Σε μια περίοδο υγειονομικής, οικονομικής κρίσης και προκλήσεων από μεριάς της Τουρκίας, αναδεικνύεται όλο και περισσότερο, η αναγκαία στροφή που πρέπει να κάνει η χώρα μας στην γεωπολιτική σκακιέρα, αν θέλει να διεκδικήσει την Εθνική της ανεξαρτησία και να εφαρμόσει ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που θα της δίνει δυνατότητες προόδου και ανάπτυξης. Οι κυβερνήσεις ωστόσο ειδικά την τελευταία δεκαετία, δείχνουν σαν να μην έχουν καταλάβει ότι ζούμε σε έναν πολυπολικό κόσμο ,όπου οι ισορροπίες αλλάζουν ραγδαία . Έτσι η Ελλάδα σύρεται οικονομικά πίσω από την Γερμανία, η οποία όχι μόνο δεν έχει να της προσφέρει τίποτα, αλλά αντίθετα είναι υπεύθυνη για την οικονομική και κοινωνική της καταστροφή , εξαιτίας των μνημονιακών πολιτικών που της επέβαλε, με τη συνεργασία μιας σειράς κυβερνήσεων που με άλλη ατζέντα εκλέγονταν και άλλη εφάρμοζαν.
Από την άλλη πλευρά το πολιτικό σύστημα στην χώρα, προσπαθεί να μας πείσει, ότι είμαστε ασφαλείς με τη συμμετοχή μας στην βορειοατλαντική συμμαχία. Στην πραγματικότητα η Ελλάδα, σαν το πιο πιστό μέλος του ΝΑΤΟ στην περιοχή αποτελεί Νο1 στόχο κάθε χώρας στην οποία αυτό επεμβαίνει. Οι εμπειρίες της χώρας μας από αυτή τη συμμαχία, είναι τραυματικές αν αναλογιστούμε το μέγεθος της απώλειας της μισής Κύπρου και την γκριζοποίηση του Αιγαίου. Ας μην ξεχνάμε ποιός μηχανισμός ήταν αυτός που έφερε άρον άρον τη συμφωνία των Πρεσπών , γνωρίζοντας ότι οι κυβερνήσεις , υπογράφουν ότι χαρτί τους δώσουν, ακόμη και κάποιες φορές χωρίς να το διαβάσουν .Το ΝΑΤΟ επίσης υποστηρίζει το παράνομο μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, που αποσκοπεί, στο να βάλει χέρι η Τουρκία στους υδρογονάνθρακες Ελλάδας και Κύπρου. Αυτή η συμφωνία ωστόσο είναι πολύ πιθανόν να μην έχει κανένα μέλλον, μετά την αναγγελία για παραίτηση του Σάρατζ. Επιπλέον οι δήθεν σύμμαχοι, μένουν άφωνοι καθημερινά ενάντια στις επιθετικές, αυθαίρετες κινήσεις της Τουρκίας στην περιοχή, μια χώρα που αυτή την στιγμή, έχει εισβάλει σε εδάφη 3 ξένων κρατών και πριν λίγο καιρό εργαλειοποιούσε τους πρόσφυγες που γεννούσαν οι δικές της επεμβάσεις, σε Συρία και Λιβύη για να πιέσει την Ελλάδα στον Έβρο. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ο οργανισμός με τη συμμετοχή της Ε.Ε, να δημιουργεί μεγάλα προσφυγικά κύματα κατατρεγμένων , που μεγάλο μέρος εξ’ αυτών παγιδεύεται στην Ελλάδα , εξαιτίας της συνθήκης του Δουβλίνου.
Δυστυχώς σήμερα βλέπουμε την κυβέρνηση να μην μπορεί να αντιδράσει και να οδηγείται σε μια άνευ όρων συζήτηση, χωρίς προϋποθέσεις για το Αιγαίο, γεγονός που οδηγεί σε επικίνδυνους ατραπούς για τα ζωτικά συμφέροντα της Ελλάδας . Αυτή η πραγματικότητα διαμορφώνει ένα τετελεσμένο σκηνικό, από την στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση, μένει ανήμπορη διπλωματικά μέχρι και σε εχθρικές καθημερινές δηλώσεις, όπως του Ακάρ , περιμένοντας πάντα τηλέφωνο είτε από τις ΗΠΑ είτε από το Βερολίνο για να κάνει την κάθε της κίνηση. Έτσι αρκετές φορές η αξιοπιστία χάνεται όταν οι εταίροι, την ώρα που η Τουρκία έχει τις πιο ακραίες απαιτήσεις διαχρονικά, διοργανώνουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με την Τουρκία, στο πλαίσιο μιας ανύπαρκτης συμμαχίας, η οποία σε καμία περίπτωση δεν διασφαλίζει τα συμφέροντα και την ασφάλεια της κοινωνικής πλειοψηφίας και του εργαζόμενου λαού στην πατρίδα μας.
Μπροστά στις άγριες διαθέσεις του Ερντογάν στην περιοχή, η Ελλάδα έχει εναλλακτική, η οποία περνάει από έναν δύσκολο αλλά αναγκαίο δρόμο, προκειμένου να εξασφαλιστούν καλύτερες προοπτικές για την ειρήνη και την συνεργασία . Η χώρα οφείλει να αποκαταστήσει ΧΘΕΣ τις σχέσεις της με την κυβέρνηση της Συρίας, τις οποίες διέκοψε η κυβέρνηση Σαμαρά στα τέλη του 12, επειδή ο Άσαντ και ο Συριακός λαός, έκαναν το καθήκον τους και δεν άφησαν ξένες δυνάμεις να κάνουν τσιφλίκι τους την Συρία. Ας μην ξεχνάμε ότι η Συρία είναι ένα κράτος που είχε πάντα δεσμούς με την Ελλάδα. Στην κρίση του Μάρτη του 87 με την Τουρκία, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην έκβαση της έντασης, δηλώνοντας ότι αν η Τουρκία παραβιάσει τα σύνορα με την Ελλάδα, είναι σαν να παραβιάζει και τα σύνορα της Συρίας.
Φυσικά η Συρία δεν κέρδισε μόνη της τον πόλεμο, αλλά είχε στο πλευρό της κατά κύριο λόγο τη Ρωσία. Η χώρα μας είχε τη δυνατότητα να ανοίξει νέους ορίζοντες στο γεωπολιτικό χάρτη το 2015, όταν ο Παναγιώτης Λαφαζάνης σαν υπουργός ενέργειας και ο Ρώσος ομόλογος του Αλεξάντερ Νόβακ, έκαναν την ιστορική συμφωνία για τον αγωγό φυσικού αερίου. Για αυτή τη συμφωνία δε θέλει να ακούει ούτε ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, ούτε η Ν.Δ, διότι ήταν μια συμφωνία η οποία όχι μόνο έδινε τη δυνατότητα στον Ελληνικό λαό να έχει φθηνή ενέργεια με μεγάλα οικονομικά οφέλη για το δημόσιο, αλλά ήταν μια συμφωνία που κατά κύριο λόγο ελευθέρωνε την Ελλάδα από την θηλιά της δύσης. Ήταν ένα μνημόνιο συνεργασίας, όχι σαν αυτά που μας επιβάλουν οι τραπεζίτες και οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών, καταστροφής της οικονομίας και της κοινωνίας, αλλά θωράκισης της ενεργειακής αυτάρκειας και σταθερότητας στην περιοχή. Τέτοιες συμφωνίες στο σήμερα είναι πιο αναγκαίες από ποτέ για την Ελλάδα, ώστε να μπορέσει εκμεταλλευόμενη τις διαφορές των μεγάλων παικτών, να ανασάνει και να έχει τη δυνατότητα να ανακτήσει την εθνική της ανεξαρτησία.
Η ευκαιρία αυτή μπορεί να χάθηκε με την μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο τίποτα δεν τελείωσε ακόμη. Η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να συνεχίζει στον ίδιο λανθασμένο δρόμο που είχαν βαδίσει και οι προηγούμενες θέτοντας την χώρα σε μεγάλους κινδύνους εξαιτίας των ιδεοληψιών της, ωστόσο στο χέρι του Ελληνικού λαού είναι, να πει ένα όχι στο νέο γεωπολιτικό σκληρό μνημόνιο που ετοιμάζουν κρυφά στις πλάτες του, να χαράξει μια νέα γραμμή ,για μια χώρα ανεξάρτητη, με λαϊκή κυριαρχία , που σε ένα άλλο πλαίσιο θα οικοδομεί φιλίες με τους λαούς της περιοχής και θα έρχεται πιο κοντά στην σοσιαλιστική προοπτική.