Μέχρι στιγμής, ωστόσο, δεν υπάρχει μαζική ανάπτυξη δυτικών στρατευμάτων.
Αυτό μπορεί να είναι έτοιμο να αλλάξει γράφουν σε ανάλυσή τους οι Financial Times που υποστηρίζουν καταφανώς την ανάπτυξη δυτικών στρατευμάτων στην Ουκρανία παρά τον κίνδυνο ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης που συνεπάγεται μία τέτοια ιδέα.
Η επιστροφή του Donald Trump στον Λευκό Οίκο αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για την ιδέα, που πρωτοεμφανίστηκε το 2024 από τον Γάλλο πρόεδρο Emmanuel Macron.
Εκείνη την εποχή, αποκλείστηκε ως ανέφικτη και πολύ επικίνδυνη.
Αλλά από τότε,
ο στρατός της Ουκρανίας ηττάται διαρκώς και η προοπτική ένταξης στο ΝΑΤΟ έχει υποχωρήσει δραματικά.
Ο Trump, επιδιώκοντας να αποδεσμεύσει τις ΗΠΑ από τo ζήτημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας, είπε ότι επιθυμεί μια κατάπαυση του πυρός «το συντομότερο δυνατό».
Και το Κίεβο άφησε να εννοηθεί ότι είναι έτοιμο για συμφωνία, εφόσον οι σύμμαχοί του παρέχουν ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας.
Ως αποτέλεσμα, ξεκίνησαν εκ νέου συνομιλίες σχετικά με το πώς τα δυτικά στρατεύματα, ειδικά οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη διατήρηση της εκεχειρίας που ο Trump ελπίζει να πετύχει σε συνομιλίες με τη Μόσχα.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Volodymyr Zelensky δήλωσε ότι εάν η Ευρώπη είναι σοβαρή για την παροχή αποτελεσματικού αποτρεπτικού μηχανισμού, θα χρειαστούν τουλάχιστον 200.000 στρατιώτες.
Κρίσιμη συνάντηση στις 3 Φεβρουαρίου 2025
Η πρόταση του Zelensky, σύμφωνα με τους Financial Times, δεν είναι καθόλου ρεαλιστική, αφού πρότεινε αριθμό στρατιωτών πολύ μεγαλύτερο από εκείνο, που συμμετείχε στην απόβαση της Νορμανδίας τον Ιούνιο 1944.
Ουκρανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι μεταξύ 40.000 και 50.000 ξένων στρατιωτών που λειτουργούν ως δύναμη ασφαλείας σε όλη τη γραμμή του μετώπου μήκους 1.000 χιλιομέτρων θα μπορούσαν να είναι εφικτός αριθμός, σύμφωνα με πηγές που συμμετέχουν στις συζητήσεις μεταξύ του Κιέβου και των δυτικών εταίρων του και τις οποίες επικαλείται η βρετανική εφημερίδα.
Την ίδια στιγμή οι συνομιλίες βρίσκονται σε εξέλιξη μεταξύ των Ευρωπαίων συμμάχων, με τον Βρετανό πρωθυπουργό Keir Starmer και τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Mark Rutte.
Αναμένεται να συζητήσουν το θέμα σε μια καθοριστικής σημασίας «άτυπη συνάντηση» που θα φιλοξενήσει η ΕΕ στις 3 Φεβρουαρίου 2025.
Μέχρι στιγμής, μόνο τα κράτη της Βαλτικής υποστηρίζουν την ιδέα, εφόσον πρόκειται για μια ευρύτερη αποστολή με άλλους συμμάχους.
Η Πολωνία έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο αποστολής στρατευμάτων και επιμένει ότι δεν πρέπει να είναι τα γειτονικά κράτη του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία που εμπλέκονται με στρατεύματα στο έδαφος της Ουκρανίας.
Ο απερχόμενος καγκελάριος της Γερμανίας Olaf Scholz είναι σθεναρά αντίθετος στην ανάπτυξη γερμανικών στρατευμάτων στην Ουκρανία.
Ο Friedrich Merz, ο ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) που είναι πιθανό να γίνει καγκελάριος μετά τις εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου, έχει εκφράσει την υποστήριξή του στην Ουκρανία αλλά δεν προσυπογράφει την ιδέα της ανάπτυξης στρατευμάτων.
Ποιος θα ήταν ο στόχος της ανάπτυξης στρατευμάτων στο έδαφος κατά τη Δύση;
Όταν ο Macron παρουσίαζε την ιδέα τον Φεβρουάριο 2024, το αρχικό σχέδιο προέβλεπε πως τα ευρωπαϊκά στρατεύματα θα μπορούσαν να αναλάβουν σημαντικούς ρόλους υποστήριξης – όπως η υπεράσπιση ζωτικής σημασίας υποδομών, η εκπαίδευση των ουκρανικών δυνάμεων, η επισκευή όπλων ή οι περιπολίες στα σύνορα με τη Λευκορωσία.
Αυτό θα επέτρεπε τότε σε περισσότερους από τους 800.000 στρατιώτες της Ουκρανίας να επικεντρωθούν σε επιχειρήσεις πρώτης γραμμής, όπου λιγότεροι από τους μισούς έχουν αναπτυχθεί αυτήν τη στιγμή. Ωστόσο, η επανεκλογή του Trump άλλαξε τη συζήτηση.
Τώρα η εστίαση είναι στο πώς τα ευρωπαϊκά στρατεύματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως ειρηνευτική δύναμη, βοηθώντας παράλληλα στη διατήρηση του στρατού της Ουκρανίας.
Σύμφωνα με τους Financial Times η αποστολή θα είχε τρεις στόχους: να καθησυχάσει την Ουκρανία ότι έχει τη δυτική υποστήριξη, να αποτρέψει τη Ρωσία από το να επιτεθεί ξανά και να δείξουν στις ΗΠΑ ότι η Ευρώπη έχει δεσμευτεί να εγγυηθεί την ασφάλεια της Ουκρανίας.
Όπως είπε ο Zelensky στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Davos, εάν η Ευρώπη αποτύχει να ενεργήσει αποφασιστικά, η ήπειρος θα μπορούσε να διολισθήσει στην απαξίωση.
«Δεν είναι καν σαφές», είπε ο Zelensky, ότι οι Ευρωπαίοι θα έχουν ρόλο σε οποιεσδήποτε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.
Για τα ευρωπαϊκά κράτη που δεν διαθέτουν πόρους, η ανάπτυξη στρατευμάτων μπορεί να είναι μια πιο εφικτή εναλλακτική λύση από την επ’ αόριστον παροχή στην Ουκρανία στρατιωτικής βοήθειας δισεκατομμυρίων ευρώ.
Τρεις χώρες του ΝΑΤΟ έτοιμες να στείλουν 40.000 στρατιώτες στην Ουκρανία
Η δύναμη θα πρέπει να είναι «αρκετά ισχυρή ώστε να μην είναι ένας εύκολος στόχος που η Ρωσία θα μπορούσε να συντρίψει αμέσως και αρκετά μεγάλη ώστε να μην χρειάζεται άμεση ενίσχυση και να μην θεωρείται ως μια δέσμευση από το ΝΑΤΟ», δήλωσε ο Camille Grand, πρώην ανώτερος αξιωματούχος της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας που τώρα υπηρετεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων.
Μια τέτοια δύναμη θα μπορούσε συνολικά να είναι 40.000 στρατιώτες, εκτιμά ο Grand, και πιθανότατα θα σχηματιζόταν υπό έναν ad-hoc συνασπισμό με επικεφαλής το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και την Ολλανδία, συν δυνάμεις από τις χώρες της Βαλτικής και τα σκανδιναβικά κράτη.
Ο ρόλος του ΝΑΤΟ θα περιοριστεί σκόπιμα στο ελάχιστο για να μην υπάρξει μεγάλος κίνδυνος κλιμάκωσης με τη Ρωσία, αναφέρει η βρετανική εφημερίδα.
Ακόμα κι έτσι, ο Grand προτείνει ότι υπό τη μορφή «Berlin-plus», η ΕΕ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις δυνατότητες στρατηγικού σχεδιασμού του ΝΑΤΟ για ειρηνευτικές επιχειρήσεις, όπως στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Επιτρέπει επίσης τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου.
Μοντέλο KFOR
Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, υπάρχει βάση για μία τέτοια στρατιωτική ανάπτυξη, αν και δεν θα ήταν μία παραδοσιακή ειρηνευτική επιχείρηση όπως οι κυανόκρανοι του ΟΗΕ, οι οποίοι επιτηρούν τις εκεχειρίες, μετρούν οβίδες και άλλες παραβιάσεις, αλλά δεν έχουν άδεια να χρησιμοποιούν θανατηφόρα βία και πρέπει να παραμείνουν ουδέτεροι.
Ωστόσο, δεν θα πολεμούσαν στην πρώτη γραμμή. Ως εκ τούτου, θα αποτελούσαν μια «δύναμη σταθεροποίησης» ή μια «δύναμη αποτροπής» αντί για μια πλήρως ουδέτερη «ειρηνευτική» δύναμη, γράφει η βρετανική εφημερίδα.
Ένα μοντέλο είναι η Νότια Κορέα, η οποία έχει μια αξιόλογη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ, παρόλο που τα στρατεύματα της οικοδέσποινας χώρας συμμετείχαν στις μάχες.
Μια άλλη περίπτωση είναι η KFOR, η υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ «επιχείρηση υποστήριξης της ειρήνης» στο Κοσσυφοπέδιο.
Η KFOR έχει υποστεί πολλές απώλειες από τη σερβική πλευρά από τότε που αναπτύχθηκε το 1999.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το ΝΑΤΟ βρισκόταν σε «πόλεμο» με τη Σερβία.
Παρόμοια λογική θα μπορούσε να έχει και η σταθεροποιητική δύναμη στην Ουκρανία σε περίπτωση που αντιμετωπίσει μια ρωσική επίθεση. Θα συμβεί ποτέ; Ενδεχομένως όχι.
«Η ίδια η ιδέα βασίζεται στην ύπαρξη μιας αξιοπρεπούς ειρηνευτικής διευθέτησης με τη Ρωσία που επιτρέπει στην Ουκρανία να διατηρήσει την κυριαρχία της, να διατηρήσει τον στρατό της και να παραμείνει μια χώρα με την οποία η Δύση είναι πρόθυμη να συνεργαστεί» επισημαίνουν οι Financial Times.
Η Ρωσία δεν θα συμφωνήσει ποτέ σε μία τέτοια ιδέα.
Θα υπάρξει κόστος για τις χώρες που θα στείλουν στρατό στην Ουκρανία
Οι Ευρωπαίοι συχνά λένε ότι ο απώτερος στόχος τους είναι να οικοδομήσουν μια «ισχυρότερη Ουκρανία » η οποία σύμφωνα με έναν δυτικό αξιωματούχο, θα είναι «σε θέση να συνεχίσει να επιβάλει βαρύ κόστος στη Ρωσία, να σταματήσει την προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων και …να την ενισχύσουμε για όσο διάστημα είναι απαραίτητο από άποψη υλικού, ανθρώπινου δυναμικού και οικονομικών πόρων».
Αλλά η Ευρώπη μπορεί να διστάσει να στείλει στρατεύματα σε έναν «θερμό πόλεμο» από φόβο κλιμάκωσης της σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Ακόμα κι αν οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποφασίσουν να στείλουν στρατεύματα, τα Κοινοβούλια και οι ψηφοφόροι τους σίγουρα θα διαφωνήσουν.
Οι ΗΠΑ ενδέχεται επίσης να αρνηθούν να παράσχουν την υλικοτεχνική υποστήριξη που θα χρειαζόταν η επιχείρηση.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι της αποστολής στρατευμάτων μπορεί να είναι μικρότεροι σε σύγκριση με αυτούς της αδράνειας, αναφέρουν οι Financial Times υποστηρίζοντας την ιδέα αποστολής δυτικών στρατευμάτων.
Επικαλείται τη δήλωση του Starmer κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Κίεβο: «Δεν πρόκειται μόνο για την κυριαρχία της Ουκρανίας.
Εάν η Ρωσία νικήσει, αυτό θα μας επηρεάσει όλους για πολύ καιρό».
Πώς σχολιάζει η Ρωσία τα πολεμικά σχέδια
Η Ρωσία από την πλευρά της κάνει λόγο για μιλιταριστικά σχέδια που αντανακλούν τη σύγχυση των Βρυξελλών απέναντι στη νέα κυβέρνηση του Donald Trump και τον φόβο της Ευρώπης να είναι ο κύριος χορηγός του Κιέβου.
«Υψηλόβαθμοι γραφειοκράτες της ΕΕ εισάγουν ανεύθυνα στη συνείδηση του κοινού στην Ευρώπη την ιδέα μιας μεγάλης πιθανότητας ένοπλης σύγκρουσης μεγάλης κλίμακας με τη Μόσχα στο πολύ εγγύς μέλλον
Είναι προφανές ότι η μιλιταριστική ρητορική αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τη σύγχυση των Βρυξελλών και των περισσότερων κρατών μελών της ΕΕ απέναντι στη νέα διοίκηση στην Ουάσιγκτον και τον φόβο τους να παραμείνουν ο κύριος χορηγός του καθεστώτος Zelensky», αναφέρει το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών σχολιάζοντας αυτά τα σχέδια.
Η Μόσχα υποστηρίζει ότι η ΕΕ επικαλείται τη ρωσική απειλή για να «κολλήσει» την αποσυντιθέμενη ευρωπαϊκή ενότητα, να διατηρήσει την ενδοευρωπαϊκή πειθαρχία, να επεκτείνει τη δικτατορία των μέσων ενημέρωσης και να καταπολεμήσει τις εναλλακτικές απόψεις.
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι προσπαθούν να δικαιολογήσουν στους πολίτες την επιταχυνόμενη στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης, την αύξηση των υπέρογκων δαπανών για στρατιωτικές ανάγκες σε βάρος της επίλυσης πιεστικών ευρωπαϊκών προβλημάτων, τονίζει η ρωσική ηγεσία.