Ο Άρης Βελουχιώτης (Θανάσης Κλάρας), ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου 1905 στη Λαμία και έχασε τη ζωή του, κυνηγημένος από εχθρούς και φίλους, στις 16 Ιουνίου 1945, στο φαράγγι του Φάγγου, στη Μεσούντα Άρτας, περικυκλωμένος ο ίδιος και η ομάδα του από δωσίλογους και γερμανοτσολιάδες και από το κυβερνητικό 118ο Τάγμα Εθνοφυλακής.
Ο πρωτοκαπετάνιος, αλύγιστος, περήφανος και αδούλωτος, δεν παραδόθηκε ποτέ, δεν διανοήθηκε ούτε προς στιγμή ότι θα αφήνετο να συλληφθεί και να διασυρθεί από τους προδότες και βέβαια ποτέ δεν σκέφτηκε, όταν όλα είχαν χαθεί, ότι θα άφηνε να γράψει το τέλος του, άθλιο εχθρικό βόλι. Μαζί με τον πρωτοκαπετάνιο, πάντα δίπλα του, έβαλε το δικό του τέλος το πρωτοπαλλήκαρο του, ο μαυροσκούφης Τζαβέλας.
Οι άθλιοι που τους κύκλωσαν προς αιώνιο εξευτελισμό τους και αιώνιο εξευτελισμό σε ότι αντιπροσώπευαν τότε και σήμερα, διαμέλισαν φριχτά τα άψυχα σώματά τους και κρέμασαν τα κομμένα κεφάλια τους στους φανοστάτες της κεντρικής πλατείας των Τρικάλων, στήνοντας από κάτω τους βάρβαρο γλέντι, παντοτινό στίγμα ντροπής και αναθέματος των προσκυνημένων που ανενόχλητοι συνεχίζουν και σήμερα τα φρικτά έργα τους.
Τον Ιούλιο του 1945 ο Γιάννης Ρίτσος περιέγραψε με μοναδικό τρόπο, στην ποιητική του σύνθεση με τίτλο «Άρης Βελουχιώτης – υστερόγραφο της δόξας», τον Άρη των παιδιών και των μεγάλων:
«Πριν κάμποσο καιρό, πάνου στη Λιάκουρα, στο αετοχώρι το Δαδί, ρώτησα ένα παιδί ως οχτώ χρονώ:
– Τον ξέρεις τον Άρη;
– Ναι, μου λέει. Τον ξέρω.
– Τον είδες ποτέ σου;
– Όχι. Μα τόνε ξέρω.
– Πώς είναι;
– Τρεις βολές πιο αψηλός απ’ τον πατέρα μου. Κι έχει ένα μεγάλο-μεγάλο κόκκινο άλογο. Και πίσω τον ακολουθάει πάντοτες ένας τρανός αητός με μια σημαία.
Μιαν άλλη φορά, στα Τρίκαλα, ρώτησα ένα «αετόπουλο» που πέρναγε τις γραμμές του οχτρού μεταφέροντας μαντάτα στους αντάρτες μέσα στο κούφωμα ενός καλαμιού.
– Γιωργή, τον ξέρεις τον Άρη;
– Τόνε ξέρω.
– Τον είδες ποτέ σου;
– Τον είδα με τα μάτια μου.
– Πώς είναι;
– Έχει μακριά γένεια κι ένα αληθινό άστρο στο μαύρο σκούφο του. Κι άμα μιλάει -κι ας χιονίζει ακόμα- γίνεται μονομιάς πολλή ζέστα. Κι όταν ακούνε το όνομά του οι Γερμανοί κρύβουνται σα λαγοί μέσα στα δάσα.
Ένα μεγάλο κόκκινο άλογο, ένας αητός με μια σημαία, ένα άστρο αληθινό, πολλή ζέστα -αυτός είναι ο Άρης των παιδιών και των μεγάλων. Και γω που δυο φορές όλο-όλο τον αντάμωσα, έτσι σαν τα παιδιά και γω, έτσι τον βλέπω και τον τραγουδάω τον ΑΡΗ».
Τη ζωή και το χαρακτήρα του Άρη σκιαγραφεί με τον καλύτερο τρόπο η ομιλία που εκφώνησε ο ίδιος, εκ μέρους του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, στην απελευθερωμένη Λαμία, τον Οκτώβριο του 1944. Μεταξύ άλλων, ο Άρης αναφέρει στην εν λόγω ομιλία του τα εξής:
«Θα δώσουμε στο λαό τα οικονομικά μέσα για να μπορεί να μη σκορπάει την οικογένειά του στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Μας κατηγορούν ότι θέμε να καταργήσουμε τα σύνορα και να διαλύσουμε το κράτος. Μα το κράτος εμείς το φτιάχνουμε σήμερα, γιατί δεν υπήρξε, μια που αυτοί οι ίδιοι το είχανε διαλύσει.
Ποιος είναι λοιπόν πατριώτης; Αυτοί ή εμείς; Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει να βρει κέρδη σ’ όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι’ αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους.
Ενώ εμείς το μόνο που διαθέτουμε είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά, αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει όπου βρει κέρδη, δεν μπορούν να κινηθούν και παραμένουν μέσα στη χώρα που κατοικούμε.
Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουν τα κεφάλαιά τους από τη χώρα μας ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;
Όταν έξαφνα στα 1929-’31 το κράτος ζήτησε, λόγω της οικονομικής κρίσης που μάστιζε τότε τη χώρα μας, να κατεβάσουν οι ξένοι ομολογιούχοι το ποσοστό που πληρώναμε σε τοκοχρεολύσια, οι Άγγλοι δέχτηκαν να το μειώσουν σε 35%, αλλά οι Έλληνες ομολογιούχοι αρνήθηκαν.
Να, λοιπόν, ποιος είναι ο πατριωτισμός τους! Αυτός φτάνει μέχρι το σημείο που δεν θίγονται τα οικονομικά τους συμφέροντα.