WSJ: Οι μισοί Ελληνες ζουν με τις συντάξεις των γονιών τους

1804
σύνταξη

Με τις συντάξεις των γονιών τους ζουν οι μισοί Ελληνες, αναφέρει δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας Wall Street Journal, στο οποίο φιλοξενούνται δηλώσεις νέων ανθρώπων που αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην οικογενειακή εστία για να τα βγάλουν πέρα.
Πριν από δύο χρόνια, ο 33χρονος Lumbi Nychas επέστρεψε στο παιδικό του δωμάτιο, αφότου οι πωλήσεις του καταστήματος κοσμημάτων του σημείωσαν δραματική συρρίκνωση. Λίγους μήνες μετά, επέστρεψε στο σπίτι και η αδερφή του, με τον σύζυγό της και την κόρη τους.
Σήμερα όλοι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη σύνταξη του 67χρονου πατέρα τους.
Όπως αναφέρει η WSJ, το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας έχει γίνει de facto δίκτυο κοινωνικής πρόνοιας για τους πιο ευάλωτους πολίτες της χώρας, με εκατομμύρια ηλικιωμένους να χρησιμοποιούν τα χρήματα της σύνταξης για να παράσχουν τα αναγκαία στις οικογένειές τους.
Αυτή η ευρεία εξάρτηση από τις συντάξεις εξηγεί και τον πόνο που νιώθουν οι Έλληνες, καθώς η κυβέρνηση προετοιμάζεται να θεσπίσει έναν νέο γύρο περικοπών των συντάξεων το 2018 και το 2019. Οι συνταξιούχοι αναμένεται να δουν τις συντάξεις τους μειωμένες μέχρι και κατά ένα πέμπτο, στην 13η περικοπή που θα εφαρμοστεί από την αρχή του καθεστώτος των μνημονίων το 2010.
«Με τόσο μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας να βασίζεται στην πληρωμή των συντάξεων, οι δαπάνες για συντάξεις έχουν λάβει μεγαλύτερη έκταση σε σχέση με άλλες μορφές κοινωνικών δαπανών που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν καλύτερα για να αντιμετωπιστούν οι μάστιγες της Ευρώπης, όπως η φτώχεια, τα χαμηλά ποσοστά γεννήσεων, η ανισότητα εισοδήματος και η μη ετοιμότητα του εργατικού δυναμικού για τη σημερινή οικονομία», αναφέρει η εφημερίδα.
Και συνεχίζει: «Οι συντάξεις στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν σήμερα το 17,4% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ελληνικού υπουργείου Εργασίας, το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη. Παρά τις διαδοχικές περικοπές, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ έφθασαν στο υψηλότερο σημείο τους κατά την κρίση, καθώς η οικονομία της χώρας συρρικνώθηκε κατά περισσότερο από το ένα τέταρτο».
«Στη δεκαετία του 1950 και του 1960, περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες που έλαβαν συντάξεις δεν είχαν καταβάλει εισφορές. Μέχρι το 2011, οι κομμωτές, τα μοντέλα και οι παρουσιαστές δελτίων της κρατικής τηλεόρασης ήταν στα “βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα”, για τα οποία ένα έτος εισφορών απέφερε τα ίδια οφέλη με τρία χρόνια που καταβλήθηκαν από έναν λογιστή ή έναν πωλητή λιανικής», σημειώνει επίσης το δημοσίευμα της Wall Street Journal.
Όπως τονίζει, η παράδοση τέτοιων υπερβολών δημιουργεί ένα αίσθημα ότι οι γηραιότεροι Έλληνες, ίσως χωρίς να ευθύνονται οι ίδιοι, υποθήκευσαν το μέλλον των παιδιών και των εγγονιών τους. Με το άγχος της προσέλκυσης ψηφοφόρων, οι κυβερνήσεις ευνοούσαν την πρόωρη συνταξιοδότηση.
«Με την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας και την ανεργία στο 21%, οι συνταξιούχοι παρέχουν την κύρια πηγή εισοδήματος για το ήμισυ των κατοίκων της χώρας», σημειώνεται χαρακτηριστικά στο δημοσίευμα.
Και συνεχίζει: «Το 2016, η Ελλάδα χορήγησε 30 δισ. ευρώ σε συντάξεις, αλλά λιγότερο από 1 δισ. ευρώ σε επιδόματα ανεργίας, τα οποία λαμβάνει μόνο ένας στους τρεις Έλληνες ανέργους.  Η χώρα δαπανά λιγότερο από το 2% του ΑΕΠ για τη στήριξη των οικογενειών, τη στέγαση και την ανακούφιση από τη φτώχεια».
Και όπως καταλήγει η Wall Street Journal, όλα αυτά καθιστούν τις συνταξιοδοτικές περικοπές που ζητούν οι διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας ιδιαίτερα οδυνηρές, ειδικά μετά από πολλές προηγούμενες μειώσεις.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας