Τι εξασφάλισε η συνάντηση Μπάιντεν-Πούτιν

504
και πάλι αναστατώνει την Ευρώπη

“Αν δεν το καταλαβαίνετε αυτό, κάνετε τη λάθος δουλειά”. Η ρητορική αποστροφή με την οποία ο Τζο Μπάιντεν, απευθυνόμενος σε πιεστικό δημοσιογράφο του CNΝ, ολοκλήρωσε τη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε μετά την συνάντηση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στην Γενεύη είναι ενδεικτική του κυριότερου προβλήματος που αντιμετωπίζει ο Αμερικανός πρόεδρος και προέλευση έχει όχι το εξωτερικό, αλλά το εσωτερικό.

Η ρωσοφοβική νεοψυχροπολεμική ρητορική γύρω από την οποία αθρώθηκε την προηγούμενη τετραετία η αντίθεση των Δημοκρατικών, του βαθέος κράτους και των περισσότερων μέσων ενημέρωσης στον Ντόναλντ Τραμπ έρχεται να δυσκολέψει την προσπάθεια του τωρινού ενοίκου του Λευκού Οίκου για μια στροφή της αμερικανικής πολιτικής στον ρεαλισμό.

It’s just pure business, αναφώνησε ο Μπάιντεν, εξηγώντας, σχεδόν απολογητικά, την προσέγγισή του στις συνομιλίες με τον Ρώσο πρόεδρο, την ώρα που οι εκπρόσωποι των μέσων ενημέρωσης σε κλίμα ιδεολογικής φόρτισης επέμεναν να θέτουν ερωτήματα υπό την οπτική γωνία της “εμπιστοσύνης” στον Πούτιν και της υπεράσπισης των “αμερικανικών αξιών”. Η επιμονή του Μπάιντεν στα “συμφέροντα” του αμερικανικού λαού που εκπροσωπεί και στην δρομολόγηση μιας διαδικασίας διαλόγου με τη Ρωσία η οποία μέλλει να επιβεβαιωθεί στην πράξη, έμοιαζε παρωχημένη.

Όμως αυτά ακριβώς είναι τα εφόδια που έχει αποκομίσει ο τωρινός πρόεδρος των ΗΠΑ από τη μακρά ενασχόλησή του με την εξωτερική πολιτική: η πεποίθηση δηλ., την οποία επανέλαβε και χθες ρητά, ότι προέχει η σταθερότητα και προβλεψιμότητα στις σχέσεις μεταξύ μεγάλων δυνάμεων, η γνώση των κανόνων του παιχνιδιού και των εκατέρωθεν “κόκκινων γραμμών” – και ότι η απευθείας επικοινωνία των ηγετών παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτό.

Προφανώς συνιστά ναρκισσιστικό τραύμα για το “έθνος-εξαίρεση” και μόνη η αναγνώριση στη Ρωσία του καθεστώτος της “μεγάλης δύναμης”, η οποία μοιράζεται ευθύνες για την ασφάλεια του πλανήτη, άρα θα πρέπει να ακουστεί. Και αυτό, άλλωστε, ήταν το μεγάλο κέρδος του Πούτιν από το ραντεβού της Γενεύης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στη δική του συνέντευξη τύπου (όπου είχε να απαντήσει σε ερωτήσεις κυρίως αγγλοσαξονικών μέσων, σε αντίθεση με τον Μπάιντεν, ο οποίος δεν αντιμετώπισε εκπροσώπους της ρωσικής ενημερωτικής σφαίρας) ο Ρώσος πρόεδρος με ανανεωμένη διάθεση ρητορικής πολεμικής “πέταγε τη μπάλα” διαρκώς στο αμερικανικό στρατόπεδο, άλλοτε αναφέροντας ότι σύμφωνα με πηγές των ΗΠΑ η Ρωσία δεν βρίσκεται καν στην πρώτη πεντάδα των χωρών προέλευσης κυβερνοεπιθέσεων και άλλοτε αποκρούοντας τις καταγγελίες για τη φυλάκιση του Αλεξέι Ναβάλνι υπενθυμίζοντας τις συλλήψεις στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο, αλλά και τη χρηματοδότηση της οργάνωσης του Ρώσου ακτιβιστή από τη Ουάσιγκτον, η οποία επισήμως αποκαλεί τη Μόσχα “εχθρό”.

Όσο για το ουκρανικό ζήτημα, την κατεξοχήν “κόκκινη γραμμή” της Ρωσίας, ο Πούτιν ανέφερε ότι κατά τη συνάντηση αυτό εθίγη “εν παρόδω”, καθώς “δεν υπήρχαν πολλά να ειπωθούν”. Το δε έτερο μέγα ζήτημα που κυριαρχούσε ασφαλώς στη σκέψη του Μπάιντεν, χωρίς να κατονομασθεί, ήτοι την συνεργασία Μόσχας-Πεκίνου, ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου το είχε απαντήσει πριν καν φτάσει στη Γενεύη, φροντίζοντας με τη συνέντευξή του στο NBC να τονίσει ότι για τη χώρα του “η Κίνα δεν αποτελεί απειλή”. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι οι οποίοι ευελπιστούν να καλλιεργήσουν στους Ρώσους ιθύνοντες την καχυποψία έναντι της Κίνας θα χρειαστεί να προσπαθήσουν πολύ – και με αμφίβολα αποτελέσματα.

Ωστόσο, η συνάντηση της Γενεύης αφήνει σημαντική παρακαταθήκη. Τα απτά αποτελέσματά της περιλαμβάνουν την επιστροφή των πρεσβευτών των δύο πλευρών, την συνεργασία σε θέματα κρατουμένων υπηκόων τους και κυρίως τη σύσταση κοινής επιτροπής για το θέμα της κυβερνοασφάλειας και τη συνέχιση του διαλόγου για θέματα εξοπλισμών. Το τελευταίο αποτελεί προτεραιότητα για τον Μπάιντεν, καθώς η δρομολόγηση μιας κούρσας εξοπλισμών θα εκτροχίαζε το πρόγραμμά του για την εσωτερική ανόρθωση των ΗΠΑ.

Και μόνο η επιστροφή στο τραπέζι του διαλόγου για τους εξοπλισμούς δικαιώνει αυτή την (χαμηλών προσδοκιών, κατά τα λοιπά) συνάντηση κορυφής. Το ότι κατά το αμέσως προηγούμενο διάστημα η ανθρωπότητα είχε φτάσει σε εξαιρετικά επικίνδυνο σημείο, με την σταδιακή κατάλυση του ισχύοντος πλαισίου και την αύξηση του κινδύνου θερμής σύγκρουσης μεταξύ δύο πυρηνικών δυνάμεων, είναι κάτι το οποίο προφανώς δεν έχουν καθόλου αξιολογήσει οι “ιδεολόγοι” των δυτικών μέσων ενημέρωσης.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας