Η θεωρητική μελέτη και θεμελίωση ολοκληρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, όμως τώρα δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για να υλοποιηθούν
Τα χρόνια που ακολούθησαν την έκρηξη της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και της κατάρρευσης του «υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού» ήταν πλούσια σε κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις, όμως ταυτόχρονα σημαδεύτηκαν από την αδυναμία ανάδυσης ενός νέου τεχνολογικού και παραγωγικού μοντέλου που θα μπορούσε να αποτελέσει την ατμομηχανή για την εκ νέου στροφή στη μεγέθυνση των καπιταλιστικών κέντρων. Τα τελευταία τρία χρόνια, ωστόσο, φαίνεται να συντελούνται σημαντικές ποιοτικές αλλαγές σε αυτό το θέμα, με κύριο οδηγό το κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών, μέσα από την ιδιαίτερη πολιτική που εφάρμοσε στον κλάδο της πληροφορικής και των νέων τεχνολογιών η διοίκηση της Μπαράκ Ομπάμα και μια ομάδα από επιχειρήσεις και επιχειρηματίες.
Πράγματι, αν δει κανείς τις τεχνολογικές εξελίξεις των τελευταίων τριών χρόνων θα νομίσει ότι βρίσκεται σε ταινία επιστημονικής φαντασίας: Αυτοκίνητα που κινούνται χωρίς οδηγό με ασφάλεια, ρομποτικοί εξωσκελετοί που φορούν οι εργάτες ώστε να μπορούν να σηκώνουν εκατό κιλά χωρίς να καταπονούνται, «έξυπνα» ψυγεία που ενημερώνουν αν και πότε τελειώνει το γάλα, προσωπικοί βοηθοί τεχνητής νοημοσύνης στο κινητό τηλέφωνο που αναγνωρίζουν τη φωνή του κατόχου και απαντούν στις ερωτήσεις του, πύραυλοι που εκτοξεύονται στο διάστημα και προσγειώνονται όρθιοι, μαχητικά αεροπλάνα με όπλα lasers – και ο κατάλογος μεγαλώνει διαρκώς. Όσο για τη λύση του κύριου προβλήματος, που αφορά στην ενεργειακή αυτονομία των συσκευών αυτών (κοινώς, πόσο κρατάει η μπαταρία τους), είναι ένας από τους πυλώνες επένδυσης του κράτους των ΗΠΑ γύρω από την εταιρία Tesla.
Στην πραγματικότητα, όλες αυτές οι ιδέες δεν είναι κάτι το καινούργιο. Εμφανίζονται και κυριαρχούν στην συλλογική φαντασία μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ η θεωρητική τους μελέτη και θεμελίωση ολοκληρώνεται στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ενώ, όμως, για αρκετά χρόνια θεωρούνταν ανεδαφικές ή απλά αδύνατο να υλοποιηθούν, αυτό που τις κάνει να επανέρχονται στο προσκήνιο δυναμικά είναι ένας ιδιαίτερος συνδυασμός κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών παράλληλα με τις τεχνικές δυνατότητες της εποχής μας.
Στη μετά το 1989 εποχή της απελευθέρωσης των αγορών και της «ολοκληρωτικής» νίκης του μοντέλου της καπιταλιστικής δημοκρατίας, ανοίχθηκαν τεράστια πεδία για εκτατική ανάπτυξη του κεφαλαίου σε όλη την υφήλιο με ένα πλεονάζον, ηττημένο και φτηνό εργατικό δυναμικό και διαμορφώθηκε ένα μοντέλο ανάπτυξης βασισμένο στην ένταση της απόσπασης απόλυτης υπεραξίας για πάνω από το μισό πλανήτη. Αυτό το μοντέλο ανάπτυξης για μερίδες του κεφαλαίου φαίνεται να φτάνει στα όριά του μετά την κρίση του 2007, με αποτέλεσμα να αναζητείται ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα. Όταν ακόμα και η νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κρίσης αποτυγχάνει, συντελείται εκ νέου η στροφή προς την καινοτομία και την τεχνολογική αλλαγή. Όπως δε προαναφέρθηκε, σε αυτή τη στροφή παίζει καθοριστικό ρόλο η οικονομική πολιτική έρευνας και ανάπτυξης των ΗΠΑ στη διάρκεια της προεδρίας Ομπάμα, η οποία σηματοδοτεί μια στροφή από την ανοιχτά πολεμική βιομηχανία προς την πληροφορική και τις τεχνολογίες αυτοματοποίησης – είναι χαρακτηριστικό, μάλιστα, ότι κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2012, ο Ομπάμα βασίστηκε κατά κόρον σε τεχνικές εξόρυξης δεδομένων για την βέλτιστη καμπάνια του. [1]
Η τεχνική βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η ανάπτυξη της τεχνολογίας τα τελευταία χρόνια έχει σε γενικές γραμμές τρία σκέλη. Το πρώτο αφορά την τεχνική βελτίωση των υπολογιστικών μηχανών που, ακολουθώντας το εμπειρικό νόμο του Μουρ, συνεχίζουν να διπλασιάζουν την υπολογιστική τους ισχύ κάθε δύο χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι ένας υπερυπολογιστής της δεκαετίας του ’80 είναι πιο αργός από ένα μέσο οικιακό υπολογιστή σήμερα.
Το δεύτερο σκέλος έχει να κάνει με την έκρηξη πληροφορίας που έχει συντελεστεί τα τελευταία δέκα χρόνια μέσω της κυριαρχίας του παγκόσμιου ιστού, ειδικά στην έκδοση Web 2.0, εξέλιξη που προσφέρει τα αναγκαία εργαλεία για πλήρη διαδραστική επικοινωνία των χρηστών, ενώ ουσιαστικά καθιστά τον κάθε χρήστη εν δυνάμει παραγωγό πληροφορίας και μαζί με αυτόν εκατομμύρια συσκευές που είναι συνδεδεμένες στο διαδίκτυο. Ενδεικτικά μόνο, αξίζει να αναφέρουμε ότι από όλους τους διασυνδεδεμένους χρήστες και συσκευές κυκλοφορούν στο διαδίκτυο 50.000 gigabyte το δευτερόλεπτο. [2] Παράλληλα δε, στατιστικές τεχνικές επί αυτών των δεδομένων και σχετικοί αλγόριθμοι που ονομάζονται τεχνικές εξόρυξης δεδομένων (data mining) δίνουν χρήσιμα ποιοτικά συμπεράσματα σχετικά με τις προτιμήσεις, τις σκέψεις και τις τάσεις όλων αυτών των χρηστών, ενώ όταν εφαρμόζονται σε παραγωγικές αλυσίδες μπορούν να δείξουν άμεσα τις κατευθύνσεις βελτιστοποίησης.
Όσο για το τρίτο σκέλος, σχετίζεται με την διάδοση των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. Facebook, Twitter) που κάνουν εμφανή και ενισχύουν δικτυακά φαινόμενα στην οικονομία, την κοινωνία και την κυκλοφορία της πληροφορίας. [3]