Από το 2005, όταν πάτησε για πρώτη φορά σε αφρικανικό έδαφος, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας του στη Αιθιοπία, τη Νότια Αφρική, το Μαρόκο και την Τυνησία, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει δύο στόχους: αφενός να βγάλει τη χώρα του από την αποκλειστική σχέση συνεργασίας με τη Δύση και, αφετέρου, να διανοίξει νέους εμπορικά εκμεταλλεύσιμους ορίζοντες.
Όπως αναφέρει το theafricareport.com, η τουρκική κυβέρνηση είχε κάνει μια πρώτη προσπάθεια να βελτιώσει τους δεσμούς της με την Αφρική το 1998. Ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Ισμαήλ Τσεμ, συνέταξε ένα “σύμφωνο δράσης για την Αφρική”, αλλά δεν εφαρμόστηκε ποτέ λόγω της σοβαρής οικονομικής κρίσης στην Τουρκία. Ωστόσο, η άνοδος του κόμματος AKP στην εξουσία άλλαξε τη στρατηγική της Άγκυρας. Μετά την Turkish Airlines -που εξυπηρετεί πλέον 60 πόλεις της Αφρικής- και ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων που έχουν ξεκινήσει να κερδίζουν επιχειρήσεις στην αφρικανική ήπειρο, μικρές τουρκικές εταιρείες αναζητούν επίσης ευκαιρίες.
Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη επίσκεψη του Ερντογάν, η Τουρκία θεωρείται μεγάλος παίκτης στην Αφρική. Η κυβέρνηση της Άγκυρας χαρακτηρίζεται ως “στρατηγικός εταίρος” της Αφρικανικής Ένωσης και μέλος της Αφρικανικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Οι εμπορικές σχέσεις με τις αφρικανικές χώρες αυξήθηκαν από 3 δισ. δολάρια στις αρχές της δεκαετίας του 2000 σε περισσότερα από 26 δισ. δολάρια το 2019.
Στο ίδιο πλαίσιο αναπτύχθηκαν πολλά τουρκο-αφρικανικά φόρουμ. Το πιο πρόσφατο έλαβε χώρα, μέσω τηλεδιάσκεψης, στις 8-9 Νοεμβρίου του 2020. Επίσης, τα μεγάλα επιχειρηματικά λόμπι της Τουρκίας, Tüsiad, Müsiad, και το Deik δραστηριοποιούνται στην ήπειρο και διατηρούν στενές σχέσεις με τις επιχειρήσεις. Υποστηρίζονται από την TIKA, την τουρκική αναπτυξιακή υπηρεσία, η οποία έχει 22 γραφεία στην Αφρική και χρηματοδοτεί έργα στον τομέα των κατασκευών, της γεωργίας και της υγείας. Ανακαινίζει επίσης κτίρια από την οθωμανική περίοδο, όπως το τζαμί Ketchaoua στο Αλγέρι.
Όλα αυτά περιλαμβάνονται στη στρατηγική ήπιας ισχύος της Τουρκίας στην Αφρική. Πέραν της εμπλοκής της στον εμφύλιο πόλεμο στα βόρεια της ηπείρου, δηλαδή στη Λιβύη, η Άγκυρα χτίζει νοσοκομεία, δωρίζει λεωφορεία, παρέχει δωρεάν ιατρικές επεμβάσεις, από μη κερδοσκοπικές ή ιδιωτικές εταιρείες. Από τον κατάλογο των χειρονομιών καλής θέλησης προς την Αφρική δεν απουσιάζουν εκπαιδευτικά ιδρύματα και πολιτιστικά κέντρα που εκτείνονται σε πάνω από 31 αφρικανικές χώρες.
Διπλωματία
Οι πολιτικοί δεσμοί είναι, επίσης, εδραιωμένοι. Όπως η Ρωσία και η Κίνα, έτσι και η Τουρκία προτιμά να μη φαίνεται όταν προκύπτουν διάφορες κρίσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η Άγκυρα προκρίνει τη διευθέτηση των εκκρεμοτήτων μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών ή, σε περίπτωση αποτυχίας, τη συμμετοχή των Ηνωμένων Εθνών. Παράλληλα, πιέζει για την εκπροσώπηση της ηπείρου σε διεθνείς οργανισμούς εξ ονόματός της.
Στο διπλωματικό παιχνίδι, η Τουρκία χρησιμοποιεί έναν ανεπαίσθητα επιθετικό τόνο. Για να δημιουργήσει αρνητικές εντυπώσεις εις βάρος των ανταγωνιστών της, υπενθυμίζει το αποικιοκρατικό παρελθόν της Γαλλίας, την αδιαφορία όλων των άλλων για τα βάσανα της αφρικανικής ηπείρου ή κάνει λόγο για στυγνά εμπορικά συμφέροντα – αντιδιαστέλλοντάς τα με τη “win win” συνεργασία που προσφέρουν οι τουρκικές επιχειρήσεις.
Πέραν της Λιβύης, ο Ερντογάν έχει δώσει εντολή στον Τσαβούσογλου και το υπουργείο Εξωτερικών να αποκτήσουν εξειδίκευση στα αφρικανικά ζητήματα. Προς αυτή την κατεύθυνση, έχει θέσει ως στόχο το άνοιγμα τουρκικών πρεσβειών σε όλες τις χώρες της ηπείρου. Τώρα, υπάρχουν 42 τουρκικές πρεσβείες στην αφρικανική ήπειρο, οι οποίες σύντομα θα γίνουν 44 (στο Τόγκο και στη Γουινέα Μπισάου).
Και ο ίδιος ο Ερντογάν, όμως, διατηρεί στενές σχέσεις με Αφρικανούς ηγέτες, όπως η συνεργασία του με τον Φάρατζ, πρώην πρωθυπουργό της Λιβύης, ή τον Σομαλό πρόεδρο Μοχάμεντ Αμπντουλαχί Μοχάμεντ. Μάλιστα, επειδή είχε σπεύσει ο ίδιος ο Ερντογάν να συναντήσει τον Σομαλό πρόεδρο, μετά το τέλος του πολέμου, συνέβαλε στο να ανοίξει η τουρκική στρατιωτική βάση στο Μογκαντίσου, όπου 200 Τούρκοι στρατιώτες εκπαιδεύουν τον στρατό της Σομαλίας.