Εγκληματικές οι κυβερνητικές ευθύνες
Επί ένα χρόνο το Bloomberg μέσα από τον δείκτη του Covid Resilience Ranking παρακολουθεί τα καλύτερα και χειρότερα μέρη που μπορεί να βρεθεί κανείς κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ο δείκτης καταρτίζεται με βάση 12 κριτήρια, μεταξύ αυτών τον έλεγχο των κρουσμάτων, την ποιότητα του συστήματος υγείας, την εμβολιαστική κάλυψη, τη θνητότητα και την πρόοδο προς την επανεκκίνηση των ταξιδιών και την άρση ταξιδιωτικών περιορισμών. Καλύπτει δε τις 53 χώρες με το υψηλότερο ΑΕΠ.
Αποτιμώντας τα στοιχεία 12 μηνών, το πρακτορείο επισημαίνει ότι ένα στοιχείο είναι ξεκάθαρο: η προηγούμενη πορεία δεν εγγυάται τη μελλοντική, την επιτυχία δηλαδή ή την αποτυχία. Κάποιες χώρες δέχονται αλλεπάλληλα χτυπήματα, ενώ άλλες κατάφεραν, παρότι χτυπήθηκαν κάποια στιγμή σκληρά, να αντιστρέψουν την κατάσταση.
Τα αποτελέσματα για τη χώρα μας είναι απογοητευτικά καθώς βρέθηκε κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς σε χειρότερη θέση ακόμα και από το Βέλγιο. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε δυσχερέστερη θέση από τη χώρα μας έναντι του συνόλου των ευρωπαϊκών κρατών υπήρξαν μόνο η Τσεχία και η Πολωνία!
Όπως εξηγεί το πρακτορείο, αρχικά οι χώρες που τα πήγαν καλύτερα ήταν αυτές που επέβαλαν σκληρά περιοριστικά μέτρα, περιλαμβανομένων lockdown και ελέγχων στα σύνορα. Στη συνέχεια, όσες κατάφεραν να προχωρήσουν ταχύτερα τη διάθεση εμβολίων. Κατόπιν, αυτές που κατάφεραν να συνδυάσουν την επιστροφή στην κανονικότητα με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού.
Καθώς βρισκόμαστε σε ένα ακόμα σημείο καμπής, με τα lockdown να επιστρέφουν σε κάποιες χώρες και να δημιουργούνται προσδοκίες ότι με τα χάπια κατά της Covid θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η βαριά νόσηση, το Bloomberg ανέλυσε τα συνολικά στοιχεία της τελευταίας χρονιάς, αναζητώντας τις χώρες που τα πήγαν συνολικά καλύτερα στην επιστροφή στην κανονικότητα και τον απόλυτο δείκτη: την αποφυγή θανάτων.
Η εξέλιξη της πανδημίας σήμανε ότι καμία χώρα δεν κατάφερε να είναι επιτυχημένη καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς, εξηγεί. Νέα Ζηλανδία και Σιγκαπούρη, κάποτε πρώτες, τώρα υποχωρούν εξαιτίας της μετάλλαξης Δέλτα, προχωρώντας σε νέους περιορισμούς. Οι ΗΠΑ, πρώτες τον Ιούνιο και το Ισραήλ, ταχύτερο όλων στη διάθεση των εμβολίων, πιάστηκαν εξαπίνης το καλοκαίρι με μεγάλη αύξηση κρουσμάτων, κυρίως σε ανεμβολίαστους. Στον αντίποδα, κράτη όπως το Μεξικό και η Βραζιλία, οι οποίες στις αρχές της χρονιάς ήταν μεταξύ των χειρότερων, βελτιώθηκαν στη συνέχεια.
Ελάχιστες ήταν οι χώρες που αποδείχθηκαν οι πλέον συνεπείς στην πορεία του χρόνου, δεν έπεσαν δηλαδή ποτέ κάτω από τον μέσο όρο. Πρόκειται για τις Νορβηγία, Δανία και Φινλανδία από την Ευρώπη και τις Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Καναδάς, Νότια Κορέα και Ελβετία.
Ισχυρά συστήματα υγείας και κοινωνική συνοχή είναι κοινοί παρονομαστές στα παραπάνω κράτη, όπως και η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση αλλά και η διάθεση των κατοίκων να ακολουθήσουν τους κανόνες που υιοθετήθηκαν. Παράλληλα, το γεγονός ότι είναι οικονομικά ισχυρές σήμαινε ότι ήταν σε θέση να αποκτήσουν γρήγορα σημαντικές ποσότητες εμβολίων.
Στον αντίποδα βρίσκονται Αργεντινή, Ιράν, Μεξικό, Βραζιλία, Περού, Πολωνία, Νιγηρία, Πακιστάν και Νότια Αφρική. Κάθε μια από αυτές δεν κατάφερε ποτέ να βρεθεί πάνω από τον μέσο όρο, ενώ το τίμημα σε ανθρώπινες ζωές ήταν βαρύ.
Ενα αξιοσημείωτο εύρημα του πρακτορείου πάντως σχετίζεται με την κινητικότητα στην κοινωνία, ένα δείκτη που παρακολουθεί τις μετακινήσεις από και προς τα γραφεία και τα καταστήματα σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα. Ελλάδα, αλλά και ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία και Γερμανία παρέμειναν σχετικά σταθερές, κάτι που σημαίνει ότι αποφεύχθηκε η εβδομαδιαία πτώση να ξεπεράσει το 10% από τα τέλη της περασμένης χρονιάς.