι η τρίτη αξιολόγηση να ξεκινήσει εντός του Σεπτεμβρίου και να ολοκληρωθεί μέχρι το Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου. Για να καταστεί αυτό εφικτό η κυβέρνηση θα πρέπει να υλοποιήσει 35 βασικά προαπαιτούμενα μέσα στις επόμενες 100 ημέρες.
Συνολικά έως το τέλος του προγράμματος εκκρεμεί η νομοθέτηση και εφαρμογή 113 προαπαιτούμενων μέτρωνμε την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικώννα θεωρεί εφικτό πως τα 90 εξ αυτών (35+55) θα έχουν εφαρμοστεί έως το τέλος Δεκεμβρίου.
Στα βασικά προαπαιτούμενα των επόμενων 100 ημερών περιλαμβάνονται οι περικοπές, στα οικογενειακά επιδόματα και τα επιδόματα αναπηρίας και η κατάργηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, όπως και η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου για τις απεργίες, στην κατεύθυνση της ουσιαστικής απογόρεύσης της, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα.
Μαχαίρι στα προνοιακά, κοινωνικά και οικογενειακά επιδόματα
Στα οικογενειακά επιδόματα οι δανειστές ζητούν από την Ελλάδα να εφαρμόσει το πόρισμα της Παγκόσμιας Τράπεζας το οποίο προτείνει εναλλακτικά σενάρια. Συγκεκριμένα, προτείνεται η κατάργηση του ειδικού επιδόματος των 500 ευρώ για τις οικογένειες με 3 και άνω παιδιά, με το αιτιολογικό ότι οι οικογένειες αυτές έχουν δυσανάλογα υψηλότερες παροχές ανά παιδί σε σχέση με όσους έχουν 1 ή 2 παιδιά.
Η βασική κατεύθυνση είναι να ενισχυθεί το επίδομα για το δεύτερο παιδί με παράλληλη υποχώρηση του επιδόματος του τρίτου παιδιού. Ακόμη προτείνεται η αφαίρεση του επιδόματος τέκνου για το τρίτο και άνω παιδί από όσους έχουν υψηλό εισόδημα, η αναδιανομή του επιδόματος των 500 ευρώ σε οικογένειες με χαμηλό εισόδημα λη εναλλακτικά η θέσπιση κατώτατου ορίου για την καταβολή του επιδόματος σε δικαιούχους με εισοδήματα έως 10.000 ευρώ.
Να σημειωθεί πως το συνολικό κόστος των επιδομάτων ξεπερνά το 1,7 δισ. ευρώ και από το ποσό αυτό τα 650 εκατ. ευρώ καταβάλλονται για τα οικογενειακά επιδόματα και άλλα 700 εκατ. ευρώ για τα προνοιακά επιδόματα αναπήρων και άλλων ειδικών κατηγοριών.
Ουσιαστική κατάργηση του απεργιακού δικαιώματος
ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ και ESM ζητούν αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο και στον τρόπο λήψης των αποφάσεων για την κήρυξη των απεργιακών κινητοποιήσεων. Με το ΔΝΤ μάλιστα να διεκδικεί να μην υπάρξουν βελτιωτικέςαλλαγές στο υφιστάμενο μνημονιακό καθεστώς κατεδάφισης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, ακόμη και μετά τη λήξη του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018.
Η κυβέρνηση έχει ήδη δεσμευτεί για αλλαγές σε αντεργατική κατεύθυνση στον συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982, που θα προβλέπουν ότι προκειμένου να υπάρχει απαρτία για να αποφασιστεί απεργία θα πρέπει να συμμετέχει το 51% των εργαζομένων που εκπροσωπούνται στα σωματεία. Η θέσπιση του ορίου του 51% των «οικονομικά τακτοποιημένων µελών» ενός σωματείου για τη λήψη απόφασης για απεργία εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει ιδιαίτερα προβλήματα κυρίως στα σωματεία εκείνα που έχουν πανελλαδικό χαρακτήρα λόγω της φύσης της επιχείρησης στην οποία δραστηριοποιούνται, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομεα. Πρακτικά σε αυτές τις περιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, έως αδύνατον, να ληφθεί απόφαση για απεργία, καθώς στην πράξη μια τέτοια απόφαση θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα πανελλαδικής ψηφοφορίας, αφού θα απαιτείται να στηθούν κάλπες σε όλες τις τοπικές μονάδες μιας επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές.
Να σημειωθεί ότι η αλλαγή του νόμου 1264/1982 αποτελεί πάγιο αίτημα του ΔΝΤ από την εποχή του πρώτου μνημονίου το 2010 και διαχρονική θρασύτατη απίτηση του ΣΕΒ από τότε που ψηφίστηκε, δηλαδή το 1982.