Ρωσική ρουλέτα

1869

Φρου φρου κι αρώματα, φρουτάκια και τυχαιοπαιγνία, επίσημη, κρατική, με τη βούλα του νόμου. Ιδού η πολυπόθητος ανάπτυξις που κατορθώνει να καλλιεργήσει η πρωτοδεύτερη φορά Αριστερά με μοιραίες δόσεις Ακροδεξιάς και μάλιστα στο άγονο έδαφος επί του οποίου απαξάπασες οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις απέτυχαν παταγωδώς. «Εμείς τα καταφέραμε» καυχιέται στη Βουλή ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Οι κουβέντες του ισοδυναμούν, ως γνωστόν, με συμβόλαιο· κοντράτο υπογεγραμμένο από νοτάριους και νοδάρους τελούντες υπό αστυνομική προστασία, με τις ορδές των ΜΑΤ να έχουν αποκλείσει το Πρωτοδικείο, να επισείουν κλομπ επί των κεφαλών όσων διαμαρτύρονται, να τους ραντίζουν με χημικά προηγμένης τεχνολογίας, να χύνουν κορόμηλο το δάκρυ και να νομίζουν πως φταίει η συγκίνηση. Αλλωστε ουδέποτε διαψεύστηκε ο ΘΑλέξης. Ο,τι είναι δίκαιο το κάνει πράξη.
Λόγου χάριν ποντάρει στον τζόγο. Το φιλοσοφεί. Με ρουλέτα μοιάζει η άτιμη η ζωή. Γι’ άλλους τα ντόρτια κι οι διπλές και γι’ άλλους οι εξάρες. Αφού λοιπόν γέμισε με κουλοχέρηδες του ΟΠΑΠ τους μαχαλάδες να βρουν διέξοδο οι μαντραχαλάδες, τώρα προσελκύει σοβαρούς επενδυτές προκειμένου να συστήσουν καζίνα σε κάθε πόλη, σε κάθε χωριό, σε κάθε καταυλισμό. Ερχονται καλύτερες μέρες, κάπου πρέπει ν’ ακουμπήσει το περίσσευμά του ο κοσμάκης, να τ’ αβγατίσει, βρε αδελφέ. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το γκισέ των ως άνω ευαγών ιδρυμάτων θα δανείζει τους χαμένους με ποσά πλέον των πενήντα χιλιάδων, να κάνουν στον κρουπιέρη βουντού, που λέει κι ο Ζουρνάρις, να επιστρέφουν στη σάλα, να ρεφάρουν και να τινάζουν κατόπιν την μπάνκα στον αέρα.
Οι μαυραγορίτες, που ασκούσαν το συγκεκριμένο λειτούργημα ίσαμε σήμερα, θα πεινάσουν· καίρια πλήγματα στην παραοικονομία επιφέρει διά μίαν εισέτι φορά το Μαξίμου. Αν παρ’ ελπίδα η γκίνια συνεχιστεί και τα δανεικά μετατραπούν σε αγύριστα, η διεύθυνση του καταστήματος θα εκποιεί μπιρ παρά τις περιουσίες των ρεσταρισμένων, να μη χρειαστεί να τους βγάλουν τα σπίτια στο σφυρί οι τράπεζες ή το Δημόσιο και κουρελιαστεί το κύρος του εθνοσωτήριου γκοβέρνου, άλλως ειπείν το οκτασύλλαβο σύντομο ανέκδοτο «ηθικό πλεονέκτημα». Μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια.
Υφίσταμαι σημαίνει, σύμφωνα με το Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών, «υπομένω κάτι δυσάρεστο ή ανεπιθύμητο, μου συμβαίνει κάτι αρνητικό», ενώ θυσιάζω ότι «προσφέρω ή απαρνούμαι οικειοθελώς κάτι για την επίτευξη ενός σκοπού». «Χιλιάδες συμπολίτες μας έχουν υποστεί μεγάλες θυσίες όλα αυτά τα χρόνια» τόνισε χθες ο πρωθυπουργός. Γλώττα λανθάνουσα. Εννοεί προφανώς πως κάποιοι φλου, γιαλαντζί αριστεροί ζαλικώνουν αβάσταχτα βάρη στην πλάτη του λαού δίχως να τον ρωτήσουν και τον υποχρεώνουν να τα σηκώνει παρά τη θέλησή του. Διότι θυσία είναι αδύνατον να υποστείς. Μην ξανακούσω λέξη για τα ελληνικά του ΘΑλέξη.
*Πηγή: efsyn.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας