Οι καταθέσεις συγγενών θυμάτων και αυτόπτων μαρτύρων έναν χρόνο μετά την εξέγερση
Ξημερώματα 17ης Νοεμβρίου 1973, ο στρατός και η αστυνομία της Χούντας έχουν εισβάλει στο κτιρίο του Πολυτεχνείου διαλύοντας έτσι την κατάληψη των φοιτητών που διαδήλωναν με συνθήματα κατά της Δικτατορίας.
Όσα δραματικά συνέβησαν τις πρώτες ώρες μετά τη βίαιη εκκένωση του Πολυτεχνείου αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της εξέγερσης περιγράφονται σε όσα κατέθεσαν αυτόπτες μάρτυρες, έναν χρόνο περίπου αργότερα, όταν η δικτατορία αποτελούσε πλέον παρελθόν.
Την προκαταρκτική εξέταση «προς διακρίβωσιν τυχόν τελέσεως, αξιοποίνων πράξεων εξ αφορμής των περί το Πολυτεχνείον γνωστών αιματηρών εκδηλώσεων του Νοεμβρίου 1973» αναλαμβάνει ο εισαγγελέας πρωτοδικών, Δημήτρης Τσεβάς.
«ΤΑ ΝΕΑ» δημοσιεύουν αποσπάσματα καταθέσεων.
Στις 3 Οκτωβρίου δημοσιεύονται οι καταθέσεις μελών της Συντονιστικής Επιτροπής του Πολυτεχνείου.
“[Οι απλοί στρατιώτες] μπήκαν στο Πολυτεχνείο τρέμοντας. Τους αγακαλιάζαμε φωνάζοντας: ‘Είμαστε αδέλφια, μην ακούτε αυτούς που σας διατάζουν να μας σκοτώσετε’. Κι εκείνοι απαντούσαν: ‘Δεν θέλουμε να σας κτυπήσουμε. Φύγετε γρήγορα. Η Ασφάλεια ψάχει για τα μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής’, και μας βοηθούσαν να εγκαταλείψουμε το Πολυτεχνείο.
«Αντίθετα για την στάση των αστυνομικών, οι φοιτητές έδωσαν ανατριχιαστικές περιγραφές:
“Mας κτυπούσαν με τεράστια καδρόνια και κλομπς. Σ’ όλο το σώμα. Με τον πιο άγριο, με τον πιο βάρβαρο τρόπο.
Στόχο είχαν τα κεφάλια μας. Μας έριχναν κάτω και μας κλωτσούσαν στα κεφάλια”.
«Σε συνομιλία του με τους δημοσιογράφους, ο φοιτητής Στυλιανός Λογοθέτης είπε:
“Όλοι οι νεκροί ήσαν κτυπημένοι από σφαίρες. Ένας είχε δεχθή σφαίρα στην καρωτίδα, άλλος στα γεννητικά όργανα.
Ένας τρίτος είχε δεχθή ριπή στον θώρακα.
Έφεραν κι ένα παιδί με κομμένο πόδι από ριπή.
Λίγο πριν εισβάλη το τάνκ, ένας φοιτητής ανεβασμένος στην κολώνα της πύλης φώναζε: ‘Μη μας κτυπήσετε. Είσαστε αδέλφια μας»
(…)
Eισβολή στο κτίριο του Πολυτεχνείου
“Οι Λοκατζήδες όρμησαν με προτεταμένα τα όπλα τους. Πολλοί φοιτηταί κλείσθηκαν στο κεντρικό κτίριο. Άλλοι στη Σχολή Μηχανολόγων. Όταν οι φαντάροι έφθασαν, τα παιδιά δεν πρόβαλαν καμμία αντίσταση. Και οι φαντάροι προσπαθούσαν να μας βγάλουν γρήγορα. Βγαίνοντας οι αστυνομικοί πυροβολούσαν. Κατάφερα να τρέξω προς τα Εξάρχεια και σώθηκα”
«Για “στρατιές” παρακρατικών που χτυπούσαν «με φοβερό μισός» τους φοιτητές κατά την έξοδό τους, μίλησε ο φοιτητής Δημ. Ανδρουλάκης, μέλος της Σ.Ε. του Πολυτεχνείου.
“Στην γωνία των οδών Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας, μια μεγάλη ομάδα παρακρατικών κραδαίνοντας καδρόνια, που είχαν πάρει από παρακείμενη οικοδομή, χτυπούσαν στα κεφάλια τους φοιτητές.
Τους τσάκιζαν.
Τους πέταγαν κάτω και τους ποδοπατούσαν φωνάζοντας φοβερές χυδαιότητες”.
«Το άγριο ανθρωποκυνηγητό από τους αστυνομικούς περιέγραψε και ο φοιτητής του Πολυτεχνείου Ι. Νυσταζάκης, μέλος κι αυτός της Συντονιστικής Επιτροπής.
“Ήταν τέτοια η καταδίωξη και το μίσος που έδειχναν οι αστυνομικοί, ώστε ένας φαντάρος, στην προσπάθειά του να σώση φοιτητή, βγήκε από το Πολυτεχνείο κρατώντας τον αγκαλιά και πυροβολώντας στον αέρα.
Ένας αστυφύλακας, με το περίστροφο προτεταμένο, πήγε να τους κλείση τον δρόμο.
Ο φαντάρος συνέχισε να πυροβολή. Κι ο αστυνομικός παραμέρισε”.
Ριπές από παντού
Τον Σεπτέμβριο του 1974, λίγο πριν τις καταθέσεις των μελών της Συντονιστικής Επιτροπής, δημοσιεύονται οι καταθέσεις συγγενών θυμάτων και ανθρώπων που επέζησαν από καθαρή τύχη.
«Για τον τραγικό θάνατο του αδελφού του Μάρκου Καραμανή, 22 ετών, ηλεκτρολόγου, κατέθεσε ο κ. Μανώλης Καραμανής:
“Τον σημάδεψαν στον αυχένα. Οι σφαίρες του έκοψαν την καρωτίδα.
Βρισκόταν στην ταράτσα της πολυκατοικίας στην γωνία Πατησίων και Αλεξάνδρας, το πρωί του Σαββάτου, 17 Νοεμβρίου.
Του έρριξαν από το απέναντι κτίριο του ΟΤΕ με πολυβόλο.
Τον μεταφέραμε σε μία κουβέρτα στην κλινική ‘Παντάνασσα’.
Εκεί διαπιστώθηκε ο θάνατός του”.
«Με βλήμα στο κεφάλι μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό ο ξάδελφός του να πέφτη δίπλα του και πριν προλάβη ν’ αντιδράση δέχθηκε κι αυτός σφαίρα».
(…)
«Στους σημερινούς μάρτυρες περιλαμβάνεται και η κ. Ευαγγελία Ξ. Παπαντωνοπούλου 31 ετών, οικοκυρά, κάτοικος Χαϊδαρίου.
»Είχε κατέβη το πρωί του Σαββάτου, 17 Νοεμβρίου, στο Κέντρο της Αθήνας για να ψωνίση, ανύποπτη γι’ αυτό που την περίμενε.
“Κατέβαινα την Πανεπιστημίου. Βρισκόμουν κοντά στου Λουμίδη.
Με χτύπησαν με το πολυβόλο του τανκ που βρισκόταν εκεί.
Η σφαίρα βρήκε στην κοιλιά και έκοψε στη μέση το παχύ έντερο. Την ίδια στιγμή που ένοιωσα τον πόνο κι έπεσα κάτω, γάζωσαν με ριπές το πεζοδρόμιο.
Στις φωνές μου για βοήθεια έτρεξε ένα νέο παιδί. Με σήκωσε και με πήγε στο φαρμακείο Λεμού. Μου είπε ότι είναι φοιτητής της Ιατρικής. Α
υτός με μετέφερε στον Σταθμό Α’ Βοηθειών. Στην πόρτα είπε ότι είναι αδελφός μου.
Δεν πρόλαβε να το πη καλά – καλά. Τον περιέλαβαν δύο υψηλόσωμοι αστυνομικοί και τον χτύπησαν άσχημα. Τον έσυραν μακρυά και τον έχασα. Δεν ξέρω τι απέγινε. Σ’ αυτό το παιδί χρωστώ τη ζωή μου».
«Δύο μήνες έμεινε συνολικά στα νοσοκομεία η κ. Παπαντωνοπούλου. Πρώτα στο Ρυθμιστικό, όπου μεταφέρθηκε με μια κοπέλλα που είχε δεχθή ριπή στην κοιλιά.
“Αυτή η κοπέλλα πρέπει να πέθανε. Ήταν κομμάτια στο μπρος μέρος του σώματός της. Αλλά κι αυτό που αντίκρυσα σ’ ένα μεγάλο θάλαμο του Ρυθμιστικού είναι φοβερό. Τραυματίες κάθε ηλικίας με πληγές ανοιχτές στο κεφάλι, στον θώρακα, στην κοιλιά, παντού».
«Δύο τραυματίες με σφαίρες στον θώρακα, μετέφερε μέσα στο Πολυτεχνείο ο κ. Γιαννακάκης»
“Ο ένας ήταν 16χρονο αμούστακο παιδί. Καθώς τον σήκωνα μού είπε: ‘Μα τι έκανα, κύριε; Θα πεθάνω;’»
O αριθμός των θυμάτων
Ο συνολικός αριθμός των νεκρών κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου παραμένει ακόμα και σήμερα, 48 χρόνια μετά, ζήτημα που δεν έχει οριστικά εξακριβωθεί.
Το 2004, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και ο τότε διευθυντής του ιδρύματος, ο ιστορικός Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, μέλος της Φοιτητικής Επιτροπής Αγώνα και πρόεδρος της συνέλευσης της Φιλοσοφικής Σχολής στο Πολυτεχνείο στις 16 Νοεμβρίου 1973, δημοσιοποίησαν τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας η οποία οδήγησε στην ταυτοποίηση 24 νεκρών.
Όπως όμως ανέφερε η συγκεκριμένη έρευνα «έχει συγκροτηθεί ένας κατάλογος δεκαέξι (16) ανωνύμων περιπτώσεων που είχε θεωρηθεί σε κάποια στιγμή της διαδικασίας ότι ‘προκύπτουν βασίμως’ ως νεκροί, από επίσημες, επώνυμες και σχετικά αξιόπιστες καταθέσεις, με συγκεκριμένα στοιχεία.
»Τέλος, η έρευνα έχει θέσει στο μικροσκόπιο τριάντα (30) επώνυμες περιπτώσεις, που εμφανίζονται επίμονα στους περισσότερους καταλόγους από το 1974 μέχρι και σήμερα, χωρίς να έχουν ποτέ τεκμηριωθεί. Όλες αυτές οι ανώνυμες και οι αμφιλεγόμενες επώνυμες περιπτώσεις παραμένουν σε εκκρεμότητα, προκειμένου να διερευνηθούν περισσότερο, προτού αποφασιστεί οριστικά να υιοθετηθούν ή να απορριφθούν».