Η υπόθεση μόλις έγινε πιο περίπλοκη στον διαγκωνισμό για τη διαμόρφωση του μεταπολεμικού τοπίου στη Συρία: η Ρωσία, η Τουρκία και το Κατάρ εγκαινίασαν μια νέα τριμερή “διαδικασία διαβούλευσης” για την προώθηση μιας πολιτικής λύσης στον 10ετή συριακό εμφύλιο πόλεμο. Βασικό στοιχείο της νέας πρωτοβουλίας είναι ότι δεν περιλαμβάνει το Ιράν.
Ο στόχος, όπως φαίνεται, είναι να ανοίξει το δρόμο για ευρύτερη επανεμπλοκή των Αράβων του Κόλπου στη Συρία και ταυτόχρονα για περιθωριοποίηση της ιρανικής επιρροής.
Λάφυρα
Δεδομένου ότι η έκβαση του πολέμου κρίθηκε ουσιαστικά τον Δεκέμβριο του 2016, όταν οι φιλοκυβερνητικές δυνάμεις κατέλαβαν το ανατολικό Χαλέπι από τις ένοπλες δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης, το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητας γύρω από το συριακό επικεντρώθηκε στη λεγόμενη “διαδικασία της Αστάνα“, η οποία ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2017 και στην οποία η Ρωσία, η Τουρκία και το Ιράν διαπραγματεύονταν για τα “λάφυρα”.
Ωστόσο, η συμμετοχή του Ιράν απέκλειε ουσιαστικά τα αραβικά κράτη του Κόλπου, των οποίων η οικονομική ισχύς είναι απαραίτητη για την ανοικοδόμηση της Συρίας – και των οποίων η διπλωματική υποστήριξη είναι κρίσιμη για τον τερματισμό του διεθνούς καθεστώτος της χώρας ως “κράτους-παρία”.
Η νέα πρωτοβουλία είναι επίσης μια αναγνώριση ότι η διαδικασία της Αστάνα απέτυχε ως προς όλα τα πρακτικά ζητήματα. Η αρχική “τρόικα” πραγματοποίησε μόνο πέντε συναντήσεις από το 2018 έως σήμερα, ενώ οι τέσσερις “ζώνες αποκλιμάκωσης” που είχε ορίσει αγνοήθηκαν εντελώς από τον Σύρο δικτάτορα Μπασάρ Αλ Άσαντ, ο οποίος, με ρωσική και ιρανική υποστήριξη, κατέλαβε τον έλεγχο τριών εξ αυτών.
Η Αστάνα δεν μπόρεσε να αποτρέψει ούτε τις επιθέσεις της Τουρκίας στη βόρεια Συρία τον Οκτώβριο του 2019 ή μια σύγκρουση τον Φεβρουάριο του 2020 μεταξύ των τουρκικών δυνάμεων και των στρατευμάτων του Άσαντ, τα οποία υποστηρίζονταν άμεσα από τη ρωσική πολεμική αεροπορία.
Η Αστάνα δεν έχει σημειώσει καμία πολιτική πρόοδο όσον αφορά τη Συρία, ενώ πολύ μικρή είναι και η πρόοδος όσον αφορά την ανοικοδόμηση. Επομένως, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ρωσία και ο Άσαντ θα αναζητούσαν έναν άλλο δρόμο προς τα εμπρός, αυτή τη φορά με Άραβες εταίρους.
Άραβες, Ιράν και Τουρκία
Τα κράτη του Κόλπου υποστήριξαν τις αντάρτικες δυνάμεις στην αρχή του πολέμου, ωστόσο η κάποτε αρραγής στάση τους εναντίον του Άσαντ έχει πια “μαλακώσει“. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, για παράδειγμα, έχουν ήδη ανοίξει εκ νέου την πρεσβεία τους στη Δαμασκό και φαίνονται ανοικτά σε μια εξομάλυνση σχέσεων με το καθεστώς. Ταυτόχρονα, η Ρωσία προσπαθούσε από καιρό να εμπλέξει τα αραβικά κράτη στη διαδικασία της Αστάνα.
Αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί ποτέ όσο τα δύο άλλα κράτη της διαδικασίας, το Ιράν και η Τουρκία, παρέμεναν εχθρικά προς τους Άραβες του Κόλπου. Το νέο φόρουμ αποκόπτει τους Ιρανούς και επιδιώκει να αξιοποιήσει τις πρόσφατες τουρκικές προσπάθειες για την αποκατάσταση σχέσεων με τον αραβικό κόσμο. (Με τη σειρά του, η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ έχουν δείξει ενδιαφέρον για καλύτερες σχέσεις με την Τουρκία).
Το μήνυμα από τη Μόσχα και την Άγκυρα προς τους Άραβες είναι σαφές: “οι αντάρτες φίλοι σας μπορεί να έχουν χάσει τον πόλεμο, αυτό όμως δεν χρειάζεται να σημαίνει ότι οι Ιρανοί εχθροί σας πρέπει να είναι οι κύριοι επωφελημένοι από αυτή την έκβαση του πολέμου. Εάν βοηθήσετε την επιτυχία αυτής της νέας διαδικασίας, θα προχωρήσετε πολύ ως προς τον σκοπό της περιθωριοποίησης της επιρροής της Τεχεράνης στη Συρία”.
Η προτίμηση του Άσαντ
Μια τέτοια εξέλιξη θα “βόλευε” και τον Άσαντ. Ο δικτάτορας εξαρτάται σήμερα τόσο από τη Ρωσία όσο και από το Ιράν για να εξασφαλίζει τον έλεγχό του σε μεγάλο μέρος της χώρας του. Θα προτιμούσε ωστόσο μια μακροπρόθεσμη ρύθμιση στην οποία η Ρωσία θα ήταν η βασική εξωτερική δύναμη στη Συρία, καθώς τα αιτήματα της Μόσχας προς εκείνον είναι λιγότερο επαχθή από εκείνα της Τεχεράνης.
Οι στόχοι της Ρωσίας περιλαμβάνουν τη διατήρηση των ναυτικών και άλλων στρατιωτικών βάσεων στη Συρία, την εξασφάλιση σημαντικών επενδύσεων στη χώρα και τη χρήση της Δαμασκού ως κόμβου για την ανανεωμένη ρωσική επιρροή στην ευρύτερη περιοχή. Το Ιράν θέλει να ενσωματώσει τη Συρία σε ένα περιφερειακό δίκτυο υποτελών κρατών και να τη χρησιμοποιεί ως αφετηρία από τη μία πλευρά για να απειλεί το Ισραήλ και από την άλλη για να διατηρεί την κυριαρχία του στο Ιράκ.
Η Μόσχα θα επέτρεπε στον Άσαντ μεγάλη αυτονομία και εξουσία στο εσωτερικό της χώρας του. Η Τεχεράνη, από την άλλη πλευρά, είναι ένας πάτρωνας ο οποίος εμπλέκεται σε όλα τα ζητήματα, με σχέδια και άποψη σχεδόν για όλες τις όψεις της εσωτερικής πολιτικής ζωής της Συρίας.
Ερντογάν, Κούρδοι και Κατάρ
Η Τουρκία, από την πλευρά της, ανησυχεί κυρίως για κουρδικές πολιτοφυλακές οι οποίες υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ, κατά μήκος της παραμεθόριας περιοχής της στη βόρεια Συρία. Η κυβέρνηση του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν θεωρεί αυτούς τους μαχητές ως την άλλη όψη Κούρδων τρομοκρατών και αποσχιστών οι οποίοι δρουν στο εσωτερικό της Τουρκίας. Εφόσον οι Άραβες δεν υποστηρίζουν ή δεν σκοπεύουν να υποστηρίξουν περαιτέρω τους Κούρδους, η Άγκυρα θα καλωσόριζε τη συμμετοχή τους στη Συρία.
Ως ο πλέον κοντινός Άραβας σύμμαχος της Τουρκίας, η συμμετοχή του Κατάρ στο νέο φόρουμ ήταν αναπόφευκτη. Η Μόσχα και η Άγκυρα ελπίζουν σαφώς να επωφεληθούν από τον πρόσφατο τερματισμό της απομόνωσης της Ντόχα στον Κόλπο. Το Κατάρ έχει οπωσδήποτε τις δικές του “βαθιές τσέπες“, ωστόσο -εξίσου σημαντικό- μπορεί να είναι σε θέση να τραβήξει και άλλα αραβικά κράτη στις μεταπολεμικές ρυθμίσεις γύρω από τη Συρία.
Οι εγκάρδιες σχέσεις του Κατάρ με το Ιράν ήταν χρήσιμες κατά τη διάρκεια του εμπάργκο, ωστόσο η επιστροφή του στην αραβική “αγκαλιά” δίνει χώρο στη Ντόχα προκειμένου να αποστασιοποιηθεί από την Τεχεράνη.
Το Ιράν αναμένεται να πολεμήσει με νύχια και με δόντια για να διατηρήσει την κατακτημένη επιρροή του στη Συρία. Υπερεκτεταμένη στο εξωτερικό και φτωχή όπως είναι, η Ισλαμική Δημοκρατία έχει σημαντική ισχύ στη Δαμασκό και μια δοκιμασμένη φόρμουλα χρήσης πολιτοφυλακών ως “αντιπροσώπων”, καθώς και σεκταριστών σιιτών μουσουλμάνων πολιτικών για την προστασία των συμφερόντων της – όπως ακριβώς πράττει στο Ιράκ και στον Λίβανο.
Οι Άραβες αντίπαλοι της Τεχεράνης θα πρέπει βέβαια να είναι προσεκτικοί ότι δεν θα καταστούν τα “κορόιδα” του Άσαντ και της Ρωσίας και ότι τα χρήματα και η προσπάθεια που θα επενδύσουν στη Συρία θα σημάνουν πραγματική μείωση της επιρροής του Ιράν στη χώρα.