Το νέο μνημόνιο έρχεται! Θα το αποφύγουμε;

566
Το νέο μνημόνιο έρχεται

Εισαγωγικώς, μερικά βασικά και αδιαμφισβήτητα δεδομένα:

–       Το ΑΕΠ της χώρας, το 2020, ανήλθε σε εκατόν εξήντα πέντε δισεκατομμύρια οκτακόσια τριάντα εκατομμύρια -165.830.000.000- ευρώ, δηλαδή παρουσίασε μείωση 9,6% ή 17,6 δισεκατομμύρια. Αυτή είναι η επίσημη εκδοχή. Κατά τους υπολογισμούς ανεξαρτήτων αναλυτών, η μείωση του ΑΕΠ ανέρχεται έως και 20%! Ας συνυπολογίσουμε, σε κάθε περίπτωση, πως στο ΑΕΠ συμπεριλαμβάνονται επιδοτήσεις ύψους τουλάχιστον δέκα δισεκατομμυρίων -10.000.000.000- ευρώ, δηλαδή το πραγματικό ΑΕΠ είναι ακόμη χαμηλότερο δεδομένου, μάλιστα, ότι τα ποσά αυτά επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος.

–       Το έλλειμμα ανήλθε σε δέκα έξι δισεκατομμύρια εκατό εκατομμύρια -16.100.000.000- ευρώ ενώ το πλεόνασμα του 2019 ήταν δύο δισεκατομμύρια εκατό εκατομμύρια -2.100.000.000- ευρώ!

–       Το χρέος αυξήθηκε κατά εννέα δισεκατομμύρια εννιακόσια εκατομμύρια -9.900.000.000- ευρώ και ανήλθε στο 205,6% του ΑΕΠ.

–       Το σύνολο των ληξιπροθέσμων οφειλών προς το κράτος, ανήλθε, τον Φεβρουάριο, σε εκατόν εννέα δισεκατομμύρια εκατόν εξήντα δύο εκατομμύρια –109.162.000.000- ευρώ (στοιχεία Α.Α.Δ.Ε.).

–       Το συσσωρευμένο ιδιωτικό χρέος ανήλθε, το 2020, σε διακόσια σαράντα δύο δισεκατομμύρια εξακόσια εκατομμύρια -242.600.000.000- ευρώ.

–       Το συνολικό ποσόν των μη εξυπηρετούμενων (κόκκινων) δανείων προς τις τράπεζες ανέρχεται, σήμερα, σε πενήντα οκτώ δισεκατομμύρια εκατό εκατομμύρια -58.100.000.000- ευρώ πλέον τριάντα οκτώ δισεκατομμυρίων εννιακοσίων εκατομμυρίων -38.900.000.000- ευρώ στις εγχώριες Εταιρίες Διαχειρίσεως Απαιτήσεων από Δάνεια & Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ). Συνολικώς 97.000.000.000 ευρώ.

Τα ανωτέρω στοιχεία δεν συμπεριλαμβάνουν τις επιπτώσεις από το 6μηνο κλείσιμο της αγοράς, λόγω του κορονοϊού, δηλαδή τις πτωχεύσεις (δηλωμένες και μη) χιλιάδων επιχειρήσεων του λιανεμπορίου και της εστιάσεως καθώς και όσων -εκατοντάδων ή χιλιάδων- μικρών παραγωγικών μονάδων που θα συμπαρασυρθούν. Εκτός της ανεργίας, που προφανώς θα προκύψει, θα αυξηθούν τόσο τα «κόκκινα» δάνεια όσο και οι οφειλές προς το κράτος. Η πρόσφατη «εξαμηνιαία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις», του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ είναι αρκούντως αποκαλυπτική ενώ το επιβεβαιώνει και η αντίστοιχη 3μηνιαία έρευνα του Ι.Ο.Β.Ε., που δείχνει τον δείκτη οικονομικού κλίματος στα επίπεδα του Οκτωβρίου 2016!!!

Έναντι όλων αυτών, ο μοναδικός σχεδιασμός(;) της κυβερνήσεως Μητσοτάκη είναι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης. Όμως, ακόμη δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες (κατανομές ποσών, κριτήρια, διαδικασίες κλπ.) λειτουργίας του ταμείου αυτού, το οποίο, άλλωστε, θα υπάρξει αφού πρώτα το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης επιτρέψει στη Γερμανική κυβέρνηση να συμμετάσχει. Επίσης, τα κοινοβούλια μιας σειράς κρατών-μελών, κυρίως ανατολικοευρωπαϊκών, δεν έχουν ακόμη εγκρίνει τη συμμετοχή των χωρών τους, προφανώς σε μια προσπάθεια εκμαιεύσεως μεγαλυτέρων ποσών προς όφελός τους. Αυτό σημαίνει ότι τα σχετικά ποσά δεν θα φθάσουν στις εθνικές οικονομίες εντός του 2021.

Ας αφήσουμε, όμως, την -καθόλου ασήμαντη, πάντως- παράμετρο του χρόνου. Στο σχέδιο που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός, προβλέπεται ότι στο χρηματοδοτικό σχήμα κάθε έργου θα πρέπει να συμμετέχουν ιδιώτες επενδυτές κατά τουλάχιστον 20% και τραπεζικός δανεισμός έως 30% και υπό την προϋπόθεση ότι η επιχορήγηση θα ανέλθει στο 50%, άλλως τα ποσοστά συμμετοχής των ιδιωτών αυξάνονται όσο αυτή μειώνεται.

–     Ποιοι είναι οι ιδιώτες που έχουν την αντικειμενική δυνατότητα να δεσμεύσουν τα κεφάλαιά τους σε γραφειοκρατικές διαδικασίες ετών, μέχρι δηλαδή να εκταμιευθεί η επιχορήγηση και, ταυτοχρόνως, έχουν την ικανότητα να εξασφαλίσουν τραπεζική χρηματοδότηση;

–       Ποιες είναι οι τράπεζες που διαθέτουν, αφ’ ενός κεφάλαια (μερικά δισεκατομμύρια, δηλαδή!) για να προβούν σε αυτές τις δανειοδοτήσεις και, το κυριότερο, με ποιους μηχανισμούς αξιολογήσεως θα το κάνουν ενώ αδυνατούν να επεξεργασθούν σε εύλογο χρόνο μια απλή αίτηση δανείου κεφαλαίου κινήσεως;

–       Δεδομένων των στοιχείων που εισαγωγικώς ανέφερα, πόσες είναι οι υγιείς ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις που πληρούν τα κριτήρια που θέτει το πρόγραμμα, δηλαδή τα κριτήρια εταιρικής διακυβερνήσεως που ήδη, άλλωστε, ξεκινά να ζητά το τραπεζικό σύστημα για να εγκρίνει ακόμη και τις συμβατικές χρηματοδοτήσεις;

Αλλά, ας υποθέσουμε ότι θα βρεθούν και τα ιδιωτικά και τα τραπεζικά κεφάλαια. Άλλωστε, τα χρήματα θα δοθούν σε έξι ετήσιες δόσεις μέχρι το 2026, δηλαδή, περίπου 5 δισεκατομμύρια ετησίως. Ας υποθέσουμε ότι θα υπάρχουν, κάθε χρόνο, 2 δισεκατομμύρια ιδιωτικά κεφάλαια και 3 δισεκατομμύρια τραπεζικά να συνεπενδύσουν με τα 5 δισεκατομμύρια κρατικού (ευρωπαϊκού) χρήματος, δηλαδή συνολικώς 10 δισεκατομμύρια ετησίως. Το ποσόν αυτό ισούται με τις επιχορηγήσεις που δόθηκαν για την αντιστάθμιση του lockdown, οι οποίες, βεβαίως δεν θα επαναληφθούν. Ως ένα άλλο μέτρο συγκρίσεως, υπενθυμίζω ότι το ΑΕΠ, το 2020, μειώθηκε κατά 17,6 δισεκατομμύρια επισήμως, και κατά 30 δισεκατομμύρια κατ’ άλλους αναλυτές.

Επίσης, πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι τα 5 δισεκατομμύρια κρατικού (ευρωπαϊκού)  χρήματος είναι δανεικά, άρα θα προστεθούν στο υπάρχον χρέος και πρέπει να αποπληρωθούν. Και, βεβαίως, όπως ήταν ήδη προγραμματισμένο, στο ίδιο χρονικό διάστημα -δηλαδή μέχρι το 2026, που αναμένεται να εισπραχθούν τα δάνεια των 30,5 δισεκατομμυρίων του Ταμείου Ανάκαμψης- θα πρέπει να πληρώσουμε σε τοκοχρεολύσια 82,8 δισεκατομμύρια ευρώ ώστε να μην αναγκασθούμε να υπαχθούμε σε νέο -και πολύ σκληρότερο- καθεστώς μνημονιακής επιτηρήσεως!

 

Δεδομένης της υφέσεως και του χρόνου που απαιτεί η αναστροφή της, η μόνη ρεαλιστική ελπίδα αποπληρωμής του χρέους είναι η αναχρηματοδότησή του. Αυτό προϋποθέτει διατήρηση των πολύ χαμηλών επιτοκίων στις διεθνείς αγορές και, ταυτοχρόνως, περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητος της χώρας.

–       Την πρώτη παράμετρο δεν μπορούμε να την επηρεάσουμε, ας προσευχηθούμε να παραμείνει ως έχει!

–       Την δεύτερη, όμως, είναι απολύτως στα δικά μας χέρια να την ενισχύσουμε. Το πιο άμεσο μέτρο είναι ένα λιτό, δίκαιο και διαφανές φορολογικό σύστημα, το οποίο θα μειώσει την φοροδιαφυγή στο ελάχιστο και θα άρει τα αντικίνητρα για τις επιχειρήσεις ώστε να αυξηθεί η απόδοση των φόρων χωρίς να επιβαρυνθεί, περαιτέρω, η παραγωγή. Πως θα γίνει αυτό θα το δούμε στο αμέσως επόμενο άρθρο.    

Κ.Τ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας