Οικονομολόγοι προβλέπουν ακόμη βαθύτερη ύφεση, ενώ διατηρούν αμετάβλητη την απαισιόδοξη πρόβλεψή τους για πληθωρισμό ελάχιστα χαμηλότερο από το 55% στην πιο πρόσφατη μηνιαία καταγραφή των εκτιμήσεών τους, που δημοσιοποιήθηκε χθες από την κεντρική τράπεζα της Αργεντινής.
Το στοιχείο αυτό ακολουθεί εβδομάδες πολιτικής αβεβαιότητας και τη μεγάλη πτώση της αξίας του πέσο και του χρηματιστηριακού δείκτη, μετά την καθαρή νίκη του περονιστή υποψηφίου Αλμπέρτο Φερνάντες στις προκριματικές εκλογές του Αυγούστου επί του συντηρητικού προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι, ενόψει των προεδρικών εκλογών στα τέλη του τρέχοντος μήνα.
Η κυβέρνηση του Μάκρι προσπάθησε τον περασμένο μήνα να ελέγξει την κατάσταση, ανακοινώνοντας περιορισμούς στις αγοραπωλησίες συναλλάγματος — μια μορφή ελέγχου της κίνησης κεφαλαίων — και επιδιώκοντας την παράταση των ωριμάνσεων δημόσιου χρέους περίπου 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε τουλάχιστον 54,9% σε ετήσια βάση, κατά τις εκτιμήσεις των 45 οικονομολόγων, που υπολόγιζαν ότι θα ανερχόταν στο 55% τον περασμένο μήνα, αμέσως μετά το κατ’ αυτούς απροσδόκητο εκλογικό αποτέλεσμα, το οποίο προκάλεσε σοκ στις αγορές.
Κατά τους αναλυτές, ο δείκτης τιμών καταναλωτή αναμένεται να μειωθεί σε ετήσιο ρυθμό 40,5% το 2020.
Η αποδυνάμωση του πέσο, που έχει απολέσει σχεδόν τη μισή αξία του από πέρυσι έναντι του αμερικανικού δολαρίου, αναμένεται να προκαλέσει περαιτέρω αύξηση των τιμών βασικών καταναλωτικών αγαθών τους επόμενους μήνες.
Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά 2,9% φέτος, σύμφωνα με τους οικονομολόγους. Τον περασμένο μήνα, προέβλεπαν ότι η ύφεση θα έφθανε το 2,5%.
Αυτή την εβδομάδα, ο Φερνάντες προσπάθησε να καθησυχάσει τους επενδυτές διαβεβαιώνοντας ότι εάν εκλεγεί πρόεδρος, όπως προεξοφλούν οι περισσότεροι αναλυτές, θα επιδιώξει να αποφύγει μεγάλο “κούρεμα” του χρέους και θα εξετάσει μια λύση “τύπου Ουρουγουάης” για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της Αργεντινής.
Η προσπάθειά του αυτή είναι συνέπεια των οξύτατων πιέσεων που ασκεί το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο, καθώς και οι ΗΠΑ και η Ε.Ε., που έχουν πανικοβληθεί με την προοπτική μιας νέας κυβέρνησης στην Αργεντινή που θα επιδιώξει την ανατροπή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής την οποία στηρίζουν και αποτελεί την αιτία για τη νέα κρίση της οικονομίας της μεγάλης λατινοαμερικανικής χώρας.