Η αφήγηση της ελληνικής κρίσης από τον Γ. Βαρουφάκη: Ένας μάρτυρας κατηγορίας κατά του ίδιου του εαυτού του (Α' μέρος)

2961
μνημόνια

Προτάσεις που οδηγούσαν στην αποτυχία.
Στο τελευταίο του βιβλίο Adults in the Room ( https://livre.fnac.com/a10408204/Yanis-Varoufakis-Adults-in-the-room?Origin=fnac_google  https://www.theguardian.com/books/2017/may/15/adults-in-room-battle-europes-deep-establishment-yanis-varoufakis-review ), ο Γιάνης Βαρουφάκης δίνει την δική του εκδοχή των λόγων που οδήγησαν στην ντροπιαστική συνθηκολόγηση της κυβέρνησης Τσίπρα, τον Ιούλιο του 2015. Αναλύει ουσιαστικά την περίοδο 2009-2015 ενώ κάνει και αναφορές σε πιο μακρινές εποχές.
Με αυτό το ογκώδες βιβλίο 5550 σελίδες, στην πρωτότυπη αγγλική έκδοση), ο Γιάνης Βαρουφάκης αποδεικνύει ότι είναι ταλαντούχος αφηγητής. Μερικές φορές, καταφέρνει να συγκινήσει τον αναγνώστη.Η αμεσότητα του ύφους του, επιτρέπει να ακολουθήσει κανείς με ζωντανό τρόπο την πορεία των γεγονότων.
Το πρώτο αυτό άρθρο αναφέρεται στα 4 πρώτα κεφάλαια ενός βιβλίου που περιέχει 17 κεφάλαια. Αφορά τις προτάσεις που διατύπωνε ο Βαρουφάκης πριν συμμετάσχει στην κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2015.
Με την αποδεικτική διαδικασία που ακολουθεί ο συγγραφέας, Μπορούμε ξεκάθαρα να συμπεράνουμε ότι η συμπεριφορά του και ο πολιτικο-οικονομικός προσανατολισμός που υπερασπίστηκε συνέβαλαν στην καταστροφή. Πράγματι, ο Γιάνης Βαρουφάκης διεκδικεί ξεκάθαρα πρωταγωνιστικό ρόλο στην επεξεργασία της στρατηγικής που υιοθέτησε πριν την εκλογική νίκη του Ιανουαρίου του 2015 μια δράκα ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ: ο Αλέξης Τσίπρας, ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Νίκος Παππάς, κατά κύριο λόγο.
Ο Βαρουφάκης δεν δηλώνει ένοχος: είναι πεπεισμένος ότι αν ο Τσίπρας είχε πραγματικά εφαρμόσει τον προσανατολισμό που του πρότεινε και που ο Τσίπρας δέχτηκε, τέλη 2014, αυτό δεν θα είχε καταλήξει σε ήττα για τον Ελληνικό λαό.
Όμως, αντίθετα με αυτό που πιστεύει ο Βαρουφάκης, μια προσεκτική ανάγνωση του βιβλίου του καταλήγει στο συμπέρασμα ότι συνέβαλε στην ήττα.
Ο Βαρουφάκης εξηγεί πώς, προοδευτικά, κατάφερε να πείσει τους Τσίπρα, Παππά και Δραγασάκη να μην τηρήσουν τον προσανατολισμό που είχε υιοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2012 και, μετά, το 2014. Εξηγεί ότι επεξεργάστηκε μαζί τους έναν νέο προσανατολισμό που δεν συζητήθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ και που ήταν διαφορετικός από αυτόν που παρουσίασε ο ΣΥΡΙΖΑ κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας τον Ιανουάριο του 2015. Ο προσανατολισμός αυτός οδηγούσε, στην καλύτερη περίπτωση, στην αποτυχία και, στην χειρότερη, στην συνθηκολόγηση.
Ο προσανατολισμός που υπερασπίστηκε ο Βαρουφάκης
Ο Βαρουφάκης παρουσιάζει περιληπτικά την συμφωνία που έκλεισε με τους Αλέξη Τσίπρα, Δραγασάκη και Παππά, τον Νοέμβρη του 2014, σε μια συνάντηση που έγινε στο σπίτι του Τσίπρα. Η συνάντηση αυτή είχε οργανωθεί από το τρίο Τσίπρα-Παππά-Δραγασάκη, με σκοπό να πειστεί ο Βαρουφάκης να δεχτεί να γίνει υπουργός οικονομικών στην κυβέρνηση που θα δημιουργούσε σε λίγο ο ΣΥΡΙΖΑ. «Εκεί είναι που ο Αλέξης μου έκανε μια προσφορά, ήρεμα και κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Δραγασάκη.   – Αν κερδίσουμε, και δεν υπάρχει πια καμιά αμφιβολία ότι θα κερδίσουμε, θα ήθελα να είσαι ο υπουργός οικονομικών.»[1]
Ο Βαρουφάκης δίνει περιληπτικά τα 6 μέτρα προτεραιότητας που πρότεινε στους Τσίπρα, Δραγασάκη και Παππά και που εκείνοι αποδέχτηκαν. Τα μέτρα αυτά συνεπάγονταν την παραμονή στην ευρωζώνη.
Γράφει ο Βαρουφάκης: «Θώρησα καλό να ανακεφαλαιώσω τους  κοινούς μας στόχους: 
Η αναδιάρθρωση του χρέους, είναι ο πρώτος.
Δεύτερον, πρωτογενές πλεόνασμα που δεν θα υπερβαίνει το 1,5% του εθνικού εισοδήματος και όχι νέα μέτρα λιτότητας.
Τρίτον, σημαντικές μειώσεις της φορολογίας των επιχειρήσεων.
Τέταρτον, στρατηγικές ιδιωτικοποιήσεις υπό όρους που θα προστατεύουν τα εργατικά δικαιώματα και ανάκαμψη των επενδύσεων.
Πέμπτον, δημιουργία μιας αναπτυξιακής τράπεζας που θα χρησιμοποιούσε τα εναπομείναντα δημόσια ενεργητικά ως εγγύηση για την δημιουργία επενδύσεων εκ των έσω και των οποίων τα μερίσματα θα διοχετεύονταν προς τα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία.
Έκτον, πολιτική μ των μετοχών και της διαχείρισης των τραπεζών στην ΕΕ (…).
Για μιαν ακόμη φορά, ήταν σύμφωνοι, ακόμη πιο πεπεισμένοι»[2].
Ο Βαρουφάκης δηλώνει ευθαρσώς ότι αυτά τα μέτρα έπρεπε να αντικαταστήσουν το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης που ο Τσίπρας είχε παρουσιάσει τον Σεπτέμβρη του 2014. 
Ιδού τι γράφει σχετικά με το πρόγραμμα αυτό:
 «…βρισκόμουν στο Ώστιν όταν άκουσα στις ειδήσεις ότι ο Αλέξης είχε παρουσιάσει τις αδρές γραμμές της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, σε μιαν ομιλία στη Θεσσαλονίκη. Έκπληκτος, προμηθεύτηκα το κείμενο και το διάβασα. Ένα κύμα ναυτίας κι αγανάκτησης με έπνιξε. Κατευθείαν έπιασα δουλειά.Λιγότερο από μισή ώρα αργότερα, είχα ένα άρθρο που ο πρωθυπουργός Σαμαράς θα χρησιμοποιούσε για να επικρίνει δριμύτατα τον ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στο Κοινοβούλιο: «Ακόμη κι ο Βαρουφάκης, ο οικονομικός σας γκουρού, εκτιμά ότι οι υποσχέσεις σας είναι φούσκες.» Κι έτσι ήταν.
Το «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» (…)υποσχόταν αυξήσεις μισθών, επιδοτήσεις, κέρδη και επενδύσεις που θα χρηματοδοτούνταν από κάποιο φανταστικό ή παράνομο μάννα εξ ουρανού. Περιλάμβανε επίσης δεσμεύσεις που δεν θα έπρεπε καν να τηρήσουμε. Τέλος, εναντιώνονταν σε οιαδήποτε λογική στρατηγική διαπραγμάτευσης για διατήρηση της Ελλάδας στην ζώνη του ευρώ, ενώ διαβεβαίωνε ότι έπρεπε να παραμείνει στην ευρωζώνη. Το πρόγραμμα ήταν τόσο σαθρό που δεν έκανα καν τον κόπο να το αναλύσω κριτικά, σημείο-σημείο. Ιδού τί προτίμησα να γράψω:
«Θα προτιμούσα τόσο πολύ να διαβάσω μιαν άλλη ομιλία εκ μέρους του Αλέξη Τσίπρα! Φαντάζεστε μιαν ομιλία που θα ξεκινούσε με «Γιατί να μας ψηφίσετε;» και θα απαντούσε «Επειδή σας υποσχόμαστε τρία πράγματα: αίμα, ιδρώτα και δάκρυα!»
Αίμα, ιδρώτα και δάκρυα, ιδού τι είχε υποσχεθεί ο Τσώρτσιλ στον Βρετανικό λαό, το 1940, όταν ανέλαβε επικεφαλής της κυβέρνησης. Και γιατί; Για να κερδίσει τον πόλεμο. »[3]
Το να χρησιμοποιείς ως θετική αναφορά τον Τσώρτσιλ σε μια δημόσια κριτική που απευθύνεται στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, είναι ολόκληρη υπόθεση.
Ο Τσώρτσιλ οργάνωσε την αιματηρή καταστολή των διαδηλώσεων και των απεργιών που συντάραξαν την Ελλάδα, στα τέλη του 1944, όταν, στα πλαίσια της συμφωνίας της Γιάλτας, η Μεγάλη Βρετανία είχε πάρει τον έλεγχο της χώρας καταστέλλοντας τις κυριότερες δυνάμεις που είχαν απελευθερώσει την χώρα από την ναζιστική κατοχή. 
Ας επανέλθουμε στα μέτρα που ο Βαρουφάκης δίνει περιληπτικά
1. Αναδιάρθρωση του χρέους 
Ο Βαρουφάκης προτείνει αναδιάρθρωση του χρέους χωρίς μείωση του όγκου του.
Η υλοποίηση του πρώτου αυτού, πολύ μετριοπαθούς, μέτρου εξαρτάται από την καλή θέληση της τρόικας. Πρόκειται για ευσεβή πόθο. Χωρίς αναστολή πληρωμών, συνδυασμένη με άλλες μονομερείς πράξεις -μεταξύ των οποίων ο λογιστικός έλεγχος (με συμμετοχή των πολιτών)-ήταν αδύνατον να αναγκαστούν οι πιστωτές να δεχθούν πραγματικά ριζική μείωση του χρέους. Η κύρια πρόταση του Βαρουφάκη στο θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους εγγράφεται, όπως αναφέρει ο ίδιος, στη συνέχεια του κειμένου με τίτλο:  «Μια μετριοπαθής πρόταση για την επίλυση της κρίσης του ευρώ» (https://www.yanisvaroufakis.eu/2014/02/10/μία-μετριοπαθής-πρόταση-για-την-επίλυ/ ). Η υλοποίηση της πρότασης αυτής συνίστατο στην αμοιβαιοποίηση των δημόσιων χρεών της ζώνης του ευρώ. Αυτό θα συνεπάγονταν την κοινή απόφαση των κυβερνήσεων της ευρωζώνης για την ανακούφιση των δημόσιων οικονομικών και την εγκατάλειψη των πολιτικών λιτότητας. Είναι τεχνικά εφικτό, πολιτικά ευκταίο από πλευράς οικονομικής ανάκαμψης και ενός νέου νεο-κεϋνσιανού κοινωνικού συμβολαίου αλλά, παρά τον μετριοπαθή χαρακτήρα της πρότασης, είναι απολύτως ασύμβατο με την πολιτική που εφαρμόζεται από την πλειοψηφία των κυβερνήσεων αυτών. Πρέπει να είναι κανείς ιδιαίτερα αφελής για να πιστέψει ότι οι κυβερνώντες στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες  θα μπορούσαν να διάκεινται ευνοϊκά προς μια κεϋνσιανή ανάκαμψη της οικονομίας. Το να βασίζεις μια λύση πάνω σε μια τέτοια υπόθεση δείχνει πως δεν έχεις ιδέα περί των ισορροπιών δυνάμεων και των κινήτρων των ευρωπαίων ηγετών.
Η τελευταία εκδοχή που πρότεινε ο Βαρουφάκης τέλη 2014, αρχές 2015, συνεπάγονταν τους ακόλουθους προσανατολισμούς ως προς τα χρέη: μη αμφισβήτηση και μη μείωση του οφειλόμενου προς το ΔΝΤ χρέους και προς τους ιδιώτες πιστωτές, αλλά και επίτευξη συμφωνίας με τους ευρωπαίους εταίρους επί των ακόλουθων σημείων: 1. «Η κυβέρνηση θα εξέδιδε διαρκή ομόλογα, που θα είχαν την ίδια ονομαστική αξία με τα ομόλογα που κατείχε η ΕΚΤ, με μειωμένο επιτόκιο, αλλά χωρίς ημερομηνία ωρίμανσης ή λήξης.»  2. «Τα ομολογιακά χρέη του Ευρωπαϊκού ταμείου διάσωσης θα ανταλλάσσονταν  με νέα 30ετή ομόλογα της Ελληνικής κυβέρνησης, πάλι της ίδιας αξίας με αυτήν του υπάρχοντος χρέους (άρα, όχι επίσημο κούρεμα), αλλά υπό δυο όρους: πρώτον, οι ετήσιες αποπληρωμές έπρεπε να ανασταλούν έως ότου το εισόδημα της χώρας φτάσει ένα ορισμένο κατώφλι. Δεύτερον, το επιτόκιο θα συνδέονταν με το ποσοστό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας»[4].
Σχόλιο: Οι δυο αυτές προτάσεις ήταν εξ ίσου ανέφικτες, από πολιτικής απόψεως, όσο κι η αμοιβαιοποίηση των χρεών.
Επίσης, η όλη πρόταση Βαρουφάκη σχετικά με το χρέος ήταν και είναι απαράδεκτη, από πλευράς αριστεράς, διότι προϋπέθετε την εγκατάλειψη κάθε συζήτησης περί νομιμότητας και θεμιτότητας των χρεών που απαιτούνταν από την Ελλάδα. Η πρόταση Βαρουφάκη ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη με τον προσανατολισμό που είχε υοιθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2012: την μονομερή αναστολή πληρωμής του χρέους και την πραγματοποίηση ενός λογιστικού ελέγχου σχετικά με αυτό (θα επανέλθω σε αυτό το σημείο, παρακάτω).  Εξ άλλου, και είναι σημαντικό, στην πρότασή του, ο Βαρουφάκης δεν περιλαμβάνει ρητά την εγκατάλειψη των όρων που έθεταν οι πιστωτές.
Ο Βαρουφάκης εξηγεί ο ίδιος ότι η πρότασή του είναι εξαιρετικά μετριοπαθής:
«Επρόκειτο περί μετριοπαθών μέτρων, πολιτικά αποδεκτών για τους πιστωτές εφόσον δεν περιλάμβαναν κανένα άμεσο κούρεμα. Έναντι του κοινού και των εν δυνάμει επενδυτών, ήταν επίσης το σημάδι ότι η ΕΕ θα δεχόταν να έχει, αν όχι τον ωραίο ρόλο, τουλάχιστον έναν καινούριο ρόλο: όχι πια ο ανελέητος πιστωτής ενός αφερέγγυου Κράτους, αλλά ο εταίρος της ανάπτυξης της Ελλάδας, εφόσον οι πληρωμές της χώρας αυτής θα ήταν ανάλογες με την αύξηση του ονομαστικού της εισοδήματος.
Ούτε μια φορά δεν άκουσα εκπρόσωπο του ΔΝΤ ή της ΕΕ να ασκεί κριτική στην λογική πάνω στην οποία βασίζονταν οι προτάσεις αυτές. Όπως παρατήρησε ο Διευθύνων σύμβουλος μιας από τις μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες επενδύσεων, όταν τις ανακάλυψε:
 – Τους προτείνετε το είδος συμφωνίας που θα φαντάζονταν ένας δικηγόρος ειδικός στις πτωχεύσεις στην Γουολ Στριτ.»
Σχόλιο:  Είναι προφανές ότι ο προσανατολισμός αυτός ήταν επίσης ρητά αντίθετος με την θεμιτή άρνηση συνέχισης πληρωμής ενός επονείδιστου χρέους.
2. Η δεύτερη πρόταση του Βαρουφάκη:  
«Πρωτογενές πλεόνασμα που δεν θα υπερβαίνει το 1,5% του εθνικού εισοδήματος και όχι νέα μέτρα λιτότητας.»
Σχόλιο: Η δέσμευση περί πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 1,5% είναι απόλυτα ασύμβατη με μια πραγματική πολιτική ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας, της απασχόλησης στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών μαζών… Στην Ελλάδα, μια αριστερή κυβέρνηση που θέλει πραγματικά να εφαρμόσει μια πολιτική ανάκαμψης και να αντιμετωπίσει την ανθρωπιστική κρίση πρέπει να εφαρμόσει μια πολιτική δημόσιου ελλείμματος επί πολλά χρόνια και να αρνηθεί την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος.

3. Τρίτον, σημαντικές μειώσεις της φορολόγησης επιχειρήσεων. 

Σχετικά με το μέτρο αυτό, ο Βαρουφάκης λέει: «Αυτό θα απαιτούσε σημαντικές μειώσεις του ΦΠΑ και της φορολογίας επιχειρήσεων, διότι έπρεπε να ξαναδώσουμε ενέργεια στον ιδιωτικό τομέα.»
Αναφέρει μια ερώτηση του Τσίπρα:
 « – Γιατί θα’πρεπε οι επιχειρήσεις να πληρώσουν λιγότερο; ρώτησε ο Αλέξης.
Του εξήγησα: ο ιδιωτικός τομέας έπρεπε να πληρώσει περισσότερο όσον αφορά το συνολικό φορολογικό εισόδημα, αλλά ο μόνος τρόπος να αυξήσουμε την συνολική του συνεισφορά, ενώ οι πωλήσεις ήταν σε νεκρό σημείο κι οι τράπεζες είχαν πτωχεύσει, ανίκανες να παράσχουν πιστώσεις στις κερδοφόρες επιχειρήσεις, ήταν να μειώσουμε την φορολογία των επιχειρήσεων. Ο Δραγασάκης ήταν σύμφωνος, γεγονός που ηρέμησε τους Αλέξη και Παππά.» 
Σχόλιο: Το να υπόσχεσαι την μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων κατά τρόπο αδιαφοροποίητο είναι απόλυτα ασύμβατο με μιαν αριστερή πολιτική. Πρέπει να αυξηθεί το ποσοστό φορολόγησης των μεγάλων επιχειρήσεων και αυτό να τηρηθεί. Ταυτόχρονα, είναι απόλυτα δυνατόν να μειώσεις το ποσοστό φορολόγησης των μικρών επιχειρήσεων. Εξ άλλου, το να θεωρείς ότι η μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων θα αυξήσει την συνεισφορά τους στο συνολικό φορολογικό εισόδημα δεν έχει διόλου αποδειχθεί και έχει περισσότερο να κάνει με κάποιο φιλελεύθερο ξόρκι παρά με τεκμηριωμένο συλλογισμό.

4. Τέταρτον, στρατηγικές ιδιωτικοποιήσεις υπό όρους που θα προστατεύουν τα εργατικά δικαιώματα και ανάκαμψη των επενδύσεων.  

Ο Βαρουφάκης εξηγεί: «Όσο για τις ιδιωτικοποιήσεις, αν θέλαμε μια συμφωνία με την ΕΕ και το ΔΝΤ, έπρεπε να δεχτούμε συμβιβασμούς. Η κατ’αρχήν άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να αντικατασταθεί  από μια πολιτική ανάλυσης κατά περίπτωση. Έπρεπε να σταματήσουμε το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων, αλλά τα ενεργητικά όπως οι σιδηρόδρομοι και τα λιμάνια έπρεπε να είναι προσβάσιμα υπό τον όρο ότι θα υπήρχε ένα ελάχιστο επίπεδο επενδύσεων, ότι ο αγοραστής θα δεσμεύονταν να παρέχει στους εργαζόμενους συμβάσεις αξιοπρεπείς και το δικαίωμα συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και το Κράτος να παραμείνει σημαντικός μέτοχος, συμπεριλαμβανομένου και μειοψηφικού, διότι τα μερίσματα των μετοχών του θα του χρησίμευαν στην στήριξη των συνταξιοδοτικών ταμείων.»
Σχόλιο: Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μάχονταν για να θέσει τέλος στις ιδιωτικοποιήσεις και για να επανεθνικοποιήσει μια σειρά επιχειρήσεων που είχαν ιδιωτικοποιηθεί, ο Βαρουφάκης, όπως το εφάρμοσε στην πράξη όταν έγινε υπουργός, ήταν ευνοϊκός προς την πραγματοποίηση ορισμένων ιδιωτικοποιήσεων. Το γεγονός αυτό καταδίκαζε την κυβέρνηση στην υποταγή έναντι των μεγάλων επιχειρήσεων και ειδικότερα έναντι του ξένου κεφαλαίου. Αυτό οδηγούσε τις δημόσιες αρχές σε πλήρη αδυναμία.

5. Δημιουργία αναπτυξιακής τράπεζας 

«Πέμπτον, δημιουργία μιας αναπτυξιακής τράπεζας που θα χρησιμοποιούσε τα εναπομείναντα δημόσια ενεργητικά ως εγγύηση για την δημιουργία επενδύσεων εκ των έσω και των οποίων τα μερίσματα θα διοχετεύονταν προς τα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία.»

Ο Βαρουφάκης προτείνει την δημιουργία μιας αναπτυξιακής τράπεζας κενής νοήματος ως παρηγοριά σε σχέση με τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων και της μεταβίβασης των ελληνικών τραπεζών στους ξένους πιστωτές (βλ. πρόταση 6).
Γράφει ο Βαρουφάκης:
«Τα ενεργητικά που παρέμεναν στην ιδιοκτησία του Δημοσίου έπρεπε να μεταβιβαστούν σε μια νέα αναπτυξιακή τράπεζα που θα τα χρησιμοποιούσε ως εγγυήσεις ή ως εξασφαλίσεις για την συγκέντρωση πόρων που θα επενδύονταν σε αυτά τα ίδια τα ενεργητικά για να ενισχυθεί η αξία τους, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να αυξηθούν τα μελλοντικά εισοδήματα. Συμφώνησαν και σε αυτό το σημείο.»

Σχόλιο: Ο Βαρουφάκης παρουσιάζει το μέτρο της δημιουργίας μιας δημόσιας αναπτυξιακής τράπεζας για να χρυσώσει το χάπι των προτάσεων 4 και 6 που είναι σε πλήρη αντίθεση με μια στρατηγική αριστεράς.Το μέτρο 4 συνίσταται στην συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων και το μέτρο 6 συνίσταται στην εγκατάλειψη της εξουσίας που οι ελληνικές αρχές είχαν ακόμη πάνω στις ελληνικές τράπεζες. Το μέτρο 5 χρησίμευε ως δόλωμα για να επιβάλει την ιδέα ότι οι αρχές θα αποκτούσαν ένα πραγματικό δημόσιο εργαλείο ανάπτυξης.

6. Η έκτη πρόταση:  η «μεταβίβαση των μετοχών και της διαχείρισης των τραπεζών στην ΕΕ  (sic !) »
O Βαρουφάκης εξηγεί ότι το μέτρο αυτό συνίστατο στο “να εμπιστευτούμε την διαχείριση και την ιδιοκτησία των τραπεζών αυτών στην ΕΕ. Ήταν μια υπερβολικά τολμηρή πρόταση για ένα κόμμα που έτεινε προς την εθνικοποίηση του τραπεζικού τομέα.»
Σχόλιο: Το ελληνικό Κράτος ήταν ο κύριος μέτοχος όλων των ελληνικών τραπεζών και η θέση του ΣΥΡΙΖΑ συνίστατο στην πραγματική άσκηση της εξουσίας των αρχών επί των τραπεζών. Προτείνονται στους Τσίπρα, Παππά και Δραγασάκη την μεταβίβαση στην ΕΕ των μετοχών που κατείχαν οι ελληνικές δημόσιες αρχές, ο Βαρουφάκης κάνει ένα πρόσθετο και δραματικό βήμα προς την πλήρη εγκατάλειψη της κυριαρχίας.
Αφού δίνει την περίληψη των 6 προτάσεων που, σύμφωνα με αυτόν, αποδέχτηκαν οι Τσίπρας, Παππάς και Δραγασάκης, ο Βαρουφάκης φθάνει στην στρατηγική που μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να εφαρμόσει στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ. Εξηγεί πως αν η ΕΕ αποφάσιζε να σαμποτάρει άμεσα την κυβέρνηση, θα ανέθετε τη βρώμικη δουλειά στην ΕΚΤ. Αυτή θα έκοβε τις ρευστότητες προς τις ελληνικές τράπεζες και θα τις ανάγκαζε να κλείσουν, όπως έκανε τον Μάρτη του 2013 στην Κύπρο, σύμφωνα με τον Βαρουφάκη.
Ο Βαρουφάκης εξηγεί πως πέτυχε συμφωνία με τους Τσίπρα, Παππά και Δραγασάκη ώστε η απάντηση να είναι η ακόλουθη:
«Η συναίνεσή τους έπρεπε να περιλαμβάνει την δική μου στρατηγική διαπραγμάτευσης, της οποίας βασικό αποτρεπτικό στοιχείο ήταν η απειλή κουρέματος των ομολόγων SMP και το παράλληλο σύστημα πληρωμών που σκοπό είχε να κερδίσουμε χρόνου σε περίπτωση αδιεξόδου και κλεισίματος των τραπεζών.»
Θα επανέλθω στο θέμα της στρατηγικής διαπραγμάτευσης σε επόμενο άρθρο όπου θα αναλύσω την περίοδο που ακολούθησε τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015.
Ο Βαρουφάκης δηλώνει πως μετά την συνάντηση με το τρίο Τσίπρα, Παππά και Δραγασάκη, δέχτηκε την θέση του υπουργού οικονομικών. Ο Δραγασάκης, από την πλευρά του, θα κατείχε την θέση του υπουργού παρά τω πρωθυπουργώ και θα επέβλεπε άμεσα τρία υπουργεία-κλειδιά, εκ των οποίων, αυτό των οικονομικών.

Σημειώσεις:

[1] Y. Varoufakis, Adults in the Room, Bodley Head, London, 2017, σ. 98. Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο του 2017, από τις γαλλικές εκδόσεις Les Liens qui Libèrent.
[2] Όπ. π., p. 102.
[3] Όπ. π., σ. 88-89.
[4] Το απόσπασμα αυτό, όπως και όλες όσες ακολουθούν, προέρχονται από το κεφάλαιο 4.
*Μετάφραση: Christine Cooreman. Πηγή: contra-xreos.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας