Παραμονές βουλευτικών εκλογών, θα προσπαθήσω να αποδελτιώσω τις προσδοκίες, αλλά και τους φόβους του απλού Έλληνα πολίτη, από την επικείμενη κυβερνητική αλλαγή.
Η Ν.Δ., που εκτός εντελώς απρόοπτων εξελίξεων, θα είναι η ελληνική κυβέρνηση μετά την 7η Ιουλίου, ουσιαστικά, απόφυγε να εμφανίσει πρόγραμμα δράσης. Αρκέστηκε, αντιθέτως, σε κάποιες γενικότητες με χαρακτήρα ευχολογίου, καθώς και στην αναφορά σε οράματα ανέφικτης υλοποίησης. Η σοβαρή αυτή έλλειψη της Ν.Δ. παραπέμπει, ωστόσο, στο απολύτως λογικό συμπέρασμα, με βάση το οποίο αποκλείονται σημαντικές βελτιώσεις στην ελληνική πραγματικότητα, αν εκληφθεί ως δεδομένο και αναλλοίωτο το βαρύ μνημονιακό περιβάλλον. Η διαπίστωση αυτή του μέσου Έλληνα ψηφοφόρου απεικονίζεται ξεκάθαρα στις δημοσκοπήσεις, και μπορεί να αναλυθεί ως εξής. Ασφαλώς, θεωρείται απολύτως, αναγκαία μια κυβερνητική μεταβολή, για όλους τους πολυάριθμους και εμφανείς λόγους, των οποίων παρέλκει εδώ η ανάλυση. Ωστόσο, ο ελληνικός λαός έχει πλήρως συνειδητοποιήσει ότι η νέα του κυβέρνηση θα είναι μία από τις ίδιες, αν δεν τολμήσει ή αν δεν θελήσει να προχωρήσει στις αναγκαίες τομές, που υπόσχονται σημαντικές βελτιώσεις της τύχης του. Γι’ αυτό, και ενώ μετά από τα όσα τραγικά συνέβησαν, κατά το χρόνο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, με επίκεντρο τα δύο γεγονότα βίαιης καταπάτησης της σαφέστατα εκφρασμένης αντίθετης βούλησης του ελληνικού, λαού, δηλαδή το ΟΧΙ του 2015 που μεταλλάχτηκε σε ΝΑΙ, και τη συμφωνία των Πρεσπών που χάρισε τη Μακεδονία στους Σκοπιανούς, ο μέσος Έλληνας ψηφοφόρος εμφανίζεται χωρίς ενθουσιασμούς, και χωρίς ελπίδες βελτίωσης της κατάστασής του αναμένοντας τη νέα κυβέρνηση.
Δεν έχω, σίγουρα, αυταπάτες, σχετικά με την αποδοχή της νέας κυβέρνησης, να εγκαινιάσει μια φάση αγώνων και διεκδίκησης των ελληνικών δικαιωμάτων, εγκαταλείποντας έτσι την αποτυχημένη μακροχρόνια περίοδο της υποτιμητικής συναίνεσής της ακόμη και για τα πιο παράλογα, τα πιο παρανοϊκά και τα πιο εγκληματικά μέτρα, που της επέβαλαν οι εταίροι. Δεν θα αποκλείσω, ωστόσο, εκ των προτέρων, την έστω και ελάχιστα πιθανή περίπτωση, να θελήσει η Ν.Δ. να διαδραματίσει εθνικό ρόλο υψηλών προδιαγραφών και να περάσει στην ιστορία ως κυβέρνηση που, σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για την επιβίωση της χώρας, τόλμησε να απαιτήσει από τους εταίρους μας, να λάβουν υπόψη και τα ελληνικά δικαιώματα παράλληλα με τα δικά τους. Σπεύδω να προσθέσω ότι δεν αναφέρομαι σε εξεγέρσεις και επαναστάσεις, αλλά ούτε και στην έναρξη διαδικασίας εξόδου από το ευρώ (παρότι είναι γνωστή η θετική μου αντιμετώπιση σε μια τέτοια δυνατότητα). Αντιθέτως, μένω απλώς στα πολύ συγκεκριμένα και αναφαίρετα δικαιώματα της Ελλάδας, η υπενθύμιση και διεκδίκηση των οποίων θα μπορούσε να έχει πολύ θετικά αποτελέσματα στη ζωή και στις προοπτικές των Ελλήνων.
Θα αναφερθώ, λοιπόν, αναμένοντας τη νέα κυβέρνηση, σε ένα ευρύτατο πεδίο δυνατών βελτιώσεων της οικτρής ελληνικής πραγματικότητας, που δυστυχώς παρέμεινε στην αφάνεια από όλες τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις. Ας ευχηθούμε στη νέα κυβέρνηση να επιλέξει για τα ακόλουθα θέματα, εφικτές και αποτελεσματικές πολιτικές επίλυσης και όχι αποσιώπησής τους.
Α. Η Ελλάδα χρειάζεται απελπιστικά κάποιες δόσεις Έθνους-κράτους
Μας ικανοποιεί να διαβεβαιώνουμε τον εαυτό μας ότι “Ανήκουμε εις την Δύση” και ότι”Είμαστε μέλος της ΕΕ και της Ευρωζώνης”. Αλλά….είμαστε, αλήθεια; Ή, αντιθέτως, οι σύμμαχοι και οι εταίροι μάς εκλαμβάνουν ως “φτωχούς συγγενείς”, στους οποίους αναγνωρίζουν μόνον και αποκλειστικά όσα από τα δικαιώματά μας δεν τους ενοχλούν; Ενδεικτικά, στη συνέχεια, μερικές από τις απολύτως εύλογες απαιτήσεις του ελληνικού λαού, από τη νέα του κυβέρνηση:
α) Οι ομολογίες ΔΝΤ και ΕΕ
Υπήρξε εκκωφαντικός θόρυβος, κυρίως σε διεθνές επίπεδο, στη συνέχεια των πρόσφατων ομολογιών ΔΝΤ και ΕΕ, με βάση τις οποίες στο δήθεν πρόγραμμα σωτηρίας της Ελλάδας, υπερίσχυσε “η ανάγκη διάσωσης των τραπεζών, σε βάρος της”. Γνωστό, βέβαια, από την αρχή αυτό το έγκλημα, που αναλύεται διεξοδικά, από το 2012, στο βιβλίο μου με τίτλο “Όλη η αλήθεια για χρέος και ελλείμματα και πως θα σωθούμε”. Αναφέρεται επίσης και στο βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη, που όταν επέστησε την προσοχή της κυρίας Lagarde στο γεγονός ότι το “ελληνικό πρόγραμμα δεν σώζει, αλλά χαντακώνει την Ελλάδα” εκείνη του απάντησε ότι : “Αυτό το γνωρίζουμε, αλλά έχουμε πάει πολύ μακριά για να επιστρέψουμε”. Και, να αναφέρω ακόμη, ότι το 2013, ο τότε επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Olivier Blanchard ομολόγησε ότι “έκαναν λάθος με το ελληνικό πρόγραμμα, διότι κατέληξε σε δραματικά μεγαλύτερη ύφεση από αυτήν που είχε προβλεφθεί”.
Λάθος ή προμελετημένο έγκλημα, η καταστροφή της Ελλάδας, αποτελεί οπωσδήποτε αναμφισβήτητο γεγονός. Που, άλλωστε, είναι αυταπόδεικτο και χωρίς τις επίσημες παραπάνω ομολογίες, μέσα από την απόλυτη εξαθλίωση που προκάλεσαν τα μνημόνια στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και είναι ευτράπελη η όποια διαβεβαίωση, που ωστόσο ακούγεται αναρίθμητες φορές από επίσημα χείλη, ότι δήθεν “η εφαρμογή των μνημονίων ωφέλησε την Ελλάδα”! Παρότι το 2019 το ελληνικό χρέος εμφανίζεται να είναι ανώτερο του αρχικού, και παρότι το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 26% από την αρχή της κρίσης, χωρίς και να κατορθώσει να αναπληρώσει την απώλεια στα σχεδόν δέκα χρόνια που πέρασαν ” .
Με δικαιολογημένη, λοιπόν, οδύνη παρακολουθεί ο ελληνικός λαός την αγόγγυστη συνέχιση αυτών των άθλιων, των εσφαλμένων, των εγκληματικών μνημονιακών επιταγών, που τον εξουθένωσαν επί δεκαετία και που το τέλος, των μαρτυρίων του είναι δυσδιάκριτο στο βαθύ τούνελ του μέλλοντος. Και, με την ευκαιρία της έλευσης νέας κυβέρνησης, ο ελληνικός λαός ερωτά αν είναι στις προθέσεις της να αντιδράσει, εναντίον της συνεχιζόμενης αυτής κωμικοτραγωδίας, απαιτώντας υψηλή αποζημίωση για τα διαπραχθέντα κατά συρροή, σε βάρος του, εγκλήματα και διαγραφή χρέους, ή αν αντιθέτως επέλεξε να είναι ” μια κυβέρνηση από τις ίδιες”, εξακολουθώντας να συνυπογράφει αγόγγυστα με τους εταίρους μας το τέλος της Ελλάδας.
β)Κατοχικό δάνειο και γερμανικές αποζημιώσεις
Ο μέσος Έλληνας διερωτάται ακόμη, τι επιτέλους συνέβη με τα κατοχικά δάνεια και τα χρέη της Γερμανίας, προς την Ελλάδα και για ποιους λόγους αποσιωπούνται από επίσημα χείλη, ή γίνεται αναφορά σε αυτά, με δειλό και αμήχανο τρόπο, ωσάν να μην τα δικαιούμαστε, ωσάν να μην ρήμαξαν την Ελλάδα οι Ναζί, ωσάν εμείς και όχι αυτοί να φταίγαμε…. Τι κρύβεται πίσω από όλες αυτές, τις ανεξήγητες, αλλά και τις άκρως τραυματικές για τους Έλληνες συμπεριφορές ; Ο στόχος, είναι πράγματι, να μη στενοχωρηθούν οι φίλοι μας οι Γερμανοί, που αρνούνται ετσιθελικά να πληρώσουν τα χρέη τους, αν και απαιτούν με άγριους τρόπους την αποπληρωμή των δικών μας προς αυτούς; Έχουμε , άραγε, πολιτογραφηθεί ως Καλοί Σαμαρείτες, που θυσιάζονται οι ίδιοι, τα παιδιά και τα δισέγγονά τους, για να μη δυσαρεστηθεί η Γερμανία; Και αν έτσι έχει η κατάσταση, ποιος το αποφάσισε αυτό; Έχει ερωτηθεί ο ελληνικός λαός αν θέλει να καταστραφεί για δεύτερη φορά από τους Γερμανούς; Ερωτάται, λοιπόν, τι προτίθεται να πράξει η νέα μας κυβέρνηση και με το μέγα αυτό ζήτημα. Θα συνεχίσει τη “σιωπή των αμνών”, όπως οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις; Ή, θα φροντίσει, επιτέλους να γίνει κάποιος συμψηφισμός χρεών, ώστε να μπορέσουν να ζήσουν και οι Έλληνες;
γ) Συμφωνία Πρεσπών
Το περίπου 80% των Ελλήνων, που πολλαπλώς έχουν χαρακτηριστεί από την ηγεσία τους φασίστες, ακραίοι και ανεγκέφαλοι, επειδή αντιτάχθηκαν στο ξεπούλημα της Μακεδονίας, επιμένουν ωστόσο να μη θέλουν να δεχθούν ως τελεσίδικη την προδοτική συμφωνία των Πρεσπών και απαιτούν την ακύρωσή της. Γνωστοί Έλληνες και ξένοι συνταγματολόγοι και διεθνολόγοι έχουν επισημάνει αρκετά σημεία αυτής της απαράδεκτης συμφωνίας, που τα θεωρούν ακυρώσιμα. Ωστόσο, η προσεχής κυβέρνηση έχει καταστήσει πολλές φορές σαφές, δια στόματος του αρχηγού της, ότι “μετά την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών, την εκλαμβάνει ως τελεσίδικη”. Και στις σχετικές αυτές δηλώσεις του αρχηγού της ΝΔ είναι διάχυτο το αίσθημα ανακούφισης, διότι δεν ήταν ακόμη κυβέρνηση, όταν υπογράφηκε η απαράδεκτη αυτή συμφωνία.
Πως, όμως, δικαιολογείται να εκλαμβάνεται ως τελεσίδικη μια συμφωνία σαφώς αντεθνική, της οποίας τα μερικότερα προβλήματα διαγράφονται ήδη στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, και η οποία σύμφωνα με τη γνώμη ειδικών επιστημόνων είναι ακυρώσιμη;
δ)Στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ
Υπάρχει, και φρονώ πως θα αναβιώσει κάποτε στο μέλλον, σε πείσμα της τελεσιδικίας του, το πολύ θλιβερό θέμα των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, που με βάση συγκεκριμένες κατηγορίες, όσο και σωρεία αποδεικτικών στοιχείων μεταλλάχτηκαν, σε μια νύκτα, για να καταστήσουν την Ελλάδα κατάλληλη να εισαχθεί στο κολαστήριο του ΔΝΤ. Δεν προτίθεμαι να αμφισβητήσω τις σχετικές δικαστικές αποφάσεις, κάτι που άλλωστε θα ήταν αδύνατον, όχι μόνο επειδή η δίκη διήρκεσε χρόνια, αλλά κυρίως επειδή στο διάστημα αυτό, κατά κυριολεξία γρονθοκοπήθηκαν αναμεταξύ οι πολυάριθμες σχετικές αποφάσεις. Επειδή, ωστόσο, θεωρώ το θέμα αυτό, υψίστης εθνικής σημασίας, καθώς η τυχόν, ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα, τελεσίδικη δικαστική απόφαση θα έδινε στη χώρα μας το δικαίωμα, όχι απλώς να απαιτήσει τεραστίων διαστάσεων αποζημίωση από τους εταίρους της, αλλά και να εκθέσει τις απαράδεκτες τυχόν προθέσεις τους να την θυσιάσουν για να σώσουν τις τράπεζές τους, θα επιχειρήσω, ως απλή Ελληνίδα, που πιστεύω ότι εκφράζω το κοινό αίσθημα, εν προκειμένω, ή έστω μια εύλογη συλλογική απορία, να καταγράψω τα ακόλουθα:
*Πως, αλήθεια, μπορεί να εξηγηθεί το όντως πρωτοφανές ενδιαφέρον των εταίρων μας, που στις πολυάριθμες παραμονές έκδοσης δικαστικής απόφασης, για την παραπάνω υπόθεση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, έκανε έντονη την παρουσία του, με πολύμορφες, και ευφάνταστες, αλλά πάντως μη επιτρεπτές, διεθνώς, παρεμβάσεις επηρεασμού της δικαιοσύνης;
*Πως, αλήθεια, μπορεί να εξηγηθεί η σωρεία τόσο, μα τόσο αντιμαχόμενων αποφάσεων, για την ίδια υπόθεση, και με τα ίδια δεδομένα;
*Και πως, τελικά, μπορεί να συνδυαστεί η πρόσφατη εξομολόγηση του ΔΝΤ και της ΕΕ ότι “πέρασαν τη σωτηρία των ευρωπαϊκών τραπεζών, πάνω από τη σωτηρία της Ελλάδας”, με τις ανορθόδοξες φάσεις αυτής της δικαστικής υπόθεσης της ΕΛΣΤΑΤ;
Αυτά από α-δ, αποτελούν αδιαμφισβήτητα αποδεικτικά μιας απαράδεκτης και ανείπωτης εθνικής μιζέριας. Ο ελληνικός λαός εύχεται, λοιπόν, και ελπίζει να αναθεωρηθούν, το ταχύτερο δυνατό, από τη νέα κυβέρνηση, συμπεριφορές αυτής της μορφής, καθώς η συνέχισή τους τον εξαφανίζει ως Έθνος-κράτος. Ορθώς, εξάλλου, ο ελληνικός λαός θεωρεί ότι έστω και αν υπάρχουν μεγάλες και εμφανείς δυσκολίες δικαίωσης των εθνικών αιτημάτων του, που οφείλονται κυρίως στη μακρόχρονη ψοφοδεή συμπεριφορά των ιθυνόντων του, ωστόσο είναι θέμα ζωής και θανάτου να πάψει να εκλαμβάνεται, από συμμάχους, εταίρους αλλά και εχθρούς, ως άμορφη ύλη πλαστελίνης, που σε κάθε περίπτωση υιοθετεί την εμφάνιση, που οι έξωθεν επιζητούν, και που είναι συνήθως καταστροφική για την επιβίωσή του. Τώρα χρειάζεται αντίδραση, και μόνο έτσι η Ελλάδα μπορεί να ελπίσει ότι θα είναι σε θέση να αποφύγει και άλλες εθνικές και οικονομικές καταστροφές.
Β. Το ελληνικό οικονομικό αδιέξοδο θα συνεχιστεί και επί Ν.Δ. αν δεν μεταβάλλει ριζικά την,προς τα έξω, συμπεριφοράς της
Η ΝΔ, με βάση τα ευχολόγιά της, εμφανίζεται με αστείρευτη υπεραισιοδοξία, η οποία περιστρέφεται, κυρίως, γύρω από τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Η αισιοδοξία είναι θετικό χαρακτηριστικό, για μία κυβέρνηση, αρκεί να μην είναι αβάσιμη. Και, δυστυχώς, η υπεραισιοδοξία της Ν.Δ., με βάση το προγραμματικό της ευχολόγιο, είναι παντελώς αστήρικτη. Ιδού γιατί:
α)Προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων.
Θα πρέπει βέβαια να ομολογηθεί ότι η επιλογή των ΑΞΕ, από τη Ν.Δ. ως ατμομηχανή ανάπτυξης, αποτελεί τη μοναδική (εντελώς θεωρητική στην παρούσα περίπτωση) επιλογή, αν τελικά αποκλειστεί το σύνολο των δυνητικών εθνικών πηγών ανάπτυξης. Ο αποκλεισμός αυτός, από το ευχολόγιο της Ν.Δ. αποδεικνύει, αναμφίβολα, την έλλειψη οποιασδήποτε πρόθεσής της, να αμφισβητήσει, να αναθεωρήσει, να εναντιωθεί στους εξαθλιωτικούς όρους των μνημονίων, και να απαιτήσει δικαιώματα που απορρέουν από όσα (ενδεικτικά) αναφέρθηκαν, αμέσως παραπάνω, στο Α. Με τις συνθήκες αυτές δικαιώνονται οι επιλογές της Ν.Δ. αφού οποιασδήποτε μορφής ανάπτυξη είναι αδύνατη με παράλληλο σεβασμό των μνημονίων (που θεωρώ, βέβαια, ότι είναι και παραμένουν μαζί μας μέχρι δευτέρας παρουσίας). Άλλωστε, το ΔΝΤ προβλέπει με ειλικρίνεια ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει, κατά μέσο όρο, ανάπτυξη 1% ετησίως μέχρι το 2060. Αντιθέτως, η κριτική της ΕΕ για την “ανεπάρκεια των ελληνικών επενδύσεων” καθώς και η προτροπή της για “διενέργεια περισσότερων επενδύσεων”, πάσχουν εμφανώς από ηθελημένη ανειλικρίνεια και, επιπλέον είναι και περιπαικτική. Από πού η κατακαημένη Ελλάδα θα μπορούσε να εξασφαλίσει εθνικές επενδύσεις, με χρόνια αρνητική αποταμίευση, με απαίτηση των δανειστών για 3.5% του ΑΕΠ πρωτογενή πλεονάσματα και με ύψος φόρων που εξοστράκισε τη μεσαία τάξη της;
Σε τηλεοπτική εκπομπή ακούστηκε ότι οι οικονομολόγοι της Ν.Δ. έχουν εκτιμήσει την αξία των ξένων επενδύσεων, που αναμένεται να συρρεύσουν στην Ελλάδα από την επομένη της 7ης Ιουλίου, σε 60Ε δισεκατομμύρια. Καθώς δεν έχω τον απαιτούμενο χώρο για να εμφανίσω το κοινό συμπέρασμα τόμων και αναρίθμητων άρθρων, για τις ΑΞΕ, θα αρκεστώ να παρατηρήσω σχετικά με τις προσμονές αυτές της Ν.Δ:
*Πρώτον, ότι οι ΑΞΕ εμφανίζονται εξαιρετικά απαιτητικές, στους πολυάριθμους και άκρως αυστηρούς όρους από τους οποίους προσελκύονται, και τους οποίους η Ελλάδα αδυνατεί έστω και στοιχειωδώς να ικανοποιήσει. Και είναι δεύτερον γεωγραφικά πολύ συγκεντρωτικές, αφήνοντας έτσι ανικανοποίητη την αγωνία σωρείας αναπτυσσόμενων οικονομιών, που πασχίζουν να τις προσελκύσουν.
*Δεύτερον, έστω και αν γινόταν το θαύμα να προσελκύσει η Ελλάδα 60Ε δισεκατομμύρια ΑΞΕ, δεν θα έλυνε και πάλι το αναπτυξιακό της πρόβλημα, για μια σωρεία από λόγους, που είναι σχεδόν αυταπόδεικτοι. Θα αναφερθώ, καταρχήν, σε παλαιότερη σχετική δήλωση των Ελλήνων Βιομηχάνων. Ότι, δηλαδή, με τη χρόνια αποσύνθεση που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία, χρειάζονται επενδύσεις 100Ε δισεκατομμυρών για την ανόρθωσή της. Καθώς η δήλωση αυτή έγινε πριν από 4 ή 5 χρόνια, και καθώς στο μεταξύ συνεχίστηκε με επιταχυνόμενο ρυθμό η καταστροφή της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας, το παραπάνω αυτό ποσό θα έπρεπε να ανέλθει τώρα σε τουλάχιστον 150Ε δισεκατομμύρια. Αλλά, ας δεχθούμε παρά ταύτα ότι θα σπεύσουν να μας επιλέξουν ΑΞΕ αξίας 60Ε δισεκατομμυρίων, όπως αναμένουν οι οικονομολόγοι της Ν.Δ. Προς τα πού, με βάση λογικές προβλέψεις, θα αλληθωρίσουν αυτές οι ΑΞΕ; Μα, βέβαια, και δεν νομίζω να υπάρχουν αντιρρήσεις, αυτές θα κατευθυνθούν, χωρίς δισταγμό, προς τα φιλέτα-έτοιμα για ξεπούλημα, που έχουν στοιβαχθεί στο ειδικό ταμείο, δηλαδή στο ταμείο που ξεπουλά ολόκληρη την Ελλάδα. Τίθεται, λοιπόν, υποχρεωτικά το ακόλουθο εύλογο ερώτημα: αυτές είναι οι επενδύσεις ειδικής κατηγορίας που αναμένουμε από το εξωτερικό, και αυτές βαφτίζουμε ως δήθεν ανάπτυξη, ενόσω είναι τόσο μα τόσο ξεκάθαρο, ότι αυτού του είδους οι δήθεν επενδύσεις θα καταξεσκίσουν τις σάρκες της ελληνικής οικονομίας, καταδικάζοντάς την σε αδυναμία ανάπτυξης εσαεί; Και, ακόμη, η αναμονή αυτή περιλαμβάνει και την ουτοπική παραδοχή ότι κάθε μορφής ιδιωτικοποίηση προωθεί την ανάπτυξη;
Επιβάλλεται η αναθεώρηση αυτών των μη υγιών απόψεων, περί επενδύσεων.
β)Μείωση φόρων
Ο δεύτερος πυλώνας της οιονεί αναπτυξιακής πολιτικής της Ν.Δ. συγκεντρώνεται στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης. Ποιος πολίτης που ανήκει στην ελληνική μεσαία τάξη, και που έχει κυριολεκτικά διαλυθεί από τους εντελώς παρανοϊκού ύψους και μορφών φόρους των τελευταίων ετών θα διαφωνούσε με την προοπτική μείωσής τους; Θα έλεγα με σιγουριά: ΟΥΔΕΙΣ. Παρότι, το προγραμματιζόμενο αυτό μέτρο, που ανήκει στις καμπύλες του Lafer, δεν είχε τα αναμενόμενα αναπτυξιακά αποτελέσματα της κυβέρνησης Reagan, θα ήταν ωστόσο επιθυμητή η εφαρμογή του στην Ελλάδα, σε μια ύστατη προσπάθεια επιβίωσης της πολύτιμης, για κάθε οικονομία, μεσαίας τάξης. Αυτή, όμως η επιλογή, δεν είναι όσο απλοϊκή φαίνεται, για τον πολύ απλό λόγο, ότι η μείωση των φορολογικών εσόδων, που εξασφαλίζουν ως σήμερα τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα, είναι απολύτως απαραίτητο να εξευρεθούν από άλλη πηγή.
Και ποια άλλη πηγή μπορεί να φανταστεί κανείς ότι διαθέτει η αποστεωμένη ελληνική οικονομία, εκτός από το αποδεκατισμένο κράτος Πρόνοιας και εκτός από τον λοιδορούμενο, από τους νεοφιλελεύθερους, δημόσιο τομέα; Η μείωση του δημόσιου τομέα και η, αν είναι δυνατόν, πλήρης κατεδάφιση του κράτους Πρόνοιας αποτελούν το επίκεντρο της χρυσής Βίβλου, που συγκεντρώνει τις ιδεολογίες, αλλά και τις ιδεοληψίες του νεοφιλελευθερισμού. Ο νεοφιλελευθερισμός, ωστόσο, σαρώνεται ανελέητα από τους λαϊκιστές, που κατέκλυσαν την υφήλιο και που κατέλαβαν ήδη τις κυρίαρχες δυνάμεις του κόσμου μας, επιβάλλοντας ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης. Από τους κανόνες αυτού του νέου συστήματος απουσιάζει παντελώς η αντιπαλότητα που υποθάλπει ο νεοφιλελευθερισμός, ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ο παλιός διαχωρισμός δεξιάς και αριστεράς πολιτικής έχει ατονήσει, και έχουν εκδιωχθεί από τον κατάλογο των εφαρμοζόμενων μέτρων πληθώρα ταμπού, που αποτελούσαν πάλαι ποτέ το Ευαγγέλιο των νεοφιλελεύθερων. Να προσθέσω ότι είναι χωρίς σημασία η περιφρονητική στάση και η δυσμενής κριτική των παραδοσιακών κομμάτων, εναντίον των λαϊκιστών, δεδομένου ότι οι τελευταίοι αυτοί καλώς ή κακώς, εξελίσσονται σε κυρίαρχοι του κόσμου.
Στο μέτρο που μπορεί κανείς να κρίνει με βάση, πάντοτε, το προγραμματικό ευχολόγιο της Ν.Δ. οι συγκλονιστικές αυτές θεσμικές μεταβολές δεν έχουν αγγίξει την προσεχή κυβέρνηση της Ελλάδας, η οποία φαίνεται ότι παραμένει δέσμια του διεθνώς, κατεδαφισμένου νεοφιλελευθερισμού. Μερικές από τις ενδείξεις αυτής της επικίνδυνης προσκόλλησης προς το πεπερασμένο πια σχήμα του παρελθόντος είναι η, οπωσδήποτε, εσφαλμένη εντύπωση ότι ο ελληνικός δημόσιος τομέας είναι υπερμεγέθης, ενώ στην πραγματικότητα το μέγεθός του βρίσκεται στο μέσον των αντίστοιχων δημοσίων τομέων στην Ευρώπη. Εμφανείς προθέσεις της Ν.Δ. για περιορισμό του συγχέουν δύο εντελώς διαφορετικά θέματα: μέγεθος και αναποτελεσματικότητα. Ο ελληνικός δημόσιος τομέας είναι αναποτελεσματικός, αλλά όχι υπερμεγέθης. Ο περιορισμός του δεν θα τον καταστήσει περισσότερο, αλλά λιγότερο αποτελεσματικό. Δύο, δηλαδή, εντελώς διαφορετικά θέματα, που απαιτούν και διαφορετική προσέγγιση. Να αναφέρω, τελειώνοντας, και την υποψία μου για την πρόθεση της προσεχούς κυβέρνησης να καταργήσει το πανεπιστημιακό άσυλο, όπως αφήνει να εννοηθεί η ξαφνική έξαρση προβληματισμού γύρω από αυτό, καθώς και η αυθόρμητη εμφάνιση υπογραφών υπέρ της κατάργησής του. Εξυπακούεται ότι καταδικάζω ανεπιφύλακτα τα έκτροπα και τις βαρβαρότητες, που λαμβάνουν χώρα σε σχεδόν καθημερινή βάση στα ΑΕΙ της χώρας. Πιστεύω, ωστόσο, ότι δεν είναι λύση η κατάργηση ενός μέτρου, που είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, και που λήφθηκε ακριβώς για να αντιμετωπίσει ορισμένες απαράδεκτες καταστάσεις του παρελθόντος, των οποίων η λήθη δεν εξισώνεται με πρόοδο, αλλά με οπισθοδρόμηση. Υπάρχουν ασφαλώς ωριμότερες λύσεις από το “πονάει κεφάλι, κόβω κεφάλι”! Όπως η λήψη ενισχυμένων μέτρων για τη φύλαξη του χώρου των ΑΕΙ και η προάσπισή του με συμπληρωματικές διατάξεις, που να το καθιστούν απρόσβλητο και ικανοποιητικά λειτουργήσιμο. Μια λύση θα ήταν η ύπαρξη φυλάκων, για όλο το 24ωρο, στους χώρους των ΑΕΙ.
Συμπερασματικά, πιστεύω ότι ο ελληνικός λαός δικαίως απαιτεί να αντιμετωπιστούν τα συνεχιζόμενα δεινά του, με τρόπους εντελώς διαφορετικούς από τους αποτυχημένους που ακολουθήθηκαν μέχρι σήμερα. Όχι, δηλαδή, με μέτρα λανθασμένα και άκρως φθοροποιά για την επιβίωσή του, που απέβλεπαν στην πυροσβεστική εξασφάλιση των εκάστοτε απαιτούμενων ποσών από τους δανειστές. Όχι με μέτρα που αποδείχθηκαν αδιέξοδα και καταστροφικά για την επιβίωση του Έθνους. Όχι πια πληρωμή των χρωστούμενων, με άντληση πόρων από την εντεινόμενη λιτότητα, αλλά από την ανάπτυξη. Όχι πια αποδοχή ενός χρέους που εξυπηρετείται με σαθρές και ανέντιμες μεθοδεύσεις. Όχι πια προβάδισμα στις τράπεζες και καταδίκη ενός ολόκληρου λαού. Διότι, τώρα, έχει αρκετά ξεκαθαρίσει το τοπίο, έτσι που και η Ελλάδα να μπορεί να απαιτεί δικαιώματα και όχι να εξαντλείται από τις υποχρεώσεις της. Τώρα που η σκευωρία εναντίον της Ελλάδας έχει, και επισήμως, αναγνωριστεί, είναι παράλογη η συνέχιση του ίδιου αυτού διάτρητου λαθών συστήματος, που επιταχύνει την καταστροφή της. Ιδού, λοιπόν η Ρόδος και ιδού και το πήδημα για τη νέα ελληνική κυβέρνηση. Θα επιλέξει να είναι “μια από τις ίδιες”, ή αντιθέτως θα υψωθεί σε “κυβέρνηση λαοπρόβλητη υψηλών εθνικών και οικονομικών προδιαγραφών”;
Σημείωση Iskra: Το κείμενο αυτονόητα εκφράζει τις απόψεις της φίλης αρθρογράφου. Απλώς σημειώνουμε με έμφαση ότι η δοκιμασμένη ΝΔ και ο δοκιμασμένος Κυρ. Μητσοτάκης είναι αδύνατον να παίξουν κάποιο θετικό ρόλο στην χώρα.