Μνήμη Θ. Παπαρήγα με ένα επίκαιρο κείμενο για το σημερινό ΚΚΕ

1377
Παπαρήγα

Στις 21/10 συμπληρώθηκαν 14 χρόνια από τον αναπάντεχο θάνατο του Θανάση Παπαρήγα, γνωστού σε όλον τον αριστερό προοδευτικό κόσμο για τη συνεισφορά του, το ζωηρό πνεύμα του, την διεισδυτική σκέψη του, το πηγαίο και εντελώς πρωτότυπο χιούμορ του και τις “ιδιομορφίες” του.
Παραθέτουμε στη μνήμη του Θανάση Παπαρήγα ένα κείμενο που έγραψε το 2000 στην τότε προσυνεδριακή συζήτηση, το οποίο αντλήσαμε από την ιστοσελίδα του “Εργατικού Αγώνα”, και το οποίο είναι άκρως επίκαιρο και θα προσέθετα ανατρεπτικό, ανατρεπτικότατο, της πολιτικής κατεύθυνσης που ακολουθεί σήμερα το ΚΚΕ, το οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ πετάει στα σκουπίδια κάθε σκέψη περί “εξάρτησης”, υποβαθμίζει μέχρι εκμηδενίσεως την αμεσότητα και μεταβατικότητα των αιτημάτων που σχετίζονται με την κατάκτηση της εθνικής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας, ορίζει λαθεμένη ως άμεσο στόχο τον σοσιαλισμό και μάλιστα με όλα τα χαρακτηριστικά του “υπαρκτού” (δες τελευταίες παρατηρήσεις του Θαν. Παπαρήγα) και τέλος στενεύει ασφυκτικά το χαρακτήρα και το περιεχόμενο των συμμαχιών του.
Ν.Ζ.
Παραθέτουμε στη συνέχεια ολόκληρο το εξαιρετικά επίκαιρο κείμενο – παρέμβαση του Θανάση Παπαρήγα στο προσυνεδριακό διάλογο του 16ου συνεδρίου του κόμματος, το οποίο γράφτηκε τον Απρίλιο του 2000 πριν 16, περίπου, χρόνια:
ΜΕΡΙΚΑ ΚΡΙΣΙΜΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ
Για να μην απασχολώ τον αναγνώστη με μακρούς προλόγους, θα μπω άμεσα στο θέμα μου:
Έχω την αίσθηση ότι μερικά εδάφια των Θέσεων για το 16ο Συνέδριο χρειάζονται καλύτερη επεξεργασία, ώστε να μας προφυλάσσουν από πιθανές – και εντελώς δυνατές στις σημερινές συνθήκες – παρεξηγήσεις. Συγκεκριμένα:
– Γιατί, τέλος πάντων, δίνουμε τόση σημασία και κάνουμε τόσο θόρυβο για την πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό; Φοβούμαι (και εύχομαι να πέφτω εντελώς έξω) ότι, στις Θέσεις, δε φαίνεται επαρκώς ότι το υπόβαθρο όλων αυτών είναι η προστασία της εθνικής μας ανεξαρτησίας, η απόκρουση του κινδύνου της ολοκληρωτικής εθνικής μας υποδούλωσης. Και, πράγμα ακόμη σοβαρότερο, δε φαίνεται ότι πρόκειται όχι απλώς για υπόβαθρο αλλά και για πιεστικό καθήκον. Πράγματι, ενάμιση αιώνα μετά την κραυγή αγωνίας του Α. Κάλβου, που θεωρούσε ακόμη και την καταστροφή της χώρας σαν προτιμητέα λύση «παρά προστάτας νάχωμεν», σήμερα βρισκόμαστε αντιμέτωποι όχι απλώς με «προστάτες», αλλά με δυνάμεις που απαιτούν πλήρη υποταγή και, μάλιστα, να μας αρέσει κιόλας. Ακόμη χειρότερα: Δυναμώνει εξαιρετικά ο τρομαχτικός, δε διστάζω να πω ο φρικιαστικός κίνδυνος να δούμε τη χώρα μας όχι μόνο υπόδουλη την ίδια, αλλά και όργανο για την υποδούλωση και την καταπάτηση της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας άλλων λαών. Αναρωτιέμαι: Δεν είναι, άραγε, χρέος και καθήκον, όχι εθελοντικό αλλά υποχρεωτικό και απαράγραπτο, όλων των Ελλήνων πατριωτών να μην αφήσουν, όσον εξαρτάται από αυτούς, κάτι τέτοιο να συμβεί;
– Είναι ο πατριώτης αναγκαστικά αντίπαλος και του καπιταλιστικού συστήματος; Η διατύπωση στη Θέση 48, Παρ. 11 (σελ. 41 του φυλλαδίου) αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας τέτοιας παρεξήγησης. Μιας παρεξήγησης, επισημαίνουμε, η οποία
1) Αντανακλά μια άποψη η οποία δεν είναι γενικά σωστή και 2) Αντανακλά μια άποψη η οποία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει δεκτή στη σημερινή συγκυρία.
Αν έχω καταλάβει καλά, η πολιτική του μετώπου δεν είναι πολιτική συσπείρωσης μόνο των αντιπάλων του καπιταλισμού, πολιτική συσπείρωσης της συνειδητής πρωτοπορίας, εκείνων, δηλαδή, που αντιλαμβάνονται σήμερα ότι οι εθνικές αντιθέσεις και ο εθνικός ζυγός δεν είναι τυχαία ούτε επιφανειακά φαινόμενα, αλλά εδράζονται στέρεα και βαθιά στην ίδια τη φύση του καπιταλισμού. Είναι πολιτική συσπείρωσης όλων όσοι θέλουν να αγωνιστούν ενάντια στην ιμπεριαλιστική επιδρομή είτε είναι συνειδητοί αντίπαλοι του καπιταλιστικού συστήματος είτε όχι.
– Δε θα πρέπει, άραγε, να είμαστε κάπως πιο προσεκτικοί σε μερικές διατυπώσεις; Το κείμενο θεωρεί αναγκαίο να τονίσει δύο φορές (Θέση 24, Παρ. 1 και Θέση 48, Παρ. 11, σελ. 23 και 41 του φυλλαδίου, αντίστοιχα) ότι το ΚΚΕ είναι αντίπαλο του «εθνικισμού» και του «θρησκευτικού φανατισμού». Κατ’ αρχήν, πρόκειται για όρους ασαφείς και θολούς, που απαιτούν διευκρίνιση. Πέραν, όμως, από την ανάγκη διευκρίνισης όρων, δεν μπορεί κανείς να μην ρωτήσει δυο πράγματα:
1. Δε θα έπρεπε το κείμενο να υπογραμμίζει και να προβάλλει με τουλάχιστον παράλληλο τρόπο και σε τουλάχιστον παράλληλη έκταση το σαφή κίνδυνο του μεγαλοαστικού κοσμοπολιτισμού, φιλοϊμπεριαλιστικού και υποτακτικού στον ιμπεριαλισμό από τη φύση του, αλλά και από τον σημερινό προσανατολισμό του;
2. Συμφωνεί το ΚΚΕ με την άποψη ότι «απορρίπτουμε κάθε εθνικισμό»; Θεωρεί ότι ο εθνικισμός του έθνους που καταπιέζεται είναι επίσης απορριπτέος; Ο εθνικισμός των λαών που αγωνίζονται ενάντια στην ιμπεριαλιστική υποδούλωση είναι ο ίδιος και, συνεπώς, εξ ίσου καταδικάσιμος και απορριπτέος με τον εθνικισμό της μεγάλης δύναμης των ιμπεριαλιστών κυριάρχων;
Τα θέματα αυτά, σύντροφοι, δεν είναι απλά ούτε εύκολα στις απαντήσεις τους. Συνδέονται άμεσα με το ερώτημα αν έχουμε πραγματικά καταλάβει τι σημαίνει «εξάρτηση από τον ιμπεριαλισμό», αν δεχόμαστε ότι, στη χώρα μας αυτή τη στιγμή, το κύριο πρόβλημα είναι αυτό που ήταν πάντα από τότε που υπάρχει νεοελληνικό κράτος: Το εθνικό πρόβλημα, με τη μορφή της εξάρτησης, σήμερα της εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό, σε συνθήκες πλήρους τυπικής πολιτικής ανεξαρτησίας. Συνδέονται επίσης με το ότι η ίδια η κρισιακή πορεία του ιμπεριαλισμού δυναμώνει τις εθνικές, εκκλησιαστικοθρησκευτικές, πολιτιστικές και άλλες αντιθέσεις, όπως είναι προφανές στα Βαλκάνια αλλά και αλλού (τι άλλο συμβαίνει π.χ. στη Μέση Ανατολή;). Φυσικά, οι δυνάμεις που υπηρετούν το σύστημα, το σύστημα της υποδούλωσης και της εκμετάλλευσης, δε μένουν αδρανείς. Δε θα πουν, βέβαια, ανοιχτά στα θύματα ότι πρέπει να σκύψουν τον αυχένα στον ασήκωτο ζυγό της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας. Αν έλεγαν κάτι τέτοιο έτσι ανοιχτά, τότε δε θα υπηρετούσαν το σύστημα, τουλάχιστον αποδοτικά. Γι’ αυτό, επιστρατεύουν την «πάλη ενάντια στον εθνικισμό» κτλ. (σαν να έφταιγε αυτός και όχι ο ιμπεριαλισμός). Αν λάβουμε υπ’ όψη μας ότι, πρόσφατα ακόμη, είχε επιστρατευτεί, σαν τεκμηρίωση της σωτηρίας μας από τους ξένους και, συνεπώς, της υποχρέωσής μας να τους υπακούμε εν παντί, ακόμη και… η ναυμαχία του Ναυαρίνου (φυσικά, με πλήρη παραχάραξη των ιστορικών πλαισίων που οριοθετούσαν αυτό το όντως σημαντικότατο ιστορικό περιστατικό), καταλαβαίνει κανείς τι γίνεται. Δεν είμαστε, ασφαλώς, τόσο προπετείς ώστε να πιστεύουμε ότι όλα εξαρτώνται από μας, αλλά το ερώτημα παραμένει: Οσο εξαρτώνται από μας, θα το αφήσουμε να γίνει;
Πέραν, όμως, και αυτών, συνδέονται με κάτι ίσως ακόμη σοβαρότερο: Με την πιθανότητα τα κηρύγματα αυτά να βρουν αντανάκλαση μέσα στις ίδιες τις γραμμές του ΚΚΕ. Ο κίνδυνος είναι σοβαρότατος, ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε, όπως τώρα, με δυνάμεις επιβλητικής υπεροχής, μεγάλων εμπειριών και εκτεταμένων μέσων επιβολής και επηρεασμού. Ο γράφων δε διστάζει να πει καθαρά ότι θα ήταν σοβαρό λάθος να θεωρήσουμε μερικά γνωστά γεγονότα των τελευταίων ημερών σαν ένα τυχαίο φαινόμενο και, πάντως, σαν κάτι που «θα περάσει». Δε θα περάσει καθόλου. Πρόκειται για συστηματική εκστρατεία φθοράς, μέσω ηχηρών συνθημάτων, που προσφέρονται για διείσδυση. Και η εμφάνιση, μέσα στον τρέχοντα προσυνεδριακό διάλογο, της άποψης της ανάγκης της πάλης «ενάντια στον εθνικισμό ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΟΥ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ» (υπογ. δική μας), πρέπει να μας θέσει σε κατάσταση επαγρύπνησης.
Τέλος, υπάρχει και ένα άλλο σημείο στο οποίο πρέπει να προφυλαχτούμε από παρεξηγήσεις. Το αναφέρω μόνο επιτροχάδην γιατί δεν αποτελεί το θέμα μου: Δεν πρέπει να δίνουμε αθέλητα την εντύπωση ότι δίνουμε «αφ’ υψηλού μαθήματα» σε οποιονδήποτε για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Εξ όσων, τουλάχιστον, γνωρίζω και εφ’ όσον δεν κάνω κάποιο ιδιαίτερα σοβαρό λάθος, το Κόμμα μας δεν έχει ποτέ ως τώρα επωμιστεί ευθύνες εξουσίας και, συνεπώς, δεν μπορεί να ξέρει επακριβώς τι αυτό σημαίνει. Πρέπει, συνεπώς, να είμαστε πολύ προσεκτικοί στο ζήτημα αυτό και να μην ξεχνάμε ότι άλλο εκφράζω μια γνώμη με κάθε επιφύλαξη και άλλο προσπαθώ να γίνω καθηγητής.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας