Κατέστρεψαν τις ζωές για ίωση με θνητότητα 0,15%-Η γρίπη έχει 0,10%

31862
Κατέστρεψαν τις ζωές για ίωση

Ο κορυφαίος επιδημιολόγος, καθηγητής Ιωάννης Ιωαννίδης, δημοσίευσε μια νέα μελέτη η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το ποσοστό επιβίωσης των ατόμων κάτω των 20 ετών που κολλούν COVID είναι 99,9987%. 

Τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν από τη μελέτη ελήφθησαν πριν από την εμφάνιση των προγραμμάτων μαζικού εμβολιασμού, πράγμα που σημαίνει ότι οι αριθμοί αυτοί αφορούν μη εμβολιασμένους ανθρώπους. 

Ο δρ. Ιωαννίδης είχε δημοσιεύσει προηγουμένως μια ανάλυση μελετών οροθετικού επιπολασμού (αντισωμάτων) από το 2020, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να αποκαλύψει ότι το ποσοστό θνησιμότητας από μόλυνση (Infection Fatality Rate/IFR) από COVID παγκοσμίως ήταν περίπου 0,15%  (σ.σ. Το αντίστοιχο ποσοστό της κοινής γρίπης είναι περίπου 0,10%. Επιπλέον, ακόμα κι ο διεφθαρμένος Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δίνει 0,26% πλέον, από…3,4% που έδωσε στην αρχή, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην μαζική παράκρουση που επακολούθησε). Στην Ευρώπη, ο αριθμός διαμορφώνεται στο 0,3%-0,4%, ενώ στην Αφρική και την Ασία στο 0,05% (σ.σ. πιθανότατα λόγω χαμηλότερου ποσοστού ηλικιωμένων, παχύσαρκων και ευπαθών ατόμων στον γενικό πληθυσμό).

Τώρα ο καθηγητής δημοσιεύει νέες πληροφορίες που αναλύουν τα ποσοστά θνησιμότητας από μόλυνση (IFR) ανά ηλικία. 

«Από την ανάλυση 25 ερευνών επιπολασμού σε 14 χώρες, ο καθηγητής Ιωαννίδης και ο συνάδελφός του βρήκαν ότι το IFR κυμαινόταν από 0,0013% στους κάτω των 20 ετών (περίπου ένας στους 100.000) έως 0,65% σε άτομα ηλικίας 60 ετών», γράφει ο Will Jones. 

Για τα άτομα άνω των 70 ετών που δεν βρίσκονταν σε οίκο ευγηρίας ήταν 2,9%, αυξανόμενο στο 4,9% για το σύνολο άνω των 70 ετών (σ.σ. ανεξαρτήτως χώρου διαβίωσης δηλαδή). Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και για τους ηλικιωμένους, περισσότερο από το 95% των μολυσμένων επιβιώνουν – 97,1% όταν λαμβάνουμε υπόψη εκείνους που δεν βρίσκονται σε οίκο ευγηρίας. Για τους νεότερους, ο κίνδυνος θνησιμότητας είναι τάξεις μεγέθους μικρότερος, με το 99,9987% των ατόμων κάτω των 20 ετών να επιβιώνουν από μια μόλυνσή τους από τον ιό. Αυτά τα ποσοστά επιβίωσης περιλαμβάνουν και τα άτομα με υποκείμενες παθήσεις, επομένως για τους υγιείς τα ποσοστά θνησιμότητας είναι ακόμα χαμηλότερα. 

Οι συγγραφείς της μελέτης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα δεδομένα αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα ότι το ποσοστό θνησιμότητας λόγω μόλυνσης από τον COVID είναι σημαντικά χαμηλότερο από τις προηγούμενες εκτιμήσεις. 

«Τα ευρήματα της μελέτης επιβεβαιώνουν ότι ο Covid είναι μια ήπια ασθένεια σε όλες, εκτός από μια μικρή μειοψηφία, των περιπτώσεων. Με την Omicron να μειώνει τώρα τη σοβαρότητα της νόσησης αρκετές φορές περισσότερο, ακόμη και οι υποστηρικτές του lockdown θα πρέπει να αποδεχτούν ότι αυτός ο ιός είναι πολύ κάτω από ένα επίπεδο όπου οι περιορισμοί θα μπορούσαν να θεωρούνται δικαιολογημένοι», γράφει ο Jones. 

Τα αποτελέσματα της μελέτης θέτουν για άλλη μια φορά υπό αμφισβήτηση την λογική της χορήγησης εμβολίων κατά της COVID-19 σε νέους και παιδιά. 

***

Ο Ιωάννης Ιωαννίδης (21 Αυγούστου 1965) είναι Ελληνοαμερικανός επιστήμονας και συγγραφέας με σημαντικές συνεισφορές στην επιδημιολογία και την κλινική έρευνα. Επιπροσθέτως, είναι πρωτοπόρος στη μετα-έρευνα (έρευνα πάνω σε έρευνες).

Ο Δρ. Ιωαννίδης μελετά την ίδια την επιστημονική έρευνα, πρωταρχικά στην κλινική ιατρική και τις κοινωνικές επιστήμες. 

Είναι από τους ιατρικούς ερευνητές με τις περισσότερες αναφορές. Το έργο του έχει συνολικά αναφερθεί πάνω από 328.000 φορές στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία (δείκτης h=52) 31/7/21. Με βάση τον τωρινό ρυθμό νέων αναφορών στο έργο του (πάνω από 3.000 αναφορές τον μήνα) είναι ανάμεσα στους 10 πλέον αναφερόμενους επιστήμονες παγκοσμίως και ο πλέον αναφερόμενος ιατρός παγκοσμίως.

Η μελέτη του του 2005, “Why Most Published Research Findings Are False”, είναι η πιο μεταφορτωμένη από την Δημόσια Βιβλιοθήκη Επιστημών (Public Library of Science), και έχει τον υψηλότερο αριθμό αναγνωστών Mendeley.

Ο Ιωάννης Π. Α. Ιωαννίδης κατέχει από το 2010 την έδρα C. F. Rehnborg στην πρόληψη νοσημάτων και είναι τακτικός καθηγητής παθολογίας, έρευνας και πολιτικής επιστημών υγείας, επιστημών δεδομένων, και στατιστικής στο πανεπιστήμιο Stanford των ΗΠΑ όπου είναι επίσης διευθυντής του Meta-Research Innovation Center at Stanford (METRICS) και διευθυντής του διδακτορικού προγράμματος Επιδημιολογίας και Κλινικής Έρευνας.  

Έχει διατελέσει επίσης καθηγητής στα πανεπιστήμια Ιωαννίνων, Harvard, Tufts και Imperial College. Έχει τιμηθεί με πάρα πολλά σημαντικά βραβεία όπως το European Award for Excellence in Clinical Science [2007], Medal for Distinguished Service, Teachers College, Columbia University [2015], Chanchlani Global Health Award [2017], Epiphany Science Courage Award [2018], Einstein fellow [2018].

Έχει εκλεγεί σε 6 ακαδημίες και επιστημονικούς οργανισμούς όπου μόνο μέλη μπορούν να προτείνουν νέα μέλη: Society for Research Synthesis Methodology (όπου διετέλεσε πρόεδρος), Association of American Physicians (2009, μέλος του προεδρείου από το 2017), European Academy of Cancer Sciences (2010) American Epidemiological Society (2015), European Academy of Sciences and Arts (2015), και National Academy of Medicine [2018].

Έχει λάβει τον τίτλο του επίτιμου από το Ίδρυμα Τεχνολογίας-Έρευνας (2014) και του ομότιμου καθηγητή από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (2015) και έχει αναγορευτεί επίτιμος διδάκτορας από τα πανεπιστήμια του Ρόττερνταμ (2015) και Αθηνών (2017).

Έχει τιμηθεί με επώνυμες ομιλίες σε πολλά πανεπιστήμια όπως Caltech, Oxford, LSHTM, Yale, U Utah, U Conn, UC Davis, U Penn και άλλα και έχει δώσει πάνω από 500 ομιλίες.

Η δημοσίευσή του στο PLoS Medicine με τίτλο “Why most published research findings are false” είναι το πλέον κατεβασμένο άρθρο στην ιστορία της Public Library of Science (>2.5 εκατομμύρια hits) και το πλέον δημοφιλές άρθρο από όλη της επιστημονική βιβλιογραφία στη βάση Mendeley που καλύπτει όλες τις επιστήμες.

Τέσσερις από τις δημοσιεύσεις του ανήκουν στις 120 δημοσιεύσεις με τη μεγαλύτερη απήχηση στο δημόσιο χώρο ανάμεσα σε όλη την επιστημονική βιβλιογραφία όλων των γνωστικών περιοχών και όλων των ετών, όπως καταγράφεται από τα δεδομένα Altmetric.

Tο 2005 επινόησε, μαζί, με τον Θωμά Τρικαλινό, τον όρο “Το Φαινόμενο Πρωτέας”, για την εμφάνιση ακραίων αντιφατικών αποτελεσμάτων στις πρώτες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν στο ίδιο ερευνητικό ερώτημα.

Γεννημένος στη Νέα Υόρκη, ο Ιωαννίδης μεγάλωσε στην Ελλάδα, στην Αθήνα. Αποφοίτησε το 1984 από το Κολλέγιο Αθηνών και κέρδισε πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Εθνικού Βραβείου της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας.

Επίσης αποφοίτησε κορυφαίος του τμήματός του στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια παρακολούθησε το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ για την ιατρική του θέση στην εσωτερική ιατρική. Έκανε υποτροφία στο Πανεπιστήμιο Ταφτς για λοιμώδη νοσήματα και πήγε στο Στάνφορντ το 2010.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας