Ολοκλήρωσαν χθες, Παρασκευή 25 Ιανουαρίου, τις επαφές τους στην Αθήνα οι εκπρόσωποι των “θεσμών”, αφήνοντας ανοιχτή τη ρύθμιση για τη λαϊκή κατοικία και επιμένοντας σταθερά στη συνέχιση των αντιλαϊκών μέτρων, κυρίως σε βάρος των εργασιακών σχέσεων.
Οι συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση θα συνεχιστούν και η έκθεση της Κομισιόν θα δημοσιοποιηθεί στις 27 Φεβρουαρίου.
Στα θέματα που θα συνεχιστούν οι συζητήσεις περιλαμβάνεται το διάδοχο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη. «Πρόκειται για λεπτομέρειες που θέλουν δουλειά, αλλά η διαδικασία βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο», ανέφερε κυβερνητικό στέλεχος μετά την ολοκλήρωση των συναντήσεων.
Ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι η ρύθμιση των 120 δόσεων προς την Εφορία δεν συζητήθηκε στην παρούσα φάση, υπονοώντας ότι δεν θα υπάρξει άμεση ρύθμιση. Στις συναντήσεις συζητήθηκε και το θέμα των αναδρομικών.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση που εξέδωσαν οι “θεσμοί”, «δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην αξιολόγηση της εφαρμογής των 16 ειδικών μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων για το τέλος του 2018 που επισυνάπτονται στη δήλωση του Eurogroup του Ιουνίου 2018, καθώς και της γενικής δέσμευσης για τη συνέχιση και την ολοκλήρωση των βασικών μεταρρυθμίσεων που δρομολογήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος. Η αποστολή επικεντρώθηκε επίσης σε μέτρα για την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής της στρατηγικής εξυγίανσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αναθεώρησης του νόμου περί προστασίας της πρώτης κατοικίας».
Στην πρώτη του έκθεση συμπερασμάτων, στο πλαίσιο της «μεταμνημονιακής» παρακολούθησης, το ΔΝΤ συστήνει να μην υπάρξει καμία χαλάρωση στις αντιλαϊκές «μεταρρυθμίσεις», επικαλούμενο τους «δημοσιονομικούς κινδύνους» που προκύπτουν από τις δικαστικές αποφάσεις, αλλά και «εξωτερικούς κινδύνους» όπως μια επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου.
Ειδικά για τις εργασιακές σχέσεις, το Ταμείο υποστηρίζει πως η περισσότερη ευελιξία θα άμβλυνε «τυχόν αρνητικές επιδράσεις» στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση από «μισθολογικές πιέσεις οι οποίες υπερβαίνουν την αύξηση της παραγωγικότητας και από την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού».
Τα αντιλαϊκά αντανακλαστικά οξύνει και η υστέρηση των εσόδων στον κρατικό προϋπολογισμό. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το υπουργείο Οικονομικών, το Δεκέμβριο του 2018, τα καθαρά έσοδα του προϋπολογισμού ανήλθαν σε 6.210 δισ. ευρώ και ήταν μειωμένα κατά 2.243 δισ. ευρώ σε σχέση με τον μηνιαίο στόχο.
Συνολικά για το 2018 το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν 3.237 δισ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3.604 δισ. ευρώ.