«Βαρίδι» για την Ε.Ε. η ασθενής Γερμανία!

106

Ηταν η σούπερ σταρ της οικονομίας, η παγκόσμια πρωταθλήτρια των εξαγωγών, η υπερδύναμη της Ε.Ε. Σήμερα είναι ο ασθενής της Ευρώπης. Η Γερμανία έχει προβλήματα.
Η οικονομία της βρίσκεται σε διετή ύφεση, για πρώτη φορά εδώ και δύο δεκαετίες. Οι υποδομές της έχουν μεγάλη ανάγκη εκσυγχρονισμού. Η Deutsche Bank περικόπτει χιλιάδες θέσεις εργασίας. Περικοπές ετοιμάζει και η Mercedes. Η Volkswagen, η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, ανακοίνωσε ότι κλείνει εργοστάσια, απολύει δεκάδες χιλιάδες και προχωρά σε μειώσεις μισθών.

  • Βασίλης Γαλούπης

Ολόκληρη η βιομηχανική ραχοκοκαλιά της Γερμανίας κλυδωνίζεται. Η έκθεση της Στατιστικής Υπηρεσίας της χώρας την περασμένη εβδομάδα, ότι «η γερμανική οικονομία αναπτύχθηκε λιγότερο από ό,τι ανέμεναν οι αναλυτές το γ’ τρίμηνο του 2024, με το απογοητευτικό 0,1%» και ότι «οι εξαγωγές αγαθών, βασικός παράγοντας για την οικονομία της Γερμανίας, μειώθηκαν κατά περίπου 2,4%», ήταν ακόμα ένα σοκ.

Ακόμα και η Ανγκελα Μέρκελ ζητά τώρα να υπάρξει χαλάρωση στο «φρένο χρέους», το όπλο της Γερμανίας προκειμένου να «ισοπεδώσει» με τα Μνημόνια την Ελλάδα.
Η κυβέρνηση κατέρρευσε και η Γερμανία οδεύει σε πρόωρες εκλογές, υπό τον κίνδυνο πολιτικής παράλυσης. Στο μεταξύ το Βερολίνο έχει δεσμευτεί να υποστηρίζει την Ουκρανία «για όσο χρειαστεί», αλλά τι ακριβώς μπορεί να προσφέρει τώρα που χάνει τις «πλάτες» της Αμερικής; Με τον Τραμπ να απειλεί με δασμούς, πώς θα διαχειριστεί έναν πιθανό εμπορικό πόλεμο Ε.Ε. – ΗΠΑ;

Η κρίση της Γερμανίας είναι πολυπαραγοντική. Στο επίκεντρο, όμως, βρίσκονται οι γερμανικές εμμονές, που πλέον της γυρίζουν μπούμερανγκ. Μπορεί το Βερολίνο να βασιζόταν επί χρόνια στα ελλείμματα που δημιουργούσαν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να παχύνει τα έσοδά του και να τονώσει τα κέρδη του, αλλά το συγκεκριμένο πάρτι τελείωσε.
Σήμερα, μπροστά στον αυξανόμενο ανταγωνισμό από την Κίνα, στην προοπτική η Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς 10%-20% στις εισαγωγές, στην ενεργειακή πίεση λόγω απόρριψης του ρωσικού φυσικού αερίου και με μια ξεζουμισμένη Ε.Ε., με χώρες που δεν έχουν πια τη δυνατότητα να εισάγουν τα πανάκριβα γερμανικά προϊόντα, το επιχειρηματικό δόγμα του Βερολίνου καταρρέει.

Το Βερολίνο ήταν πάντα φανατικά κατά του χρέους, σε βαθμό που το χρησιμοποίησε ως μπαμπούλα για τα ευρωπαϊκά κράτη από το 2009 και μετά. Η Γερμανία έχει κατοχυρώσει στο Σύνταγμά της το «φρένο χρέους», δηλαδή την απαγόρευση να λαμβάνει επιπλέον δάνεια. Το ανώτατο όριο δανεισμού είναι στο 0,35% του ΑΕΠ.

Αυτή η ιδιαιτερότητα δούλευε για τη Γερμανία όσο βασιζόταν σε άλλες χώρες, που είχαν ελλείμματα, για να τονώσει την οικονομία της. Αλλά σε έναν κόσμο όπου η παγκοσμιοποίηση έχει τραβήξει χειρόφρενο, τέτοιες οικονομικές εμμονές δεν την εξυπηρετούν πλέον. Ακόμα και η Μέρκελ ζητά, μέσω της αυτοβιογραφίας της, «μια χαλάρωση, ώστε να επιτραπεί η ανάληψη υψηλότερων επιπέδων χρέους μελλοντικά για χάρη των επενδύσεων».

Οι ανάγκες της Γερμανίας για δημόσιες επενδύσεις ανέρχονται σε 600 δισεκατομμύρια ευρώ για διάστημα δέκα ετών. Κι επιπλέον πρέπει να βρεθούν νέα κεφάλαια για την άμυνα, ώστε το Βερολίνο να κατευνάσει τη νέα κυβέρνηση Τραμπ.

Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ, υπουργός Οικονομίας, διατύπωσε ήδη πρόταση για επενδυτικό ταμείο χρηματοδοτούμενο από χρέος προκειμένου να βοηθήσει τις γερμανικές επιχειρήσεις. Ο,τι έμοιαζε αδιανόητο για το Βερολίνο στην περίπτωση της Ελλάδας, τώρα φαντάζει ως ιδανικό μέτρο για τη σωτηρία της υποκριτικής, αδίστακτης και παραδοσιακά συμφεροντολογικής Γερμανίας.

Ομως όλα δείχνουν ότι η Γερμανία έχει πιαστεί στα ίδια της τα δίχτυα… Και μετατρέπεται πλέον στο μεγαλύτερο βαρίδι της Ε.Ε., με κίνδυνο να συμπαρασύρει λόγω του ειδικού της βάρους και τις άλλες χώρες-μέλη της ευρωπαϊκής συμμαχίας.

Εχασε το χρήμα της Κίνας, κλείνει η αγορά των ΗΠΑ

Τις δεκαετίες του 2000 και του 2010 η Γερμανία ήταν στην ιδανική θέση για να τροφοδοτεί την Κίνα με γερμανικά αυτοκίνητα, γερμανικά χημικά και γερμανικά μηχανήματα ακριβείας. Τόσο που οι εξαγωγές αγαθών στην ασιατική υπερδύναμη αυξήθηκαν κατά 34% μεταξύ 2015-2020, παρόλο που οι εξαγωγές της Γερμανίας στις χώρες της Ευρώπης μειώθηκαν.

Η τακτική του Βερολίνου ήταν ξεκάθαρη. Επαψε να υπολογίζει στην ευρωπαϊκή αγορά, αφήνοντάς την να κατρακυλήσει στην ύφεση, επειδή πίστεψε πως θα πουλάει για πάντα τα προϊόντα στην Κίνα. Ομως, ενώ μόλις το 2020 η Κίνα ήταν εισαγωγέας αυτοκινήτων, από πέρυσι έγινε ο μεγαλύτερος εξαγωγέας οχημάτων στον κόσμο, διαλύοντας τον μύθο για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία.

Σήμερα η Κίνα αντιπροσωπεύει μόλις το 6% των συνολικών γερμανικών εξαγωγών (από 34%), όσο και η Ολλανδία. Η εγχώρια αγορά της Κίνας δεν μπορεί να απορροφήσει την πλεονάζουσα παραγωγή των κατασκευαστών της που επιδοτούνται πλουσιοπάροχα από το κράτος και το κινεζικό εμπορικό πλεόνασμα έχει εκραγεί.

Οσο οι γερμανικές εξαγωγές προς την Κίνα μειώνονται δραματικά και η Ευρώπη παραμένει αδύναμη, το Βερολίνο στρέφεται στην εναλλακτική αγορά των ΗΠΑ. Το 2022 οι ΗΠΑ ήταν ο Νο 2 εισαγωγέας γερμανικών οχημάτων στον κόσμο. Ομως ο Τραμπ τα απειλεί όλα αυτά. Οι δασμοί του θα χτυπήσουν ακριβώς εκεί προς όφελος της αμερικανικής  αυτοκινητοβιομηχανίας. Η Bundesbank υπολογίζει ότι μόνο από αυτό το μέτρο θα πέσει κατά τουλάχιστον μία μονάδα το γερμανικό ΑΕΠ.

Για χρόνια η Γερμανία ήταν η παγκόσμια πρωταθλήτρια εξαγωγών. Αλλά τώρα που η παγκοσμιοποίηση πάγωσε, αυτό το βιομηχανο-οικονομικό μοντέλο της Γερμανίας, που στηρίζεται αποκλειστικά στις εξαγωγές, αποσυντίθεται.

«Τρέχει» η αποβιομηχάνιση μετά το πρώτο κλείσιμο εργοστασίου της VW

Το μεγάλο βιομηχανικό «φετίχ» της Γερμανίας ήταν πάντοτε τα αυτοκίνητα. Ομως ο τομέας του αυτοκινήτου χάνει θέσεις εργασίας εδώ κι έξι χρόνια. Τώρα ξαφνικά η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία έχει γίνει η αχίλλειος πτέρνα της οικονομίας της.

Τον Οκτώβριο η VW, η εταιρία-συνώνυμο της γερμανικής ευημερίας, ανακοίνωσε ότι θα κλείσει τουλάχιστον τρία εργοστάσια στη Γερμανία, θα κόψει 30.000 θέσεις εργασίας και θα μειώσει τους μισθούς κατά 10%-18%. Θα είναι η πρώτη φορά στην 87χρονη ιστορία της αυτοκινητοβιομηχανίας που θα κλείσει εργοστάσιο στη χώρα καταγωγής της. Στις 30 Οκτωβρίου η VW ανέφερε πτώση στα καθαρά κέρδη, της τάξεως του 64%, από έτος σε έτος για το γ’ τρίμηνο, που αποδίδεται κυρίως στις χαμηλές πωλήσεις των αυτοκινήτων της στην Κίνα.

Η Continental περικόπτει 7.000 θέσεις εργασίας και κλείνει εργοστάσια. Η Michelin, γαλλική εταιρία κατασκευής ελαστικών, περικόπτει 1.500 θέσεις εργασίας στη Γερμανία και βάζει λουκέτο σε εργοστάσια. Τον Ιούλιο η ZF Friedrichshafen, ένας άλλος γερμανικός προμηθευτής εξαρτημάτων αυτοκινήτων, δήλωσε ότι έως το 2028 θα κόψει 14.000 θέσεις εργασίας. Περικοπές ετοιμάζει και η Mercedes.

Βασική αιτία είναι ότι η Κίνα μεταμορφώθηκε από πελάτης της Γερμανίας σε ανταγωνιστή. Αρπάζοντας έτσι την μπουκιά απ’ το στόμα της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, αλλά παράλληλα συμπαρασύροντας και τον υπόλοιπο βιομηχανικό τομέα της χώρας, από τα μηχανήματα μέχρι τα χημικά.

Ο διευθύνων σύμβουλος της κολοσσιαίας χαλυβουργίας Thyssenkrupp, που σήμερα είναι ζημιογόνος, είπε ότι η Γερμανία βρίσκεται «εν μέσω αποβιομηχάνισης». Η ThyssenKrupp ανακοίνωσε ότι περικόπτει 11.000 θέσεις εργασίας. Η Bosch πάνω από 7.000 θέσεις. Το ίδιο και η Deutsche Bank και η Commerzbank, που ήδη αποτελεί πρωταρχικό στόχο για επιθετική εξαγορά από το εξωτερικό.

Αλλες μεγάλες εταιρίες στη Γερμανία ήδη εξαγοράστηκαν από ξένους. Η Deutsche Bahn, ο εθνικός σιδηροδρομικός φορέας, συμφώνησε πρόσφατα να πουλήσει τη θυγατρική της εταιρία εφοδιαστικής Schenker στη δανέζικη ανταγωνίστρια DSV αντί 14 δισ. ευρώ. Η εταιρία παροχής ενεργειακών υπηρεσιών Techem πωλήθηκε επίσης πρόσφατα στην αμερικανική εταιρία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων TPG. Η BASF, ο γίγαντας της χημικής βιομηχανίας, κατασκευάζει ένα νέο εργοστάσιο στην Κίνα αξίας 10 δισ. ευρώ, μετακομίζοντας από τη Γερμανία.

Σε σπιράλ αστάθειας λόγω της βαθιάς ύφεσης και του Τραμπ

Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα κλείσει το 2024 με ύφεση 0,2%, τη δεύτερη συνεχή χρονιά συρρίκνωσης. Οι γερμανικές εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 2,4%.
Η οικονομία, η κρίση στη βιομηχανία και η εκλογή Τραμπ είναι που έφεραν την κατάρρευση της κυβέρνησης συνασπισμού του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς. Η κυβέρνηση διαλύθηκε όταν ο Σολτς απέλυσε τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ο οποίος εναντιώθηκε στην αναστολή του φρένου χρέους.

Τώρα η Βουλή στη Γερμανία πρόκειται να διαλυθεί και θα ακολουθήσουν οι εκλογές. Τα παζάρια για μια νέα κυβέρνηση συνασπισμού θα πάρουν χρόνο και δεν αναμένεται να αναλάβει καθήκοντα πριν από την άνοιξη. Ολο αυτό το διάστημα η Γερμανία θα βρίσκεται σε πολιτική αστάθεια, ενώ στην Αμερική ο Τραμπ θα έχει ήδη αναλάβει από τις 20 Ιανουαρίου.

Η εκλογή Τραμπ είναι κακά μαντάτα για τις γερμανικές business. Διακυβεύονται πολλά. Η Αμερική είναι τώρα μακράν η μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά για τη Γερμανία. Πέρυσι η Γερμανία εξήγαγε αγαθά αξίας 160 δισ. δολ. στις ΗΠΑ και εισήγαγε 77 δισ. δολ. σε «αντάλλαγμα». Αν ο Αμερικανός πρόεδρος τηρήσει την υπόσχεσή του να επιβάλει δασμούς έως και 20% σε όλες τις εισαγωγές, τότε οι γερμανικές εξαγωγές στην Αμερική θα μπορούσαν να μειωθούν έως και 15%, υπολόγισε το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου.

Το Βερολίνο ελπίζει σε τρία πράγματα: Πρώτον, ότι ο Τραμπ ίσως να μην πραγματοποιήσει τις απειλές του. Κατά την πρώτη του θητεία απείλησε με δασμό 25% στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, αλλά δεν επιβλήθηκε ποτέ.

Δεύτερον, ότι ακόμα κι αν πλήξει ο Τραμπ τη Γερμανία με δασμούς, η Κίνα θα πληγεί χειρότερα, αν πράγματι επιβάλλει φόρο 60% στις εισαγωγές από το Πεκίνο. Και, τρίτον, ποντάρει στην αποβιομηχάνιση που έχει ήδη κάνει η Γερμανία προς όφελος των ΗΠΑ.
Κυρίως στη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία μεγάλες γερμανικές βιομηχανίες, δελεασμένες από τις επιδοτήσεις κι από τη φθηνή ενέργεια της Αμερικής, επένδυσαν στο να κατασκευάζουν τα προϊόντα τους στις ΗΠΑ. Πέρυσι οι γερμανικές εταιρίες ανακοίνωσαν επενδύσεις 16 δισ. δολ. στην Αμερική, διπλάσιο ποσό από πρόπερσι. Το 2023 οι επενδύσεις στην Αμερική αντιπροσώπευαν το 15% του συνόλου των γερμανικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό, έναντι 6% το 2022.

«Θέλω οι γερμανικές εταιρίες αυτοκινήτων να γίνουν αμερικανικές εταιρίες αυτοκινήτων. Θέλω να χτίσουν τα εργοστάσιά τους εδώ» έλεγε ο Τραμπ προεκλογικά. Οι Γερμανοί το έχουν κάνει ήδη σε σημαντικό βαθμό.

Κόβει τις χρηματοδοτήσεις προς το Κίεβο

Πέρυσι οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες κατασκεύασαν 900.000 αυτοκίνητα στην Αμερική, τα μισά από τα οποία εξήχθησαν. Αντίθετα με τους εργάτες τους στη Γερμανία που αντιμετωπίζουν απολύσεις, η Volkswagen απασχολεί 5.500 Αμερικανούς στο εργοστάσιό της στο Τενεσί. Η Mercedes-Benz έχει 6.100 εργαζομένους στο εργοστάσιό της στην Αλαμπάμα και η BMW 11.000 άτομα στο εργοστάσιό της στη Νότια Καρολίνα.

Ακόμα ένα αγκάθι για τη Γερμανία είναι το Ουκρανικό. «Θα είμαστε ο μεγαλύτερος εθνικός υποστηρικτής της Ουκρανίας στην Ευρώπη» είχε δεσμευτεί ο Σολτς. Τώρα η επιστροφή Τραμπ στον Λευκό Οίκο εγείρει ανησυχίες στη Γερμανία ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ προς το Κίεβο θα μειωθεί, ίσως και να διακοπεί εντελώς.

Λόγω της κατάρρευσης της κυβέρνησης συνασπισμού, ο γερμανικός προϋπολογισμός του 2025 πιθανότατα δεν θα εγκριθεί εγκαίρως, αλλά ακόμα κι έτσι, η Ουκρανία θα πάρει 4 δισ. ευρώ από τη Γερμανία. Πρόκειται για δεσμευμένη πίστωση και ως εκ τούτου μπορούν να εκταμιευθούν, ακόμα κι αν ο γερμανικός προϋπολογισμός δεν εγκριθεί. Δηλαδή, νέα χρηματοδοτικά προγράμματα για τις γερμανικές επιχειρήσεις δεν θα μπορούν να εγκριθούν δοθούν, αλλά μια επιπλέον χρηματοδότηση για την Ουκρανία θα μπορεί να συνεχίζεται.
Η Γερμανία μείωσε τη βοήθεια προς την Ουκρανία στα 4 δισ. ευρώ για το 2025, από περίπου 8 δισ. ευρώ το 2024.

Το ερώτημα είναι τώρα τι θα κάνει η επόμενη κυβέρνηση. Ο Φρίντριχ Μερτς, των Χριστιανοδημοκρατών, που μάλλον θα είναι ο νέος καγκελάριος, τάσσεται υπέρ της αμέριστης στήριξης στην Ουκρανία. Αλλά οι «πλάτες» των ΗΠΑ πιθανώς αποσύρονται. Αν ο Τραμπ τραβήξει από την πρίζα την αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία, το Βερολίνο, βυθισμένο πια στα δικά του προβλήματα, μοιάζει απίθανο να ηγηθεί μιας ευρωπαϊκής συμμαχίας για να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ.

Ο Σολτς έχει επανειλημμένα αρνηθεί να στείλει στην Ουκρανία τους πυραύλους Taurus της Γερμανίας, υποστηρίζοντας ότι αυτό θα οδηγούσε σε άμεση σύγκρουση με τη Ρωσία. Με τις εκλογές προγραμματισμένες για τον Φεβρουάριο, ο Σολτς προσπαθεί να ανεβάσει τα ποσοστά του ως η πιο «ασφαλής» επιλογή μπροστά στον Μερτς, που έχει μια πιο πολεμοχαρή στάση κι έχει στο παρελθόν δηλώσει ότι το Βερολίνο θα πρέπει να δώσει στο Κίεβο πυραύλους Taurus.

Ο Μερτς, πάντως, κρατάει κλειστά τα χαρτιά του για το αν θα αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας κι αν θα ηγηθεί του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, είτε σε έναν συνεχιζόμενο πόλεμο είτε ως εγγυητής κατάπαυσης του πυρός. Από την εκλογή Τραμπ κι έπειτα είναι πιο επιφυλακτικός, αποφεύγοντας να μιλήσει ευθέως περί στρατιωτικής εμπλοκής στην Ουκρανία

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας