Οι προσδοκίες από την επίσκεψη του κ. Δένδια στην Τουρκία ήταν εξ αρχής χαμηλές. Άλλωστε, μόνο αιθεροβάμονες θα περίμεναν ότι μπορεί να προκύψουν θετικά αποτελέσματα από έναν διάλογο που κινείται έξω από το διεθνές δίκαιο και που γίνεται με το στανιό, μετά από απαίτηση της Γερμανίας. Από μια συζήτηση για την οποία δεν έγινε η στοιχειώδης σοβαρή προετοιμασία. Η συμπεριφορά της γειτονικής χώρας το προηγούμενο διάστημα, επίσης, δεν άφησε περιθώρια για τη δημιουργία κατάλληλου κλίματος για προσέγγιση σε υπαρκτά ζητήματα που χωρίζουν τις δύο πλευρές. Έτσι, η αποτυχία ήταν κάτι περισσότερο από βέβαιη.
Αυτό, ωστόσο, που μονοπώλησε το ενδιαφέρον, προέκυψε από τις κοινές δηλώσεις των δύο υπουργών Εξωτερικών. Η ασυνήθιστη αντιπαράθεσή τους προκάλεσε αντιδράσεις στις δύο χώρες αλλά και στην Ευρώπη. Για θράσος, απρέπεια και προκλητικό τρόπο μίλησε η τουρκική κυβέρνηση. Τα γερμανικά Μ.Μ.Ε στην πλειοψηφία τους εγκάλεσαν τον κ. Δένδια για τη συμπεριφορά του. Στη χώρα μας η υπερβολή χτύπησε ξανά. Άλλοι τον ανακήρυξαν εθνικό ήρωα, γιατί κατατρόπωσε τον κ. Τσαβούσογλου, και άλλοι τον κατηγόρησαν για έλλειψη διπλωματικής λεπτότητας και ευγένειας. Κάποιοι του χρέωσαν απόπειρα τορπιλισμού της διαδικασίας των διερευνητικών επαφών, οι οποίες βρίσκονται σε εξέλιξη, θεωρώντας τον πιόνι των κ.κ. Σαμαρά και Καραμανλή. Μερικοί συνέδεσαν τη στάση του με τα εσωκομματικά της Ν.Δ. και είδαν τον δελφίνο που άνοιξε περπατησιά. Στο παιχνίδι μπήκε και το ίδιο το Μαξίμου, κύκλοι του οποίου προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τον θετικό αντίκτυπο του γεγονότος, δηλώνοντας ότι ο κ. Δένδιας είχε ρητή εντολή από τον πρωθυπουργό να απαντήσει, αν προκληθεί. Όπως και να έχει η υπόθεση, είναι μάλλον σίγουρο ότι το γεγονός θα μας απασχολήσει και σε μελλοντικές αναλύσεις των ελληνοτουρκικών.
Κατά την ταπεινή μου γνώμη, ο κ. Δένδιας δεν είχε άλλη επιλογή από το να εναντιωθεί στα λεγόμενα του κ. Τσαβούσογλου, πέρα και έξω από τις οδηγίες που, πιθανώς, να του είχε δώσει ο πρωθυπουργός. Θεωρώ ότι κανένας Έλληνας υπουργός Εξωτερικών δε θα κατάπινε τον χαρακτηρισμό της μουσουλμανικής μειονότητας σαν τουρκικής. Αν αυτό συνέβαινε, ειλικρινά δεν μπορώ να σκεφτώ πώς θα στεκόταν στη θέση του την επόμενη ημέρα. Ο κ. Δένδιας με τα λεγόμενα του, συνειδητά ή μη, εξέφρασε τον μέσο Έλληνα και την αγανάκτηση που νιώθει από την προκλητική για μήνες συμπεριφορά της Τουρκίας. Το γεγονός ότι η αντίδρασή του έγινε δεκτή με ανακούφιση από τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών δείχνει πόσο έχει τσαλακωθεί η συλλογική περηφάνια από την υποχωρητικότητα της κυβέρνησης και τις χλιαρές αντιδράσεις που είχε το προηγούμενο διάστημα. Ο Έλληνας ΥΠ.ΕΞ δεν μοιάζει τόσο αφελής, ώστε να πιστεύει πως θα χτίσει ηγετικό προφίλ εκμεταλλευόμενος το περιστατικό, ούτε ότι θα μπει στο πάνθεον των γενναίων γι’ αυτόν τον λόγο. Είναι θεμελιώδης υποχρέωση των κυβερνητικών στελεχών να αναδεικνύουν τις πάγιες θέσεις της χώρας. Να θυμίσω, επιπλέον, ότι το ίδιο είχε κάνει και ο κ. Τσίπρας ως πρωθυπουργός τον Δεκέμβριο του 2017 μπροστά στον κ. Ερντογάν, όταν έθεσε τα θέματα της τουρκικής συμπεριφοράς στο Αιγαίο, της παράνομης κατοχής τμήματος της Κύπρου, της συνθήκης της Λοζάνης, του casus belli κ.λπ. Απλώς τότε δεν υπήρξε αντιπαράθεση και οι διαφωνίες εκφράστηκαν με ηπιότερο τρόπο.
Εν κατακλείδι, η εξωτερική πολιτική είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να κρίνεται ή να καθορίζεται από φραστικές αντιπαραθέσεις και διαξιφισμούς. Απέναντι σε μια χώρα που αμφισβητεί σχεδόν τα πάντα και έχει συμπεριφορά διεθνούς τσαμπουκά και πολιτικού μπράβου απαιτείται αποφασιστικότητα, συνολική και συλλογική στρατηγική σε βάθος δεκαετιών. Οι κοντόφθαλμες τακτικές και η λογική των μικρών υποχωρήσεων, για να κερδίσουμε τα μεγάλα, αποδείχτηκαν φρούδες ελπίδες. Τα μέχρι τώρα δείγματα γραφής της κυβέρνησης δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας. Ας μην πανηγυρίζουν, λοιπόν, οι κάθε λογής τουρκοφάγοι και ας μην απογοητεύονται οι υποστηρικτές της διευρυμένης ελληνοτουρκικής ατζέντας. Ο κ. Δένδιας, απλώς, έκανε αυτό που η θεσμική του ιδιότητα απαιτούσε: δεν άφησε αναπάντητες τις τουρκικές προκλήσεις.
Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας