Μην υπολογίζετε σε μια ήπια προσγείωση για την παγκόσμια οικονομία, αναφέρει ο νομπελίστας οικονομολόγος Kenneth Rogoff…
Σύμφωνα με τον διακεκριμένο επιστήμονα, παρά τις ολοένα και πιο αισιόδοξες προβλέψεις των αναλυτών για το 2024, οι κίνδυνοι για την παγκόσμια ανάπτυξη εξακολουθούν να κλίνουν προς τα κάτω.
Στην πραγματικότητα, οι πρόσφατες εξελίξεις στην Κίνα, την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες υποδηλώνουν ότι για την παγκόσμια οικονομία οι μεγαλύτερες προκλήσεις βρίσκονται μπροστά.
Ένα μήνα μετά τον ερχομό του 2024, η συναίνεση παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξη για την παγκόσμια οικονομία, με τις κεντρικές τράπεζες και τους αναλυτές να προβλέπουν είτε ήπια προσγείωση είτε δυνητικά μηδενική προσγείωση.
«Ακόμη και ο συνάδελφός μου Nouriel Roubini, διαβόητος για τις ζοφερές προβλέψεις τους, θεωρεί τα χειρότερα σενάρια ως λιγότερο πιθανά να υλοποιηθούν» επισημαίνει ο Rogoff και προσθέτει:
«Οι διευθύνοντες σύμβουλοι και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής με τους οποίους μίλησα κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF) του περασμένου μήνα στο Νταβός επανέλαβαν αυτό το συναίσθημα.
Το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία δεν διολίσθησε σε ύφεση το 2023, παρά την απότομη άνοδο των επιτοκίων, έκανε πολλούς να αισιοδοξούν για τις προοπτικές του 2024.
Όταν τους ζητήθηκε να εξηγήσουν την αισιοδοξία τους, επιχειρηματολόγησαν αναφέροντας πως η οικονομία των ΗΠΑ απέδωσε καλύτερα του αναμενομένου ενώ ιδιαίτερο boost έδωσε η τεχνητή νοημοσύνη, η οποία αναμένεται να τροφοδοτήσει την παραγωγικότητα.
Όπως παρατήρησε ένας υπουργός Οικονομικών, “Εάν δεν είσαι εκ φύσεως αισιόδοξος, δεν πρέπει να είσαι υπουργός Οικονομικών”».
Οι οικονομολόγοι του κόσμου φαίνεται να συμμερίζονται αυτήν την προοπτική.
Το WEF’s Chief Economists Outlook τον Ιανουάριο του 2024 διαπίστωσε ότι, ενώ η πλειοψηφία των ερωτηθέντων προέβλεψε μια ήπια παγκόσμια ύφεση το 2024, οι περισσότεροι δεν ανησυχούν υπερβολικά και θεωρούν την επιβράδυνση ως υγιή διόρθωση των πληθωριστικών πιέσεων που προκαλούνται από την υπερβολική ζήτηση.
Ακόμη και η διαταραχή του παγκόσμιου εμπορίου που προκλήθηκε από τις επιθέσεις των Houthi της Υεμένης εναντίον εμπορικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα, καθώς επίσης και οι συνεχιζόμενοι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Γάζα, δεν χάλασαν τη χαρούμενη διάθεση των αναλυτών και των επιχειρηματικών ηγετών.
Το αμερικανικό χρηματιστήριο βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά, ενώ ακόμη και το συνήθως συντηρητικό Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναθεώρησε επί τα βελτίω τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη, με το τελευταίο World Economic Outlook να περιγράφει τους κινδύνους για την παγκόσμια ανάπτυξη ως, «σε γενικές γραμμές, ισορροπημένους».
Αυτός ο χαρακτηρισμός σηματοδοτεί σημαντική απόκλιση από τον επιφυλακτικό τόνο που χρησιμοποιεί συνήθως το Ταμείο για να αποθαρρύνει τους υπουργούς Οικονομικών από το να εμπλακούν σε μη βιώσιμα πάρτι δαπανών.
Εκλογές
Και, βέβαια, όπως επισημαίνει ο Rogoff, σε μια κρίσιμη εκλογική χρονιά κατά την οποία οι ψηφοφόροι σε δεκάδες χώρες – που αντιπροσωπεύουν τον μισό πληθυσμό του πλανήτη – θα κατευθυνθούν στις κάλπες, οι κρατικές δαπάνες αναμένεται ήδη να αυξηθούν.
Στη μακροοικονομία, αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό ως «πολιτικοί κύκλοι προϋπολογισμού»: οι κατεστημένοι πολιτικοί θέλουν να τονώσουν την οικονομία για να βελτιώσουν τις πιθανότητές τους να επανεκλεγούν…
Έτσι αυξάνουν τις δημόσιες δαπάνες και παρουσιάζουν μεγαλύτερα ελλείμματα.
Παρά λοιπόν όσα αναφέρει η συναίνεση, οι πρόσφατες εξελίξεις υποδηλώνουν ότι οι κίνδυνοι για την παγκόσμια ανάπτυξη εξακολουθούν να κλίνουν προς τα κάτω.
Κίνα
«Για αρχή, είμαι βαθιά δύσπιστος σε ό,τι αφορά την ανακοίνωση της κινεζικής κυβέρνησης ότι η οικονομία της αναπτύχθηκε κατά 5,2% το 2023.
Τα μεγέθη της αύξησης του ΑΕΠ είναι από καιρό ένα πολιτικά φορτισμένο ζήτημα στη χώρα του δράκου, ιδιαίτερα τον περασμένο χρόνο, καθώς ο Πρόεδρος Xi Jinping εδραίωσε τη μονοπρόσωπη κυριαρχία του απολύοντας πολλούς ανώτατους αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένων των υπουργών Άμυνας και Εξωτερικών του.
Με την κινεζική οικονομία να παλεύει με τον αποπληθωρισμό, την πτώση των τιμών των ακινήτων και την αδύναμη ζήτηση, καθίσταται όλο και πιο προφανές ότι τα οικονομικά της δεινά δεν έχουν τελειώσει – και ότι ο Xi είναι αποφασισμένος να ελέγξει το αφήγημα» επισημαίνει ο Rogoff.
Ο συνδυασμός της παρατεταμένης οικονομικής επιβράδυνσης και ενός κλάδου ακινήτων που καταρρέει θα μπορούσε να φέρει την Κίνα στα πρόθυρα μιας «χαμένης δεκαετίας» τύπου Ιαπωνίας.
Η προφανής κεϋνσιανή λύση για το αργόσυρτο ναυάγιο της χώρας με την κατάρρευση επιχειρήσεων ακίνητης περιουσίας και το χρέος της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι να ξεκινήσουν οι άμεσες μεταβιβαστικές πληρωμές προς τα νοικοκυριά.
Όμως, δεδομένου ότι οι Κινέζοι καταναλωτές είναι διατεθειμένοι να αποταμιεύουν (σε αντίθεση με τους σπάταλους Αμερικανούς) και ότι το δημόσιο χρέος αυξάνεται ήδη ραγδαία, μια σπείρα χρέους-αποπληθωρισμού φαίνεται όλο και πιο πιθανή.
Ευρώπη
Εν τω μεταξύ, παρά την αποφυγή της ύφεσης το 2023, η ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη αναμένεται ευρέως να παραμείνει αδύναμη φέτος.
Επιπλέον, η απροθυμία των ευρωπαϊκών χωρών να επενδύσουν στον αμυντικό τομέα υποδηλώνει ότι πιθανή επιστροφή του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump στον Λευκό Οίκο το 2025 θα φέρει οδυνηρές προσαρμογές.
Είναι δε ανησυχητικό το γεγονός πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν φαίνεται να προετοιμάζονται για ένα τέτοιο σενάριο, παρότι ο πόλεμος στην Ουκρανία εξαντλεί τα αποθέματα πυρομαχικών τους πιο γρήγορα από ό,τι είναι δυνατό να αναπληρωθούν.
Η Ευρώπη παλεύει επίσης με τις οικονομικές επιπτώσεις του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA) του προέδρου των ΗΠΑ Joe Biden, ο οποίος επιστραφεύει φορολογικά κίνητρα για να δελεάσει τις ευρωπαϊκές εταιρείες.
Και παρότι ο IRA φαινομενικά στοχεύει στην επιτάχυνση της μετάβασης της Αμερικής στην πράσινη ενέργεια, ουσιαστικά πρόκειται για μια προστατευτική εμπορική πολιτική.
Μπορεί να έδωσε στην οικονομία των ΗΠΑ μια βραχυπρόθεσμη ώθηση, αλλά οι μακροπρόθεσμες συνέπειές του θα αντικατοπτρίζουν εκείνες του νόμου Smoot-Hawley Tariff του 1930, ο οποίος πυροδότησε εμπορικό πόλεμο και επιδείνωσε τη Μεγάλη Ύφεση.
Ωστόσο, ο εμπορικός προστατευτισμός του Biden είναι μια ήπια πολιτική σε σύγκριση με το σχέδιο του Trump να επιβάλει δασμούς 10% σε όλα σχεδόν τα εισαγόμενα αγαθά – μια κίνηση που θα μπορούσε να προκαλέσει όλεθρο στο παγκόσμιο εμπορικό σύστημα.
Οι ευρωπαϊκές χώρες λογικά στηρίζουν τον Biden, ο οποίος, σε αντίθεση με τον Trump, επανειλημμένα έχει εκφράσει τη βούλησή του να χαλιναγωγήσει τον ρωσικό επεκτατισμό.
ΗΠΑ
Σύμφωνα με τον Rogoff, ανησυχητικό είναι επίσης το γεγονός τόσο οι Δημοκρατικοί όσο και οι Ρεπουμπλικανοί στις ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονται για τη μείωση των κρατικών δαπανών, πόσο μάλλον για τη μείωση του ελλείμματος.
Ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα ελέγχει το Κογκρέσο μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου, προβλέπεται πάρτι δαπανών, τροφοδοτούμενο από το ολοένα διογκούμενο έλλειμμα.
Αλλά εάν τα πραγματικά επιτόκια παραμείνουν υψηλά, όπως πολλοί αναμένουν, η αμερικανική κυβέρνηση θα αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ της βαθιάς αντιδημοφιλούς δημοσιονομικής σύσφιξης ή της πίεσης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας να επιτρέψει μια νέα περίοδο πληθωρισμού.
Συνεπώς, «παρά την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι η παγκόσμια οικονομία οδεύει προς ήπια προσγείωση, οι πρόσφατες τάσεις προσφέρουν ελάχιστους λόγους για αισιοδοξία.
Καθώς ο κόσμος διανύει ταραγμένους καιρούς, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι αναλυτές πρέπει να έχουν κατά νου ότι μια ομαλή προσγείωση δεν σημαίνει τίποτε εάν ο διάδρομος βρίσκεται σε σεισμική ζώνη» καταλήγει ο Rogoff.