Σπεύδω να δηλώσω, ότι κανέναν δεν εξυπηρετεί.
Πρώτον, διότι οικονομικά και τεχνικά δεν είναι επιλέξιμο ένα τέτοιο έργο, όπως είχα την ευκαιρία να αναλύσω στο SLpress.gr, παραθέτοντας συγκεκριμένα στοιχεία. Ούτε την Ελλάδα, αφού για τα όποια κοιτάσματα πιστοποιηθεί η εκμεταλλευσιμότητά τους, νότια – νοτιοδυτικά της Κρήτης και αυτά του Ιονίου δεν τον έχουν ανάγκη. Μια ματιά στον χάρτη αρκεί!
Δεύτερον, ειδικά για την Κύπρο, όταν αδυνατεί να εμποδίσει τις πειρατικές ενέργειες της Τουρκίας τόσο στο έδαφός της, όσο και στην διακηρυγμένη ΑΟΖ της, απλά με την υπογραφή της για έναν αγωγό που δεν θα περνά, όπως είναι φυσιολογικό από την Τουρκία, προσθέτει πονοκεφάλους στην ίδια και κάτω από τις διαμορφωμένες συνθήκες αδυναμίας της, δίνει αφορμές κι επιχειρήματα στην Τουρκία να την καταπιεί ολόκληρη στο τέλος. Ή μήπως πιστεύει κανείς στα σοβαρά, ότι για την Ελλάδα θα πάψει στα ξαφνικά να ισχύει το δόγμα «Η Κύπρος κείται μακράν»; Είναι δυνατό να πιστέψουμε, ότι τώρα μετά από πέντε ολόκληρες δεκαετίες και λόγω του East Med, η Ελλάδα θα ανταποκριθεί στο εθνικό καθήκον προστασίας του κυπριακού ελληνισμού, και στις υποχρεώσεις της που απορρέουν ως εγγυήτριας δύναμης;
Όταν ακόμη και τώρα μετά την υπογραφή του μνημονίου Λιβύης – Τουρκίας, ομιλεί για διαφορές με την Άγκυρα και προτείνει μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και προσφυγή στη Χάγη;
Τρίτον, ούτε το Ισραήλ συμφέρει η κατασκευή αυτού του αγωγού, αλλά τον υπογράφει εξασφαλίζοντας ένα πλέγμα υποστήριξης στα δυτικά του, για να μπορεί να είναι προσηλωμένο στην κύρια απειλή που δέχεται περικυκλωμένο από τους Παλαιστίνιους, τη Χεσμπολάχ, τη Συρία και κυρίως το Ιράν. Κι αυτό ανεξάρτητα τη θέση που μπορεί να έχει ο καθένας μας απέναντι στο Ισραήλ και τη στάση του στο Παλαιστινιακό ζήτημα. Χωρίς κανείς να θέλει να το «αθωώσει» γι’ αυτό και στηλιτεύει τη στάση του, ή από την άλλη, την υποστηρίζει, αυτή είναι η πραγματικότητα για το ίδιο το Ισραήλ, που θεωρείται παρείσακτο στην περιοχή από όλους τους γύρω του.
Εάν η Τουρκία «προσγειωθεί» ξανά στη δυτική «αγκαλιά», με όποιον τρόπο, τότε το Ισραήλ δεν θα έχει κανένα πρόβλημα τους δικούς του υδρογονάνθρακες να τους διαθέτει στην Ευρώπη με αγωγό μέσω της Τουρκίας, που είναι η ευκολότερη και φτηνότερη διαδρομή. Φυσικά, ακόμη και με τη σημερινή Τουρκία δεν θα ήθελε επ’ ουδενί να έλθει σε απ’ ευθείας αντιπαράθεση για έναν -μη επιλέξιμο τεχνικοοικονομικά αγωγό- που θα παρέκαμπτε οριστικά την Τουρκία. Επ’ ουδενί συμφέρει το Ισραήλ να ανοίγει καινούργια μέτωπα, πολύ περισσότερο να εμπλακεί σε «θερμή» αντιπαράθεση με την Τουρκία στα δυτικά του όταν τόσο το Ιράν, όσο και οι Παλαιστίνιοι, είναι έτοιμοι να εκμεταλλευτούν κάθε προσφερόμενη ευκαιρία να του επιτεθούν στο έδαφός του. Έτσι, όποιος περιμένει έμπρακτη στήριξη της Κύπρου από το Ισραήλ, πέραν εκείνης σε πολιτικο-διπλωματικό επίπεδο, πλανάται πλάνην οικτράν. Διότι ακόμη κι εάν το ήθελε -που δεν το θέλει- το Ισραήλ δεν έχει αυτήν την «πολυτέλεια», παρά μόνον με άμεση και έμπρακτη υποστήριξη των Αμερικανών, με την οποία η όλη αντιπαράθεση θα αποκτούσε διαστάσεις μιας άλλης τάξης και ποιότητας παγκόσμιας αντιπαράθεσης.
Τέταρτον, για την Ελλάδα, πέραν ότι για την ίδια ο αγωγός αυτός (και ειδικά το εξαιρετικά δύσκολο τμήμα του ανατολικά της Κρήτης) δεν της προσφέρει κάτι για την μεταφορά στην Ευρώπη δικών της υδρογονανθράκων, που ενδεχομένως ανακαλυφθούν, δεν είναι καν γεωπολιτικό χαρτί που θα μπορούσε να την βοηθήσει στην αντιπαράθεσή της με την Τουρκία. Είναι λάθος να θεωρείται, ότι η υπογραφή για τον αγωγό υπέχει θέση χάραξης ΑΟΖ. Διότι ακόμη κι έτσι να ήταν, πόσο διατεθειμένη είναι να συγκρουστεί, προκειμένου να τον υπερασπισθεί, όταν για δεκαετίες απεμπολεί το δικαίωμά της να εκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια και να χαράξει ΑΟΖ με τα όμορα κράτη;
Αυτό δηλαδή που δεν τολμά να επιχειρήσει άμεσα, προσπαθεί να το πετύχει δια της πλαγίας; Κουτοπονηριές του είδους δεν πείθουν κανέναν.
Πέμπτον, η στάση της Ευρώπης. Δεν υπάρχει. Μόνον εμείς θεωρούμε τα χερσαία και θαλάσσια σύνορά μας, σύνορα της Ευρώπης, με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να το παπαγαλίζει όπου σταθεί και όπου βρεθεί, μήπως μπορέσει να πείσει τον εαυτόν του πρώτα.
Η «Ευρώπη» απέδειξε και στο ζήτημα του μεταναστευτικού, ότι θεωρεί την Ελλάδα μια bufer zone για την προστασία των δικών της συνόρων δυτικά και βόρεια της Ελλάδος και τίποτε παραπάνω. Το ίδιο πράττει και στα υπόλοιπα ζητήματα, διαπραγματευόμενη με την Άγκυρα, αγνοώντας τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας.
Κάθε επί μέρους ευρωπαϊκή χώρα –πλην της δικής μας– ενεργεί με βάση τα επί μέρους συμφέροντά της. Η Γαλλία έχοντας παραδοσιακή αντιπαλότητα με την Τουρκία, ναι, μας στηρίζει, με το αζημίωτο του προμηθευτή οπλικών συστημάτων. Πέραν αυτού, πόσο εμπράκτως άμεσα μπορεί να μας στηρίξει, θα δείξει όταν έλθει η ώρα. Η Ιταλία δεν έχει ιδιαίτερους λόγους να εμπλακεί σε μια αντιπαράθεση που λίγο την αφορά. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι γνωστό για τη φιλοτουρκική του στάση και είναι πρόσφατη η θέση του σχετικά με την κυπριακή ΑΟΖ. Το εάν ο Μπόρις Τζόνσον είναι φιλέλληνας και θελήσει να πει και μια κουβέντα «παρηγορίας» την κρίσιμη στιγμή, θα δείξει επίσης.
Τέλος, η Γερμανία είναι εταίρος της Τουρκίας σε πολλά επίπεδα. Φροντίζει να εξασφαλίζει τις ενεργειακές της ανάγκες συσφίγγοντας τις σχέσεις της με τη Ρωσία -εκνευρίζοντας τους Αμερικάνους- και προφανώς ενδιαφέρεται για τη μεταφορά φτηνού αερίου μέσω της Τουρκίας. Δεν είναι διατεθειμένη να πληρώσει ούτε σεντς παραπάνω για να μας κάνει το χατίρι με τον East Med.
Έκτον, η Ρωσσία. Δεν έχει κανέναν λόγο να εμπλακεί άμεσα σε μια υπόθεση που, προς το παρόν, αποτελεί «εσωτερική τριβή» του δυτικού συνασπισμού. Εξ άλλου, οι υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου και ο East Med μόνον ανταγωνιστικά στα δικά της συμφέροντα θα λειτουργήσουν, έτσι η όποια καθυστέρηση στις εξορύξεις την ευνοεί. Παράλληλα οι ελληνικές κυβερνήσεις προσπάθησαν φιλότιμα τα τελευταία χρόνια να αποκόψουν τις σχέσεις τους με τη Μόσχα, συμμετέχοντας στις κυρώσεις και παίρνοντας πάντα θέση απέναντι στα ρωσσικά συμφέροντα και μάλιστα χωρίς να έχει κανέναν λόγο η χώρα μας να το κάνει. Κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν είναι δυνατό να αναμένει κανείς μια ευθεία παρέμβαση της Ρωσσίας υπέρ των ελληνικών και κυπριακών συμφερόντων, όσο κι αν ενοχλείται και η ίδια από τις υπερφίαλες επιδιώξεις της Άγκυρας για ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο πολυπολικό διεθνές σύστημα που δημιουργείται.
Έβδομον, οι Αμερικανοί. Οι ΗΠΑ θέλοντας με κάθε τρόπο να περιορίσουν την αυξανόμενη επιρροή της Ρωσσίας στην Ανατολική Μεσόγειο ευνοούν τις τριμερείς συνεργασίες μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου και Ισραήλ, όπως και εκείνη με την Αίγυπτο. Η Τουρκία όμως ήταν ανέκαθεν βασικός κρίκος στην αλυσίδα της στρατηγικής των ΗΠΑ για αποκλεισμό της Ρωσσίας από την περιοχή. Θα ήταν στρατηγικό τους λάθος να την εγκαταλείψουν τώρα στην αγκαλιά της Μόσχας. Έχουν κάθε λόγο να την κρατήσουν προσδεμένη στο δυτικό σύστημα. Συνεπώς είναι υποχρεωμένες να λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψη τους τις απαιτήσεις της Τουρκίας, ακόμη κι εάν διαφωνούν με αυτές.
Στη Συρία της άφησαν ελεύθερο το έδαφος, υποχωρώντας και κρατώντας υπό τον έλεγχό τους -για πόσο ακόμη;- τις πετρελαιοπηγές, ίσως με την κρυφή ελπίδα μιας άμεσης σύγκρουσης της Τουρκίας με το καθεστώς Άσσαντ που θα έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση τη Ρωσσία. Έτσι, για τον ίδιο σκοπό, παίρνουν τώρα υποστηρικτική θέση υπέρ της Τουρκίας και των τζιχαντιστών, στην εκκαθάριση που επιχειρείται από τις δυνάμεις της συριακής κυβέρνησης στον τελευταίο θύλακα του Ιντλίμπ. Την υπόθεση στη Συρία την έχουν καταφανώς χαμένη, αλλά δεν το βάζουν κάτω!
Στη Λιβύη, έστω κι αν δεν το δείχνουν, καθόλου δεν τους στενοχωρεί η άμεση στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας, στον βαθμό που θίγονται οι στρατηγικές επιδιώξεις της Ρωσσίας με την υποστήριξή της στον στρατηγό Χαφτάρ.
Όμως, ο χειρισμός από την πλευρά των δυτικών της Άγκυρας, θα ήταν ευκολότερος, εάν δεν υπήρχε η Ελλάδα στη μέση με τα δικά της κυριαρχικά δικαιώματα. Συνεπώς, ο τρόπος των ΗΠΑ ήταν ανέκαθεν να πιεστεί η Ελλάδα να κάνει παραχωρήσεις και να οδηγηθούμε σε μια win-win επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία, με σκοπό την ενότητα και την πλήρη λειτουργικότητα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Η συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο τέθηκε από τους Αμερικανούς πρώτα στο τραπέζι εδώ και δεκαετίες. Με τους Ευρωπαίους να ακολουθούν και το ελληνόφωνο πολιτικό προσωπικό της χώρας μας να αναγάγει τη «συνεκμετάλλευση» σε ύψιστη υποχρέωσή του απέναντι στους «κηδεμόνες» του, προκειμένου να μη χάσει την εύνοιά τους, ψάχνοντας μόνο να βρει τη δικαιολογητική βάση για να την περάσει στο λαό.
Οι ΗΠΑ επίσης ενδιαφέρονται σφόδρα να σπάσουν την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσσία (βλέπετε και πρόσφατες κυρώσεις για τον Nord Stream2). Με την ανακάλυψη πλούσιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο είναι λογικό να ενδιαφερθούν για την πιο γρήγορη εξόρυξη και την ταχύτερη και φτηνότερη δυνατή μεταφορά του αερίου στην Ευρώπη, σπάζοντας το μονοπώλιο της Ρωσσίας. Πέραν των σταθμών υγροποίησης (LNG) και μεταφορά του αερίου με ειδικά δεξαμενόπλοια, ένας αγωγός προς την Ευρώπη είναι απαραίτητος και η διαδρομή του μέσω της Τουρκίας η πιο ενδεδειγμένη. Κι -απ’ όσο αντιλαμβάνομαι- το πρόσφατο East Med Act του Κογκρέσου αφορά ακριβώς στον τονισμό του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ για τα τεκταινόμενα στην Ανατολική Μεσόγειο και τις τριγωνικές συνεργασίες μεταξύ των εμπλεκομένων χωρών, ως «ασπίδα» προστασίας απέναντι στην επέκταση της Ρωσσίας στην περιοχή, δευτερευόντως για την εκμετάλλευση και τη μεταφορά των υδρογονανθράκων με ασφάλεια στην Ευρώπη και όχι γι’ αυτόν καθ’ αυτόν τον αγωγό, που είναι επιλέξιμος μόνον εάν πάψει να υπάρχει άλλη εναλλακτική (πχ μέσω Τουρκίας).
Η αναβάθμιση της Τουρκίας ως ισότιμου συνομιλητή των «μεγάλων»
Τα προβλήματα άρχισαν να δημιουργούνται και να εντείνονται αφής στιγμής η Τουρκία ενδυναμούμενη συνεχώς, τόσο πληθυσμιακά, οικονομικά, τεχνολογικά όσο και στρατιωτικά, άρχισε να διεκδικεί ρόλο περιφερειακής δύναμης και να μην πειθαρχεί στις θελήσεις του δυτικού συνασπισμού, αλλά να διαπραγματεύεται όλο και πιο σκληρά μαζί του, κάνοντας σοβαρά «ανοίγματα» στο αντίπαλο στρατόπεδο.
Η προσπάθεια πραξικοπήματος το 2016 σε βάρος του Ερντογάν έφερε τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα και έσπρωξε φανερά πλέον την Τουρκία σε συνεργασίες με τη Ρωσσία και το Ιράν, υποτίθεται αρχικά για τα ζητήματα της Συρίας, αλλά στη συνέχεια οι σχέσεις επεκτάθηκαν με γεωμετρικούς ρυθμούς στην οικονομία, την ενέργεια και την άμυνα, καθιστώντας την Τουρκία αμφιλεγόμενο εταίρο για το ΝΑΤΟ.
Τώρα γεωστρατηγικά η Δύση -και ειδικότερα οι ΗΠΑ- είναι υποχρεωμένη να «δώσει τα ρέστα της» για να επαναφέρει την Τουρκία στο «μαντρί», αφού τους είναι πολυτιμότατη στην προσπάθεια περιορισμού της Ρωσσίας, πέραν του γεγονότος ότι αποτελεί μια μεγάλη και κρίσιμη αγορά για τα προϊόντα των χωρών της. Διαπραγματεύονται μαζί της και την καλούν -από κι ως που άραγε- να συμμετάσχει στη σύνοδο για τη Λιβύη στη Γερμανία στο τέλος του Γενάρη. Σύνοδο που ο Ερντογάν μόλις χθες απείλησε, ότι θα την τινάξει στον αέρα εάν ο Χαφτάρ εισέλθει στην Τρίπολη.
Η Τουρκία ενδυναμούμενη κατόρθωσε να εκμεταλλεύεται την παραδοσιακή αντιπαράθεση ΗΠΑ – Ρωσσίας και να κερδίζει προς το παρόν και από τους δύο, αναβαθμίζοντας τη θέση της ως ισότιμος συνομιλητής, που εναλλάξ μπορεί να γράφει τους άλλους στα παλαιότερα των υποδημάτων του Ερντογάν, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της, όπως η ίδια τα αντιλαμβάνεται.
Μπορεί τελικά ο Ερντογάν να «φύγει νύχτα», όπως πολλοί ελπίζουν και στη χώρα μας, αλλά θα αφήσει πίσω του ισχυρή παρακαταθήκη. Προς το παρόν είναι υποχρεωμένοι όλοι, να τον λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν…
Ο East Med ως διαπραγματευτικό χαρτί
Σε αυτό το γύφτικο παζάρι, όπως έχει εξελιχθεί η γεωπολιτική διελκυστίνδα στην ευρύτερη περιοχή μας, και η προσπάθεια αποκλεισμού της Ρωσσίας, ο East Med βρήκε τη θέση του, έστω κι ως «πυροτέχνημα» και διαπραγματευτικό «χαρτί». Πρώτα για να «πιεστεί» και να «πεισθεί» η Άγκυρα ότι την συμφέρει η παραμονή της στο δυτικό στρατόπεδο, τόσο με την κατασκευή του αγωγού δια μέσου του εδάφους της ως η πλέον ρεαλιστική λύση, που μόνον να κερδίσει έχει από αυτήν, όσο και με την ευρύτερη στήριξη (που μεταφράζεται και στο «κάνω τα στραβά μάτια»), σε άλλα ζητήματα που την απασχολούν, από το Κουρδικό μέχρι το Αιγαίο. Δηλαδή, στον βαθμό που η Άγκυρα δεν «πείθεται» οι -έστω κι εξεζητημένες και μη οικονομικά συμφέρουσες- επιλογές παραμένουν στο τραπέζι ως έσχατο μέσο «πίεσης».
Η Άγκυρα ακολουθεί όμως το δικό της δρόμο. Έχοντας αποκτήσει μεγάλη αυτοπεποίθηση και γνωρίζοντας, ότι όλοι, σε δύση και ανατολή, δεν επιθυμούν να τη δουν μεγάλη δύναμη, θα συνεχίσει στον ίδιο καμβά, διότι είναι υποχρεωμένη να το κάνει, με την τριχοτόμησή της να αποτελεί τον μόνιμο εφιάλτη της.
Έτσι απέναντι στο «σκιάχτρο» του East Med τοποθετείται καθαρά και απερίφραστα: «Τίποτε δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη δική μας συμμετοχή». Που σημαίνει με απλά λόγια: «Δεν θέλετε να δεσμευτείτε με το να περάσει ο αγωγός από τα εδάφη μας, υπονομεύοντας τα συμφέροντά μας και για να περιορίσετε τη δύναμή μας; Πολύ ωραία, αλλά ο East Med δεν γίνεται χωρίς τη δική μας άδεια και κυριαρχική συμμετοχή, αφού εμείς είμαστε, είτε το θέλετε, είτε όχι, αφεντικό στην περιοχή και όχι υπηρέτης του οποιουδήποτε».
Έτσι από υποτιθέμενη κίνηση ματ για την απομόνωση της Τουρκίας, ο East Med εξελίσσεται σε νέο πεδίο οξείας αντιπαράθεσης με την Τουρκία, με την τελευταία να ισχυροποιεί τη θέση της επικαλούμενη ακριβώς αυτήν την προσπάθεια απομόνωσής της μέσω ενός μη επιλέξιμου τεχνικοοικονομικά έργου. Με συνέπεια και αφού γνωρίζει πολύ καλά, ότι τελικά είναι οι άλλοι που στο τέλος θα υποχρεωθούν να συναλλαχθούν μαζί της για τη μεταφορά του αερίου μέσα από το έδαφός της. Ότι τελικά μόνο χαμένη δεν θα βγει και από αυτήν την «παρτίδα», αφού μάλιστα καταφέρει να βάλει «χέρι» και στους υδρογονάνθρακες εντός της κυπριακής ΑΟΖ και στη συνέχεια εντός των περιοχών ελληνικών συμφερόντων.
Με την αναξιοπιστία του πολιτικού προσωπικού στην Ελλάδα σε ακόμα μεγαλύτερα ύψη, αφού επ’ ουδενί δεσμεύεται ακόμη και την ασφάλεια του αγωγού να προασπίσει, αναμένοντας από τρίτους να αναλάβουν αυτήν την υποχρέωση (ΝΑΤΟ, ΗΠΑ, Ισραήλ κτλ).
Ανεξάρτητα, μάλιστα, το πως θα εξελιχθεί η κατάσταση στη Λιβύη, η Τουρκία έχει ήδη βάλει καλά το πόδι της εκεί, με τη στρατιωτική της παρουσία, και συμμετέχει ισότιμα στις διεθνείς συζητήσεις για το μέλλον αυτής της χώρας. Η συμφωνία μάλιστα με την κυβέρνηση Σάρατζ για τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών μεταξύ της Τουρκίας και της Λιβύης ήδη παράγει τετελεσμένα, τα οποία η χώρα μας δεν μπόρεσε έγκαιρα να αποτρέψει, είτε πριν συμβεί, είτε αμέσως μετά αμέσως την υπόθεση αυτή casus belli και διακόπτοντας κάθε διάλογο με την Τουρκία.
Αντίθετα, ο πρωθυπουργός της χώρας μας έσπευσε αμέσως να συναντηθεί με τον Ερντογάν και να μιλήσει για διαφορές που μπορούν να επιλυθούν εάν δείξουμε και οι δύο καλή θέληση. Αντί να στηλιτεύσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την επιθετικότητα της Τουρκίας, επανέλαβε τα τετριμμένα περί μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και περί προσφυγής στη Χάγη. Προσφυγή για ποιες διαφορές άραγε; Ή για να μπουν στο παζάρι τα θεμελιώδη κυριαρχικά μας δικαιώματα επί του εδάφους, του αέρα και της θάλασσας;
Ποια θα ήταν μια λογική και εθνικά αποδεκτή στάση απέναντι στην Τουρκία;
1. Αμέσως μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας Λιβύης – Τουρκίας, να συγκληθεί η ολομέλεια της βουλής και να κηρύξει τη συμφωνία αυτή αιτία ως πολέμου (casus belli) με την Τουρκία. Ακριβώς, ό,τι έκανε ήδη εδώ και 30 χρόνια η τουρκική βουλή για να αποτρέψει την επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια!
2. Η ελληνική κυβέρνηση, αντί να «κωλοτρίβεται» σε αδιέξοδες συναντήσεις με τον Ερντογάν και να ομιλεί περί διαφορών και Χάγης, καθώς και να επιζητεί λόγια «παρηγορίας» δεξιά κι αριστερά, να προσέφευγε άμεσα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Να καταγγείλει στο υψηλότερο διεθνές επίπεδο την Τουρκία για επιθετικές ενέργειες σε βάρος μας και διακηρύσσοντας σε όλους τους τόνους, ότι επ’ ουδενί δεν πρόκειται να οδηγηθούμε σε μια διαπραγμάτευση με τη διαμεσολάβηση ουδενός, που μόνο σκοπό θα έχει τη νομιμοποίηση των παράνομων και παράλογων απαιτήσεων της Άγκυρας. Αντίθετα να δηλώσει σε όλους τους τόνους, ότι θα απαντήσουμε με κάθε μέσο και τρόπο τη στιγμή που εμείς θα επιλέξουμε, και να θέσει τις ένοπλες δυνάμεις στη μεγίστη επιφυλακή.
3. Να φροντίσει, έστω και τώρα στο και 5’ να ενισχύσει με κάθε τρόπο, τόσο το εσωτερικό μέτωπο, αντί να καθυσηχάζει με στρακαστρούκες τύπου East Med, όσο και την αποτρεπτική ισχύ των ενόπλων δυνάμεων, παραβιάζοντας ακόμα και τις συμφωνίες με το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και τον ESM περί πρωτογενών πλεονασμάτων, λόγω ακριβώς των εκτάκτων συνθηκών και του πολεμικού κλίματος, που δημιουργεί η τουρκική απειλή και η Ευρώπη δεν μπορεί, ή δεν θέλει να αποτρέψει. Ακόμη και η προοπτική να σταματήσουμε λόγω του πολεμικού κλίματος, που δημιουργεί η τουρκική επιθετικότητα, την αποπληρωμή του χρέους, θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελεί ένα ισχυρό όπλο στα χέρια μας, αφού η εθνική άμυνα προέχει κάθε άλλης προτεραιότητας και ιεράρχησης υποχρεώσεων προς τρίτους.
4. Επανασχεδιασμό και εφαρμογή του εγκαταληφθέντος κοινού αμυντικού δόγματος Ελλάδας – Κύπρου, με προοπτική ακόμη και επαναφοράς του αιτήματος Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, που θα έδινε μια άλλη εντελώς διαφορετική τροπή στις εξελίξεις. Αφού, τόσα χρόνια, η πολιτική κατευνασμού απέτυχε παταγωδώς, η «όξυνση» είναι η απάντηση στην επιθετικότητα της Τουρκίας.
Εάν γινόντουσαν όλα αυτά και άλλα τόσα, τότε και μόνον τότε θα αποκτούσε βαρύτητα και η υπογραφή για τον East Med και θα άξιζε τον κόπο να το συζητήσουμε.
Ο East Med μας κάνει κακό!
Αυτά όμως όλα θα προϋπέθεταν πολιτική ηγεσία πατριωτική.
Μια πολιτική ηγεσία που να θέλει και να μπορεί να διεκδικεί τα συμφέροντα της χώρας που εκπροσωπεί.
Μια πολιτική ηγεσία που δεν θα φρόντιζε μόνον για τη δική της διατήρηση στις εξουσία έστω και αν αυτή αφορά σε ένα προτεκτοράτο και όχι σε μια ελεύθερη χώρα.
Μια πολιτική ηγεσία που θα είχε ήδη φροντίσει για την ανάπτυξη όλων των συντελεστών ισχύος της χώρας μας, από το εσωτερικό αρραγές μέτωπο μέχρι την οικονομία και την άμυνα της χώρας.
Μια πολιτική ηγεσία που θα αντιλαμβάνονταν το ρόλο της ως λειτούργημα απέναντι στην πατρίδα και την κοινωνία και όχι ως μέσο πλουτισμού της ίδιας και μιας μικρής παρασιτικής ελίτ που εκφράζει και εκπροσωπεί.
Μια πολιτική ηγεσία που δεν θα είχε με επιμέλεια φροντίσει να ξεπουληθεί το σύμπαν και να εξαθλιωθεί ο λαός για μια χίμαιρα, αυτήν της τάχα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, οδηγώντας στην παράδοση της νομισματικής κυριαρχίας και στη συνεπαγόμενη χρεοκοπία, με την τρόικα να κάνει το αφ’ υψηλού κουμάντο.
Τελικά ο East Med, ενώ δεν εξυπηρετεί κανέναν απολύτως παρά μόνον χρησιμοποιείται για επικοινωνιακούς σκοπούς στο μεγάλο παζάρι γύρω από τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, μας κάνει κακό.
Μας κάνει κακό στον βαθμό που χρησιμοποιείται εσωτερικά, τόσο από την κυβέρνηση, όσο και από σύσσωμο το πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ για αποπροσανατολισμό από το κυρίαρχο, που δεν είναι άλλο από τις συμφωνίες παρασκηνίου σταδιακής αποδοχής των τετελεσμένων από την Τουρκία, στο όνομα του «να μη γίνει πόλεμος». Διότι αυτή καθ’ αυτή η συμφωνία προϋποθέτει πάνω απ’ όλα τη διάθεση και τη δυνατότητα να την υπερασπίσεις επί του πεδίου εμπράκτως. Πράγμα που το πολιτικό σύστημα ουδέποτε έπεισε ότι το θέλει και αποφεύγει να δεσμευτεί σαν το διάολο το λιβάνι, αναδεικνύοντας «στρακαστρούκες» τύπου Χάγης ως υπεύθυνες και συνετές εθνικές θέσεις που απομονώνουν τάχα την Άγκυρα.
Μας κάνει κακό, ακριβώς η ιδεοληψία και ότι εν όψει της υπογραφής για τον αγωγό, υποβαθμίζονται οποιεσδήποτε άλλες πολύ σοβαρότερες κινήσεις που θα έπρεπε να έχουν ήδη γίνει, ή έστω μπορεί να γίνουν τώρα, στο πλαίσιο μιας συνολικότερης εθνικής στρατηγικής, αλλά δεν γίνονται, ακριβώς γιατί λείπει αυτή η στρατηγική και προπαντός η βούληση για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή της.
*Οι προτάσεις του αρθρογράφου αυτονοήτως εκφράζουν τον ίδιο και όχι κατ’ ανάγκη τις θέσεις της Iskra