Οι συμπτώσεις μόνο… συμπτωματικές δεν είναι. Την Παρασκευή ο υπουργός Άμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ και ο αρχηγός του γενικού επιτελείου ενόπλων δυνάμεων στρατηγός Γιασάρ Γκιουλέρ μετέβησαν αιφνιδιαστικά στην Τρίπολη της Λιβύης για επαφές με την “Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας” του Φαγέζ αλ Σάρατζ, στο πλαίσιο του μνημονίου στρατιωτικής συνεργασίας που έχουν υπογράψει οι δύο πλευρές μαζί με το μνημόνιο οριοθέτησης θαλάσσιων δικαιοδοσιών. Το μήνυμα ήταν σαφές: η Τουρκία “δεν θα εγκαταλείψει ποτέ” την “Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας” και το πρακτικό αντίκρισμα αυτής της διαβεβαίωσης έγκειται στις διαβουλεύσεις, που διεξάγει ήδη από την 1η Ιουλίου ο αρχηγός του τουρκικού πολεμικού ναυτικού, ναύαρχος Αντάν Οζμπάλ, για τη μόνιμη αξιοποίηση από τουρκικής πλευράς της αεροπορικής βάσης Αλ Ουατίγια καθώς και τη δημιουργία τουρκικής ναυτικής βάσης στη δυτική Λιβύη.
Την ίδια ημέρα, ωστόσο, βρισκόταν στη Μόσχα, όπου έγινε δεκτός από την πρόεδρο της Άνω Βουλής Βαλεντίνα Ματβιένκο και τον υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ο πρόεδρος του εγκατεστημένου στο Τομπρούκ της ανατολικής Λιβύης εκλεγμένου λιβυκού κοινοβουλίου, Αγκίλα Σάλεχ, μέγας ανταγωνιστής της κυβέρνησης Σάρατζ και οιονεί πολιτικός προϊστάμενος του Εθνικού Λιβυκού Στρατού του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ. Κατά τη συνάντηση Σάλεχ-Λαβρόφ προέκυψε η είδηση ότι η Ρωσία αποφάσισε να ξανανοίξει την πρεσβεία της στη Λιβύη, αναθέτοντας προς το παρόν την εκπροσώπησή της στον εγκατεστημένο στη γειτονική Τυνησία επιτετραμμένο Τζαμσίντ Μπολτάγεφ, ο οποίος πάντως (σε ένα χαρακτηριστικό άνοιγμα προς όλες τις αντιμαχόμενες πλευρές) θα εκπροσωπεί τα ρωσικά συμφέροντα, όπως αναφέρθηκε, σε όλη τη λιβυκή επικράτεια. Σε ανταπόδοση, ο Σάλεχ έκανε γνωστό ότι πρόκειται να ανοίξει πρεσβεία της Λιβύης στη Δαμασκό, σε μια κίνηση που ικανοποιεί τις ρωσικές επιδιώξεις για κανονικοποίηση των σχέσεων της κυβέρνησης Άσαντ με όλες, ει δυνατόν, τις χώρες του Αραβικού Συνδέσμου.
Μάλιστα σε εκτενή συνέντευξή του στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων ΡΙΑ, ο Σάλεχ υποστήριξε ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα διαφωνίας του με τον στρατάρχη Χαφτάρ, ο οποίος μπορεί να μεταβεί στη Μόσχα όποτε χρειαστεί, ενώ επέμεινε ότι η κυβέρνηση Σάρατζ έχασε τη νομιμοποίησή της μετά το 2017, έχοντας παραβιάσει τους όρους συγκρότησής της με βάση τη συμφωνία που συνάφθηκε τον Δεκέμβριο του 2015 στο Σχιράτ του Μαρόκου. Με αυτή την έννοια, ο Σάλεχ τόνισε ότι το κοινοβούλιο δεν συνομιλεί με την πλευρά του Σάρατζ ως να είναι κυβέρνηση, παρά μόνο αν παραστεί σε διεθνή διάσκεψη. Πρόσθεσε δε ότι με τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια συμφωνήθηκε να συγκροτηθεί επιτροπή Λίβυων εμπειρογνωμόνων η οποία και να ετοιμάσει εισήγηση για το θέμα της οριοθέτησης Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών.
Αλλά τα όσα παίζονται στο διπλωματικό πεδίο συμπληρώνονται από τις εξελίξεις στο πεδίο των μαχών. Και ήταν ακριβώς η βάση αλ Ουατίγια που τα ξημερώματα της Κυριακής δέχθηκε αλλεπάλληλες επιδρομές από μη ταυτοποιημένα αεροσκάφη, που είχαν ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες που διακινούνται στο διαδίκτυο, την καταστροφή του τουρκικών αντιαεροπορικών συστημάτων που βρίσκονταν εκεί. Πρόκειται, τρόπον τινά, για την ανταπόδοση της καταστροφής από τουρκικά drones των ρωσικών συστημάτων Pantsir που είχαν επιτρέψει τον Μάιο την κατάληψη της βάσης αλ Ουατίγια από τις πιστές στην Τρίπολη δυνάμεις.
Ο υφυπουργός Άμυνας της “Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας”, Σάλαχ αλ Ναμρούς υποστήριξε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι οι επιδρομές οφείλονται σε αεροσκάφη “δόλιων ξένων δυνάμεων” που στηρίζουν “τον εγκληματία πολέμου Χαλίφα Χαφτάρ”. Υποσχέθηκε δε να υπάρξει απάντηση “στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή”.
Δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς ένα μοτίβο γνώριμο και από τις επεμβάσεις της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία και τη Συρία. Η άμεση ρωσική εμπλοκή διατηρείται σε ένα μίνιμουμ επίπεδο, με τοπικούς δρώντες να έχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, μέχρις ότου τυχόν δυσμενής τροπή των εξελίξεων στο πεδίο των μαχών θα επιβάλλει κάποιο παραδειγματικό πλήγμα για την αποκατάσταση των ισορροπιών.
Στη Λιβύη, δεν διακυβεύονται ζωτικά ρωσικά συμφέροντα, ώστε να πρέπει να διακινδυνευθεί μια άμεση και μεγάλης κλίμακας εμπλοκή και μάλιστα σε τόσο μεγάλη γεωγραφική απόσταση από τη Ρωσία. Η όποια ρωσική εμπλοκή παραμένει “διαψεύσιμη”, καθότι… ιδιωτικοποιημένη, εφόσον υλοποιείται πρωτίστως μέσω των μισθοφόρων της ρωσικής ιδιωτικής εταιρείας Wagner, οι οποίοι το τελευταίο διάστημα των στρατιωτικών αποτυχιών του Χαφτάρ μοιάζει να έχουν αναδιπλωθεί στην προστασία λιβυκών πετρελαιοπηγών. Αλλά βέβαια ούτε η εταιρεία Wagner είναι δυνατόν να λειτουργεί ερήμην του ρωσικού κράτους, ούτε μπορεί να αποδοθεί σε αυτήν η αεροπορική υποστήριξη των δυνάμεων του Χαφτάρ.
Για άλλη μία φορά, μετά το συριακό προηγούμενο και σε απόλυτη συσχέτιση με αυτό, η κινητοποίηση μικρών στρατιωτικών δυνάμεων “μοχλεύεται” για την εξασφάλιση μεγαλύτερου πολιτικού αποτελέσματος. Και αυτό εν προκειμένω είναι η εξασφάλιση βαρύνοντος λόγου στα βορειοαφρικανικά ζητήματα, η καλλιέργεια των σχέσεων με τις αραβικές δυνάμεις (αρχής γενομένης από την Αίγυπτο) που ανησυχούν με την προώθηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας με κυβερνήσεις τύπου Σάρατζ και κυρίως η απόκτηση ενός επιπλέον διαπραγματευτικού χαρτιού απέναντι στην Τουρκία, στο πλαίσιο της ιδιόμορφης εταιρικής και ταυτοχρόνως ανταγωνιστικής σχέσης της Μόσχας με την Άγκυρα.