Εντυπώσεις από την ημερίδα στο Ευρωκοινοβούλιο: «Ποιοτική Εκπαίδευση για όλους»

1706
λόουτς

Πριν από μερικές μέρες και συγκεκριμένα στις 7 Σεπτεμβρίου, είχαμε την τιμή να κληθούμε από τον Ευρωβουλευτή της ΛΑ.Ε, κύριο Χουντή, σε ημερίδα που πρώτη φορά γινόταν από το Ευρωκοινοβούλιο με θέμα την «Ποιοτική Εκπαίδευση για όλους», με ευθύνη του ίδιου και τριών συναδέλφων του μελών της GUE, της ομάδας της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, και της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου .

Το θέμα εισηγήθηκε ο Ιταλός ευρωβουλευτής και συνδιοργανωτής Curzio Maltese που έθεσε το θέμα στην ουσία του, ότι η λιτότητα σε χώρες, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία εμποδίζουν την πλειοψηφία των νέων να έχουν πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση, που άλλωστε είναι απειλή για τις κυβερνήσεις. Οι δαπάνες για την παιδεία περιορίζονται και παρόλο που η ουσιαστική παιδεία είναι προνόμιο των λίγων οι αντιδράσεις είναι περιορισμένες. Το εκπαιδευτικό σύστημα εξυπηρετεί πια τις ανάγκες της αγοράς και ο κύριος Ντράγκι χρηματοδοτεί τις τράπεζες αντί τις εκπαιδευτικές ανάγκες της κοινωνίας. Ακόμη και για τα προωθημένα, παλιότερα, Erasmus σήμερα είναι ελάχιστη η χρηματοδότηση, αφού η προσέγγιση των εκπαιδευτικών ζητημάτων είναι νεοφιλελεύθερη. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά βέβαια έχει αντιληφθεί αυτές τις κατευθύνσεις και τις αναδεικνύει και στον προεκλογικό της λόγο, όπως ο Τζέρεμυ Κόρμπιν στην Αγγλία.

Ο Νίκος Χουντής που συντόνιζε την συζήτηση ήταν πολύ ουσιαστικός και αιχμηρός στην εισήγησή του και μίλησε για τις «Γενικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη». Τόνισε ότι με την Εκπαίδευση σε μία ταξική κοινωνία αναπαράγεται το κυρίαρχο μοντέλο, αφού διαμορφώνεται ο επιθυμητός νέος πολίτης. Έτσι από την ολιστική εκπαίδευση περνάμε στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων. Η ιδιωτικοποίηση θεωρείται πανάκεια, η αξιολόγηση και η απασχολησιμότητα είναι σε πρώτη διάταξη. Απαξιώνεται επίσης η ποιότητα στην παρεχόμενη εκπαίδευση λόγω και της έλλειψης επενδύσεων. Άλλωστε και η ανεργία των νέων στην Ελλάδα στο 40 % αποδεικνύει την απαξίωση της εκπαίδευσης, αφού είναι γεγονός ότι Παιδεία και λιτότητα είναι ασύμβατες.

Από τους εισηγητές του πρώτου κύκλου η κυρία Βάσια Χιώτη, που ανέπτυξε το θέμα «Παροχή δωρεάν εκπαίδευσης» μίλησε ολοκληρωμένα και εμπεριστατωμένα για τα προβλήματα της ελληνικής Παιδείας τονίζοντας ότι η εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι εμπόρευμα και λόγω χρηματοδότησης και λόγω περιεχομένου. Εντόπισε τα προβλήματα στην μείωση δαπανών στο 2% του ΑΕΠ, στην έλλειψη διορισμών και βοηθητικού προσωπικού, στις μειώσεις ωρών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στην απειλούμενη μεταφορά σχολείων στους Δήμους παρά τα μεγάλα οικονομικά τους προβλήματα, στην αξιολόγηση μέσω ανεπαρκών και επισφαλών κριτηρίων, στην μείωση κλάδων στην Τεχνική Εκπαίδευση και στην μαθητεία, για προβλήματα μεταπτυχιακών και ιδιωτικοποίησης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και γενικά για τον νεοφιλελεύθερο εκπαιδευτικό προσανατολισμό.

Ο κύριος Γιώργος Τσιάκαλος, ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ, εξαιρετικός γνώστης των προβλημάτων της εκπαίδευσης προσφύγων, εντόπισε και τόνισε τα κενά της κυβερνητικής πολιτικής σ’ αυτό το σημαντικό ζήτημα που διογκώνεται λόγω των ταξικών φραγμών, που είναι μεγαλύτεροι για τα προσφυγόπουλα και για τα οποία πρέπει να επουλωθεί επιπλέον το ψυχικό τραύμα που υπέστησαν. Εντούτοις η κυβέρνηση πιστεύει ότι έκανε βήματα σ΄αυτόν τον τομέα, όταν μόνο 1500 προσφυγόπουλα είχαν πρόσβαση στο σχολείο την περσινή χρονιά, όταν διδάσκονταν μόνο αγγλικά, ελληνικά και υπολογιστές και φυσικά σε ώρες απογευματινές, χωριστά από τα Ελληνόπουλα.

Άλλοι υπεύθυνοι για εκπαιδευτικά θέματα μίλησαν για την ειδική αγωγή και την ανάγκη να υπάρξουν περισσότερες δαπάνες, όπως ο Pat Buckley για την Ιρλανδία ή η Birke Bull για την Γερμανία. Ο Mike McKee από την Ιρλανδία, εκπρόσωπος του Σιν Φέιν, μίλησε επίσης για την έλλειψη επενδύσεων , για την ανάγκη δωρεάν εκπαίδευσης για όλους, για τα καθολικά σχολεία που αποδέχονται μόνο βαφτισμένα παιδιά και για τα 2000 άστεγα παιδιά που στερούνται πόρους και εκπαίδευση. Σημαντική ήταν και η εισήγηση της Santa Parello, υπεύθυνης για ένα οργανισμό υποστήριξης νέων ανθρώπων λόγω του αντίκτυπου των εκπαιδευτικών πρακτικών, που μίλησε για ένα ειδικό αυτοχρηματοδοτούμενο σχολείο στην Νάπολη, που βοηθά στην χειραφέτηση των νέων που ζουν την εγκληματικότητα την παρανομία και την βία καθημερινά. Αλλά το σχολείο αυτό μέσω της διδασκαλίας και την ενασχόληση των παιδιών με την Τέχνη και το ελεύθερο πρόγραμμα, εμφυσά την όρεξη για την μάθηση Τέλος η Martina Michels, Γερμανίδα ευρωβουλευτής και συνδιοργανώτρια, συνόψισε την ενδιαφέρουσα συζήτηση, που, όπως ελέχθη, παρακολούθησε πολύς κόσμος, έγιναν πολλά σχόλια και ζητήθηκε με ένταση να συνεχιστεί ο προβληματισμός με νέα ημερίδα, γιατί τα ζητήματα εκπαίδευσης απασχολούν πολλούς, όπως φάνηκε και από την συγκεκριμένη.

Για την ελληνική ομάδα που παρακολούθησε, είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον η ανάπτυξη των προβλημάτων που απασχολούν και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Φάνηκε καθαρά ότι τα προβλήματα δεν είναι ίδια για την Ιταλία, Ιρλανδία και ιδιαίτερα για την Ελλάδα της τεράστιας κρίσης με τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία, που έχουν να αντιμετωπίσουν ειδικές κατηγορίες παιδιών, όπως αυτά με ειδικά προβλήματα. Επίσης ήταν σημαντικό να δει κανείς ότι οι εκσυγχρονιστικές λύσεις που δόθηκαν στα αναπτυγμένα κράτη της Ευρώπης ή οι επιτυχίες τους σε διεύρυνση της γνώσης, όπως η επέκταση της βασικής εκπαίδευσης στα δεκαέξι χρόνια γίνονται και στην Ελλάδα σήμερα αποδεκτές, με τυμπανοκρουσίες από την κυβέρνηση, όπως με ενθουσιασμό δήλωσε η Ελληνίδα υπεύθυνη εκπαίδευσης του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ είναι μία αναγκαία πτυχή που εκπαιδευτικού ζητήματος που από χρόνια απαιτούσε το συνδικαλιστικό κίνημα.

Η χρονική διάρκεια της ημερίδας, που δεν ξεπέρασε τις τρεις ώρες, είχε το πλεονέκτημα ότι παρακολουθούνταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και από τους μη ειδικούς και σ’ αυτό συνέβαλλαν και οι εναλλαγές των εισηγητών. Από την άλλη πλευρά όμως δεν υπήρχε χρόνος για τους παρευρισκομένους ακροατές να αναπτύξουν την σκέψη τους, παρά μόνον για δύο λεπτά.

Μέσα στον ελάχιστο χρόνο που είχα στην διάθεσή μου προσπάθησα να αναπτύξω κάποιες σκέψεις (εκτός από όσες διατυπώθηκαν και με τις οποίες είμαι σύμφωνη), για τις νέες μεταρρυθμίσεις στο ελληνικό Λύκειο και το πώς αυτές δεν στοχεύουν στην ποιοτική εκπαίδευση για όλους-ες.

Καταρχήν με την μνημονιακή κρίση επί μία οκταετία δεν γίνονται διορισμοί σε καμία βαθμίδα της εκπαίδευσης. Αντίθετα τα κενά προσπαθούν να τα λύσουν με συγχωνεύσεις σχολείων και με ανάπτυξη του αριθμού των μαθητών στα τμήματα (μέχρι και τριάντα). Με το νέο σύστημα μειώνουν κατά 4 ώρες τα μαθήματα στην Β’ και Γ’ Λυκείου και επιπλέον στην Γ’ Λυκείου μειώνουν τα λεγόμενα δευτερεύοντα σε (Ιστορία, Βιολογία, καλλιτεχνικά, ξένες γλώσσες), ώστε στο πρόγραμμα να περιορίζονται σε 4 μόνο ώρες.

Επίσης με το πλήθος των αναπληρωτών καθηγητών που φθάνουν στις 20.000 αλλάζουν την σχέση μονιμότητας και προσωρινής – ελαστικής εργασίας και στην Εκπαίδευση, όπως και σε άλλους τομείς του Δημοσίου (νοσοκομεία, Τ.Α. και άλλους οργανισμούς), γιατί το απαιτεί η Ε.Ε. Η κατεύθυνση αυτή έχει τις ανάλογες δυσμενείς συνέπειες και για την εκπαιδευτική διαδικασία, που απαιτεί μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό με ελεύθερη βούληση και σκέψη, που λειτουργεί για το καλό του μαθητή και της Εκπαίδευσης και όχι εξαρτημένου από τις βουλές των κυβερνήσεων, άρα συχνά φοβισμένου και υποταγμένου.

Τέλος και πολύ σημαντικό κατά την γνώμη μου, εκτός από την μη απάλειψη των Πανελλαδικών Εξετάσεων και του numerus clausus που βάζει φραγμούς στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, είναι η ποιότητα που επαγγέλλεται η ελληνική κυβέρνηση, που πάλι δεν είναι για όλους-ες. Ο στόχος των εκπαιδευτικών είναι μέσω της Παιδείας να εμφυσώνται στους μαθητές ανθρωπιστικές αξίες, όπως παραδόθηκαν από την αρχαιοελληνική παράδοση και τον Διαφωτισμό, που εξανθρωπίζουν και οδηγούν τον νέο άνθρωπο να δείχνει αλληλεγγύη και σεβασμό στον συνάνθρωπο ανεξάρτητα από φυλή, χρώμα και φύλο, να αποκτούν γνώσεις, αλλά και να εμπεδώσουν την αρχή ότι η γνώση είναι αυταξία, να καλλιεργηθούν, ώστε να επιλέγουν το πραγματικά ωραίο και καλλιτεχνικό από το πλήθος των σκουπιδιών της υποκουλτούρας και να πολιτικοποιηθούν, ώστε να δρουν ως υπεύθυνοι πολίτες για το καλό και την πρόοδο της κοινωνίας. Αν δεχθούμε αυτούς τους στόχους πρέπει να σκεφθούμε και το ωρολόγιο πρόγραμμα που θα τους υπηρετεί και να αναμορφώσουμε τα βιβλία που θα τους παρέχουν. Στο νέο όμως πρόγραμμα του ελληνικού Λυκείου οι δύο τελευταίες τάξεις θα έχουν τέσσερα βασικά μαθήματα, Ελληνικά και Μαθηματικά (σωστά), Θρησκευτικά (πάντα και με όποια κυβέρνηση) και Φυσική Αγωγή. Τα Αρχαία, η Φυσική και η Χημεία θα επιλέγονται και μάλιστα για έξι ώρες στην Γ’ λυκείου, γεγονός που κάνει τις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου φροντιστήριο (για να χτυπηθούν δήθεν τα φροντιστήρια), ενώ αφαιρεί από όσους μαθητές δεν τα επιλέξουν την δυνατότητα να έχουν κάποια γενική γνώση αυτών και των «δευτερευόντων», όπως θα επέβαλλε μία ποιοτική εκπαίδευση και όχι φροντιστηριακή.

Η εξαγγελία για επιλογή γενικών μαθημάτων από τους μαθητές των ΕΠΑΛ και το αντίθετο δεν οδηγεί, όπως επαγγέλλονται σε ένα Ενιαίο Λύκειο Θεωρίας και Πράξης, που οραματιζόταν το συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά στην ταχύτερη μετάβαση πολλών παιδιών με χαμηλότερες επιδόσεις στην διέξοδο Τεχνική Εκπαίδευση. Και βέβαια ο επαίσχυντος θεσμός της μαθητείας στα ΕΠΑΛ, όπως ειπώθηκε και από την κυρία Χιώτη, οδηγεί σε φθηνό εργατικό δυναμικό για τις επιχειρήσεις.

Στην Ελλάδα λοιπόν της κρίσης, της τεράστιας ανεργίας και υποαπασχόλησης, της αδιοριστίας και των ελάχιστων κοινωνικών δαπανών (και για την εκπαίδευση) κανείς δεν θα περίμενε ένα άλλο εκπαιδευτικό μοντέλο από αυτό που θα αναπαρήγε τις ανισότητες που επέλεξαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και η κυρίαρχη τάξη για την ελληνική κοινωνία. Το νέο Λύκειο που προετοιμάζουν το αποδεικνύει.

*Η Μυρσίνη Αθανασιάδου είναι εκπαιδευτικός.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας