Νέες οικονομικές κυρώσεις σε βάρος του Ιράν επέβαλε η αμερικανική κυβέρνηση για το βαλλιστικό πρόγραμμα της Τεχεράνης -έστω κι αν προηγουμένως οι ΗΠΑ αναγνώρισαν εκ νέου, διά στόματος Τραμπ, πως το Ιράν τηρεί τη συμφωνία για τα πυρηνικά.
Λίγες ώρες αφότου η Ουάσινγκτον έκρινε ότι το Ιράν τηρεί τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμά του, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ αποφάσισε να επιβάλει κυρώσεις σε βάρος 18 προσώπων και οντοτήτων που σχετίζονται με το βαλλιστικό πρόγραμμα του Ιράν και με τους Φρουρούς της Επανάστασης. Από την Δευτέρα, αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου είχαν αφήσει να εννοηθεί ότι οι ΗΠΑ σχεδίαζαν την επιβολή νέων κυρώσεων, διατηρώντας όμως ενεργή τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά που υπέγραψε το Ιράν με τους «Έξι» τον Ιούλιο του 2015.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, οι νέες κυρώσεις στους Φρουρούς της Επανάστασης επιβλήθηκαν επειδή εξακολουθούν να κατασκευάζουν μη επανδρωμένα αεροσκάφη και στρατιωτικό εξοπλισμό, να παράγουν και να συντηρούν σκάφη και να αναπτύσσουν ηλεκτρονικές συσκευές. Άλλα πρόσωπα που πλήττονται από τις κυρώσεις «ενορχήστρωσαν την κλοπή αμερικανικών και δυτικών προγραμμάτων λογισμικού» που πουλήθηκαν στην ιρανική κυβέρνηση.
«Πάντως, η συμφωνία για τα πυρηνικά τηρείται»
Προηγουμένως, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ παραδέχτηκε ότι το Ιράν συμμορφώνεται προς τους όρους της συμφωνίας για το πυρηνικό του πρόγραμμα που έχει υπογράψει με τη διεθνή κοινότητα, ωστόσο, προειδοποίησε για την ετοιμότητα της Ουάσινγκτον να επιτηρήσει την εφαρμογή των προβλεπομένων.
Πρόκειται για την δεύτερη φορά κατά την οποία η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαιώνει την συμμόρφωση της Τεχεράνης με την διεθνή συμφωνία, από την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων, τον περασμένο Ιανουάριο. Ωστόσο, ο Τραμπ είχε ασκήσει σφοδρή κριτική στην αναφερόμενη συμφωνία, χαρακτηρίζοντας της ως «την χειρότερη συμφωνία όλων των εποχών» κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας το 2016.
Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ, μιλώντας στους δημοσιογράφους γνωστοποίησαν ότι προετοιμάζεται η εφαρμογή νέων κυρώσεων κατά της Τεχεράνης, αναφορικά με το πρόγραμμα των βαλλιστικών πυραύλων της, αλλά και το ρόλο της σε περιφερειακές καταστάσεις αποσταθεροποίησης.
Βάσει του ισχύοντος πλαισίου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πρέπει να ενημερώσει το Κογκρέσο εντός διαστήματος 90 ημερών σχετικά με τη συμμόρφωση του Ιράν σε κοινό σχέδιο δράσης (Joint Comprehensive Plan of Action -JCPOA). Η σχετική προθεσμία αξιολόγησης της στάσης του Ιράν από τον Τραμπ έληξε τη Δευτέρα, αναφορικά με την παραπάνω υποχρέωση της αμερικανικής κυβέρνησης ως προς την ενημέρωση του Κογκρέσου.
Υψηλόβαθμος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης δήλωσε, μιλώντας στο Reuters, ότι το Ιράν αξιολογήθηκε σχετικά με την συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα που υπογράφτηκε το 2015, ενώ τόσο ο πρόεδρος Τραμπ, όσο κι ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Ρεξ Τίλερσον πιστεύουν ότι «το Ιράν παραμένει μία από τις πιο σοβαρές απειλές για τα αμερικανικά συμφέροντα, αλλά και την περιφερειακή ασφάλεια» στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Η κριτική του Αμερικανού αξιωματούχου επικεντρώθηκε στην γενικότερη στάση του Ιράν έναντι των εξελίξεων στην περιοχή του, την ανάπτυξη του οπλοστασίου βαλλιστικών πυραύλων του, την υποστήριξη της Τεχεράνης σε τρομοκρατικές οργανώσεις, την πολεμική εμπλοκή του στην Συρία, αλλά και την απειλή που αντιπροσωπεύει για την ναυσιπλοΐα στην ευρύτερη περιοχή του Περσικού Κόλπου.
«Τόσο ο πρόεδρος, όσο και ο αμερικανός ΥΠΕΞ εκτιμούν ότι παραπάνω δραστηριότητες του Ιράν υποβαθμίζουν ουσιαστικά το πνεύμα εφαρμογής του σχεδίου JCPOA έναντι της συνεισφοράς του Ιράν στην περιφερειακή και διεθνή ειρήνη κι ασφάλεια. Ως συνέπεια, ο πρόεδρος, ο ΥΠΕΞ, αλλά και το σύνολο των μελών της αμερικανικής κυβέρνησης κρίνουν ότι το Ιράν αθετεί τις υποχρεώσεις του, ως προς το πνεύμα του σχεδίου JCPOA» επεσήμανε ο Αμερικανός αξιωματούχος.
Η διεθνής συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν υπογράφτηκε από τις ΗΠΑ, την Γαλλία, την Βρετανία, την Ρωσία, την Κίνα και την Γερμανία, υπό την ουσιαστική πρόβλεψη αποτροπής της Τεχεράνης από την ανάπτυξη πυρηνικού οπλοστασίου. Η συμφωνία προβλέπει την εφαρμογή χρονικών περιορισμών, αλλά και την διεξαγωγή ουσιαστικών διεθνών ελέγχων στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Η Τεχεράνη έλαβε ως αντάλλαγμα για την εφαρμογή της συμφωνίας αυτής, την ουσιαστική χαλάρωση της εφαρμογής των διεθνών κυρώσεων εναντίον της.
Το Ιράν απορρίπτει ότι προσβλέπει στην απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου. Ωστόσο, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας του ΟΗΕ κατέληξε τον Δεκέμβριο του 2015 στο συμπέρασμα ότι το Ιράν εργάστηκε για τον σχεδιασμό πυρηνικής πυραυλικής κεφαλής μέχρι το 2009.
Παρά το γεγονός ότι δεν εφαρμόζονται κυρώσεις κατά του Ιράν που σχετίζονται με το πυρηνικό του οπλοστάσιο, οι ΗΠΑ από την πλευρά τους, διατηρούν την εφαρμογή κυρώσεων που σχετίζονται με το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και την υποστήριξη που, σύμφωνα με την Ουάσινγκτον, παρέχει η Τεχεράνη σε τρομοκρατικές οργανώσεις.
Κατά την άποψη του ίδιου Αμερικανού αξιωματούχου, η κυβέρνηση Τραμπ σκοπεύει να εφαρμόσει μία στρατηγική προκειμένου «να αξιολογήσει το σύνολο της κακής συμπεριφοράς του Ιράν» χωρίς να επικεντρώνεται μόνο στο ζήτημα με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Η Ουάσινγκτον εξετάζει επίσης, το ενδεχόμενο ενίσχυσης του πλαισίου εφαρμογής των προβλεπομένων από την διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα, τονίζοντας τις ανησυχίες της Ουάσινγκτον για το ενδεχόμενο απόκτησης από την Τεχεράνη της βιομηχανικής ικανότητας εμπλουτισμού πυρηνικού καυσίμου.
«Βρισκόμαστε σε μία περίοδο κατά την οποία θα συνεργαστούμε με τους συμμάχους μας προκειμένου να εξετάσουμε τις επιλογές που υπάρχουν για την αντιμετώπιση των ατελειών στο σχέδιο JCPOA και υπάρχουν πολλές» ανέφερε ο αξιωματούχος.