Οι αμερικανικές κυρώσεις στη Ρωσία είχαν ως στόχο να πιέσουν τη Μόσχα οικονομικά για να ανταποκριθεί και στις διπλωματικές πιέσεις. Ωστόσο φαίνεται να έχουν τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.
Όπως εξηγεί σε ανάλυσή της η Wall Street Journal, οι αμερικανικές κυρώσεις έχουν μεταξύ άλλων οδηγήσει στα ύψη την τιμή του πετρελαίου και έχουν θέσει υπό ισχυρή πίεση το ρούβλι. Η Ρωσία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου παγκοσμίως, απολαμβάνει έτσι τον συνδυασμό ακριβού πετρελαίου, που γεμίζει τα ταμεία της, και φθηνού νομίσματος, που στηρίζει άλλες εξαγωγές της.
Η τιμή του πετρελαίου έχει αυξηθεί 14% από τα μέσα Αυγούστου (καθώς πλησιάζουν και οι αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν) και το ρούβλι έχει υποτιμηθεί 15% από τον Απρίλιο, όταν η Ουάσιγκτον επέβαλε τις οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία στο πλαίσιο ερευνών για την εμπλοκή της στις προεδρικές εκλογές και όχι μόνο.
Όσο λοιπόν η τιμή του αποτιμώμενου σε δολάριο πετρελαίου αυξάνεται, τα έσοδα αυτά σε δολάρια αυτά αξίζουν πολύ περισσότερο όταν μετατρέπονται μέσα στη χώρα στο αδύναμο ρούβλι. Για τη Ρωσία, παραγωγό χώρα ο συνδυασμός ακριβού πετρελαίου, ισχυρού δολαρίου, αποδεικνύεται «ευλογία», την ώρα που για χώρες όπως η Τουρκία είναι «κατάρα».
Αυτό είναι ίσως κάτι που δεν είχε υπολογίσει στα σχέδιά της η αμερικανική κυβέρνηση, όπως φαίνεται να είχε υποτιμήσει τις ευρύτερες παρενέργειες στην αγορά ενέργειας και την παγκόσμια οικονομία.