Η καινούργια χρονιά ξεκίνησε με άσχημους οιωνούς για την κορεατική χερσόνησο. Στις 3 Ιανουαρίου, ύστερα από σειρά πυρηνικών και βαλλιστικών δοκιμών της Βόρειας Κορέας, ο Ντόναλντ Τραμπ προειδοποιούσε τον ηγέτη του καθεστώτος ότι το δικό του πυρηνικό κουμπί ήταν «μεγαλύτερο» από εκείνο της Πιονγιάνγκ. Η διεθνής κοινότητα ανησυχούσε σοβαρά για ένα προληπτικό πλήγμα εναντίον ενός κράτους που διέθετε, αυτήν τη φορά, τη δυνατότητα να πλήξει με πυραύλους μεγάλες αμερικανικές πόλεις. Η μεταστροφή του κλίματος μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες μοιάζει απίστευτη, ύστερα από την προχθεσινή συνάντηση κορυφής των δύο κορεατικών κρατών. Ο Κιμ έγινε ο πρώτος ηγέτης της Βόρειας Κορέας που πέρασε το σύνορο με τον Νότο ύστερα από τη λήξη του πολέμου της Κορέας, το 1953, για να συναντήσει σε εγκάρδια ατμόσφαιρα τον πρόεδρο του γειτονικού κράτους, Μουν Τζάε Ιν. Τα αποτελέσματα της συνάντησης ξεπέρασαν κατά πολύ τις δύο προηγούμενες συναντήσεις κορυφής του 2000 και του 2007.
Στην κοινή διακήρυξη, οι δύο ηγέτες δεσμεύθηκαν να τερματίσουν την εμπόλεμη κατάσταση και να μετατρέψουν τη συνθήκη εκεχειρίας σε σύμφωνο ειρήνης, με τελική προοπτική την επανένωση της χερσονήσου. Επιπλέον, δρομολόγησαν σειρά μέτρων οικοδόμησης της εμπιστοσύνης και της οικονομικής συνεργασίας. Το κυριότερο, υιοθέτησαν ως κοινό στόχο την πλήρη αποπυρηνικοποίηση της χερσονήσου, ενώ λίγες μέρες πριν η Πιονγιάνγκ είχε ανακοινώσει μορατόριουμ πυρηνικών και βαλλιστικών δοκιμών.
Πολύ όμορφα για να είναι και αληθινά; Ο χρόνος θα δείξει, όπως έγραψε στο Twitter ο πρόεδρος Τραμπ. Στο μεταξύ, το πρώτο ερώτημα που αβίαστα προβάλλει είναι πώς προέκυψε αυτή η τόσο γρήγορη και τόσο θεαματική μεταστροφή; Η κυβέρνηση Τραμπ θα ισχυριστεί πως ήταν η δική της απειλή για προληπτικό στρατιωτικό πλήγμα, όπως και η πίεση που άσκησε στην Κίνα για να εντείνει τις οικονομικές κυρώσεις στη Βόρεια Κορέα, που ανάγκασαν το καθεστώς Κιμ να προσγειωθεί στον ρεαλισμό. Από την πλευρά της, η Πιονγιάνγκ θα υποστηρίξει ότι, σε αντίθεση με το 2000 και το 2007, αυτή τη φορά διέθετε πυρηνικά όπλα και βαλλιστικούς πυραύλους που μπορούσαν να πλήξουν τις ΗΠΑ, ενώ η οικονομία της είχε σταθεροποιηθεί, πράγματα που δεν μπορούσαν παρά να μετρήσουν οι αντίπαλοί της. Πιθανόν και οι δύο πλευρές έχουν μερίδιο στην αλήθεια.
Ο ρόλος του Μουν Τζάε Ιν
Ενας τρίτος παράγοντας που έπαιξε σοβαρό ρόλο ήταν ο ίδιος ο Μουν Τζάε Ιν. Αγωνιστής του δημοκρατικού και φιλειρηνικού κινήματος στα νιάτα του, φυλακισμένος από το δικτατορικό καθεστώς Παρκ για ένα διάστημα, ο Μουν ήρθε στην εξουσία με διακηρυγμένο στόχο τη συμφιλίωση με τον Βορρά. Παράλληλα, πρόβαλε μια πολιτική μεγαλύτερης ανεξαρτησίας έναντι των ΗΠΑ και οικονομικής προσέγγισης με την Κίνα. Με δυο λόγια, ήταν ένας ηγέτης πολύ καταλληλότερος για την εξομάλυνση των σχέσεων με την Πιονγιάνγκ απ’ ό,τι η προκάτοχός του, Παρκ Γκεούν Χίε – κόρη του δικτάτορα, οπαδός της σκληρής γραμμής και σήμερα στη φυλακή για οικονομικά σκάνδαλα.
Σε κάθε περίπτωση, το μεγάλο ερώτημα είναι αν το μεγάλο βήμα που έγινε προχθές θα έχει συνέχεια ή αν αποδειχθεί μία ακόμη βραχύβια παρένθεση στο σκηνικό της έντασης. Πιονγιάνγκ και Σεούλ συνεχίζουν να έχουν διαφορετικές ατζέντες και προτεραιότητες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις κοινές δηλώσεις των δύο ηγετών ο Κιμ δεν αναφέρθηκε καθόλου στην αποπυρηνικοποίηση (ίσως γιατί δεν ήθελε να ακούσουν κάτι τέτοιο οι πολίτες της χώρας του), ενώ έριξε το βάρος στην ισότιμη οικονομική ανάπτυξη της χερσονήσου. Το μήνυμα, κυρίως προς τις ΗΠΑ, ήταν υπόρρητο, αλλά σαφές: «Θα δεχτώ μια σταδιακή αποπυρηνικοποίηση μόνον εφόσον έχω σαφείς εγγυήσεις ότι δεν θα επιδιώξετε αλλαγή καθεστώτος μέσω του οικονομικού στραγγαλισμού μας. Αυτό σημαίνει σταδιακή άρση των οικονομικών κυρώσεων που έχετε επιβάλει, σε συντονισμό με τα δικά μου βήματα προς την αποπυρηνικοποίηση».
Το άλλο μεγάλο ερώτημα είναι αν η αποπυρηνικοποίηση συνοδευτεί από την αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από την κορεατική χερσόνησο, κάτι που ενδεχομένως θα μπορούσε να σκεφτεί ο Τραμπ, αλλά δεν θα ενθουσιάσει καθόλου την Ιαπωνία.
Επί όλων αυτών θα γίνουμε σοφότεροι μετά την κρίσιμη, πιθανότατα αποφασιστικής σημασίας, συνάντηση Τραμπ – Κιμ, η οποία αναμένεται να λάβει χώρα τις αμέσως επόμενες εβδομάδες.
Στην κοινή διακήρυξη, οι δύο ηγέτες δεσμεύθηκαν να τερματίσουν την εμπόλεμη κατάσταση και να μετατρέψουν τη συνθήκη εκεχειρίας σε σύμφωνο ειρήνης, με τελική προοπτική την επανένωση της χερσονήσου. Επιπλέον, δρομολόγησαν σειρά μέτρων οικοδόμησης της εμπιστοσύνης και της οικονομικής συνεργασίας. Το κυριότερο, υιοθέτησαν ως κοινό στόχο την πλήρη αποπυρηνικοποίηση της χερσονήσου, ενώ λίγες μέρες πριν η Πιονγιάνγκ είχε ανακοινώσει μορατόριουμ πυρηνικών και βαλλιστικών δοκιμών.
Πολύ όμορφα για να είναι και αληθινά; Ο χρόνος θα δείξει, όπως έγραψε στο Twitter ο πρόεδρος Τραμπ. Στο μεταξύ, το πρώτο ερώτημα που αβίαστα προβάλλει είναι πώς προέκυψε αυτή η τόσο γρήγορη και τόσο θεαματική μεταστροφή; Η κυβέρνηση Τραμπ θα ισχυριστεί πως ήταν η δική της απειλή για προληπτικό στρατιωτικό πλήγμα, όπως και η πίεση που άσκησε στην Κίνα για να εντείνει τις οικονομικές κυρώσεις στη Βόρεια Κορέα, που ανάγκασαν το καθεστώς Κιμ να προσγειωθεί στον ρεαλισμό. Από την πλευρά της, η Πιονγιάνγκ θα υποστηρίξει ότι, σε αντίθεση με το 2000 και το 2007, αυτή τη φορά διέθετε πυρηνικά όπλα και βαλλιστικούς πυραύλους που μπορούσαν να πλήξουν τις ΗΠΑ, ενώ η οικονομία της είχε σταθεροποιηθεί, πράγματα που δεν μπορούσαν παρά να μετρήσουν οι αντίπαλοί της. Πιθανόν και οι δύο πλευρές έχουν μερίδιο στην αλήθεια.
Ο ρόλος του Μουν Τζάε Ιν
Ενας τρίτος παράγοντας που έπαιξε σοβαρό ρόλο ήταν ο ίδιος ο Μουν Τζάε Ιν. Αγωνιστής του δημοκρατικού και φιλειρηνικού κινήματος στα νιάτα του, φυλακισμένος από το δικτατορικό καθεστώς Παρκ για ένα διάστημα, ο Μουν ήρθε στην εξουσία με διακηρυγμένο στόχο τη συμφιλίωση με τον Βορρά. Παράλληλα, πρόβαλε μια πολιτική μεγαλύτερης ανεξαρτησίας έναντι των ΗΠΑ και οικονομικής προσέγγισης με την Κίνα. Με δυο λόγια, ήταν ένας ηγέτης πολύ καταλληλότερος για την εξομάλυνση των σχέσεων με την Πιονγιάνγκ απ’ ό,τι η προκάτοχός του, Παρκ Γκεούν Χίε – κόρη του δικτάτορα, οπαδός της σκληρής γραμμής και σήμερα στη φυλακή για οικονομικά σκάνδαλα.
Σε κάθε περίπτωση, το μεγάλο ερώτημα είναι αν το μεγάλο βήμα που έγινε προχθές θα έχει συνέχεια ή αν αποδειχθεί μία ακόμη βραχύβια παρένθεση στο σκηνικό της έντασης. Πιονγιάνγκ και Σεούλ συνεχίζουν να έχουν διαφορετικές ατζέντες και προτεραιότητες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις κοινές δηλώσεις των δύο ηγετών ο Κιμ δεν αναφέρθηκε καθόλου στην αποπυρηνικοποίηση (ίσως γιατί δεν ήθελε να ακούσουν κάτι τέτοιο οι πολίτες της χώρας του), ενώ έριξε το βάρος στην ισότιμη οικονομική ανάπτυξη της χερσονήσου. Το μήνυμα, κυρίως προς τις ΗΠΑ, ήταν υπόρρητο, αλλά σαφές: «Θα δεχτώ μια σταδιακή αποπυρηνικοποίηση μόνον εφόσον έχω σαφείς εγγυήσεις ότι δεν θα επιδιώξετε αλλαγή καθεστώτος μέσω του οικονομικού στραγγαλισμού μας. Αυτό σημαίνει σταδιακή άρση των οικονομικών κυρώσεων που έχετε επιβάλει, σε συντονισμό με τα δικά μου βήματα προς την αποπυρηνικοποίηση».
Το άλλο μεγάλο ερώτημα είναι αν η αποπυρηνικοποίηση συνοδευτεί από την αποχώρηση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από την κορεατική χερσόνησο, κάτι που ενδεχομένως θα μπορούσε να σκεφτεί ο Τραμπ, αλλά δεν θα ενθουσιάσει καθόλου την Ιαπωνία.
Επί όλων αυτών θα γίνουμε σοφότεροι μετά την κρίσιμη, πιθανότατα αποφασιστικής σημασίας, συνάντηση Τραμπ – Κιμ, η οποία αναμένεται να λάβει χώρα τις αμέσως επόμενες εβδομάδες.
Πηγή: kathimerini.gr