Τώρα τα δύσκολα για τη Γαλλία και για την Ευρώπη-Η “απάντηση” ΕΚΤ, οίκων αξιολόγησης και αγορών στο γαλλικό χάος

    90

    Η Γαλλία πάντως δεν είναι Ελλάδα των ”Τσίπρο-Μητσοτάκηδων” 

    Π.Λ.

    Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα για τη Γαλλία αλλά ίσως και την Ευρώπη, επισημαίνουν οι αναλυτές. Κάνουν λόγο για ένα γαλλικό χάος το οποίο ωστόσο λίγο -πολύ έχουν αποτιμήσει ήδη οι αγορές, ενώ δεν αποκλείουν τον κίνδυνο χρηματοπιστωτικής κρίσης αν συνεχίσει να απορρίπτεται η “κοινή λογική” της δημοσιονομικής σύνεσης. Μάλιστα σε ένα – προς το παρόν απίθανο- σενάριο δεν αποκλείουν ένα déjà vu τύπου Ελλάδας, μία επανάληψη της “επίθεσης” των αγορών όπως αυτή που έγινε κατά την περίοδο Τσίπρα το 2015. Τι θα γίνει στη συνέχεια στη Γαλλία, τι θα αποφασίσει ο Μακρόν, οι ρωγμές που εμφανίστηκαν στον κυβερνητικό συνασπισμό, ποιο το μέλλον του προϋπολογισμού, πώς θα αντιδράσει η ΕΚΤ και πώς θα “απαντήσουν”” οι οίκοι αξιολόγησης στις εξελίξεις με το διπλό “Α” της Γαλλίας να απειλείται.

    Berenberg – Το γαλλικό χάος

    Η πολιτική παράλυση στο Παρίσι προκαλεί προβλήματα για τη Γαλλία και την Ευρώπη, όπως σημειώνει η Berenberg. Δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την Ευρώπη να αντισταθεί στον Τραμπ και τον Πούτιν, προσθέτει. Ακόμα περισσότερο από πριν, η ευθύνη πέφτει τώρα στη Γερμανία να αναλάβει την ηγεσία για την υπεράσπιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων. Ο Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μπορεί ακόμα να καθορίσει την εξωτερική πολιτική για τη Γαλλία. Αλλά δεν ελέγχει τα οικονομικά και θα δυσκολευτεί να επικυρώσει οποιαδήποτε διεθνή συμφωνία από το κοινοβούλιο.

    Μετά την αναμενόμενη πτώση του Μπαϊρού, οι υποβαθμίσεις των γαλλικών ομολόγων φαίνονται πιθανές (Fitch την Παρασκευή;), εκτιμά ο οίκος. Δεν θα αποτελέσουν όμως μεγάλη έκπληξη. Μια πραγματική χρηματοπιστωτική κρίση με έναν αυτοενισχυόμενο κύκλο καταστροφής (υψηλότερες αποδόσεις = μεγαλύτερα ελλείμματα = ακόμη υψηλότερες αποδόσεις…) παραμένει προς το παρόν μάλλον απίθανη. Με το σχεδόν ισορροπημένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, η Γαλλία δεν είναι προφανής υποψήφιος για χρηματοπιστωτική κρίση. Φυσικά, όπως σημειώνει η Berenberg, δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε εντελώς. Εάν οι Γάλλοι Σοσιαλιστές, οι οποίοι κατέχουν την ισορροπία δυνάμεων σε ένα βαθιά διχασμένο κοινοβούλιο, συνεχίσουν να απορρίπτουν την κοινή λογική και να επιμένουν σε μη χρηματοδοτήσιμες απαιτήσεις, ο κίνδυνος θα μπορούσε να αυξηθεί.

    Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Λαγκάρντ, θα πρέπει να σκεφτεί προσεκτικά τα λόγια της την Πέμπτη, ούτε υπονοώντας ότι η ΕΚΤ μπορεί τελικά να διασώσει έναν αμετανόητο δημοσιονομικά κράτος, ούτε υιοθετώντας μια τόσο σκληρή γραμμή που να αναστατώνει τις αγορές που εξακολουθούν να δίνουν στη Γαλλία το πλεονέκτημα της αμφιβολίας.

    Το βασικό σενάριο

    Όπως επισημαίνει η Berenberg, το βασικό σενάριο για τη συνέχεια το οποίο και αποτιμούν οι αγορές, είναι ο Πρόεδρος Μακρόν να διορίσει νέο πρωθυπουργό εντός ημερών, όπως ανακοίνωσε ήδη χθες το βράδυ το Ελιζέ. Ένας νέος πρωθυπουργός θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις μεγάλες διαμαρτυρίες κατά της λιτότητας που έχουν ζητήσει τα συνδικάτα στις 18 Σεπτεμβρίου, μετά από μικρότερες διαμαρτυρίες που έχουν προγραμματιστεί για τις 10 Σεπτεμβρίου.

    Ο νέος πρωθυπουργός, πιθανώς με καλές επαφές με την κεντροαριστερά, θα προσπαθήσει να επιτύχει συμβιβασμούς με τους Σοσιαλιστές.

    Η Γαλλία συνεχίζει να ταλανίζεται προς το παρόν με πενιχρή ανάπτυξη, κάπως αυξημένα spreads αποδόσεων, όχι περισσότερο από μια μικρή δημοσιονομική διόρθωση και, ενδεχομένως, κάποια χαλάρωση της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος του Μακρόν.

    Ο κίνδυνος

    Ελλείψει οποιουδήποτε συμβιβασμού μεταξύ των κεντρώων του Μακρόν και της κεντροαριστεράς, το κοινοβούλιο αποβάλλει κάθε νέο διορισμένο από τον Μακρόν μετά από λίγο καιρό.

    Αυτό τελικά αναγκάζει τον Μακρόν να προκηρύξει νέες εκλογές για το κοινοβούλιο.

    Οι νέες εκλογές για το κοινοβούλιο δεν επιλύουν τίποτα (αλλά ενισχύουν λίγο περισσότερο τον δεξιό Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν).

    Η κατάσταση παραμένει όπως πριν, αλλά με κάποια επιδείνωση της υποκείμενης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας γύρω από τις νέες εκλογές.

    Ο ακόμη απίθανος μεγάλος κίνδυνος 

    Ριζοσπαστικά κόμματα όπως ο Εθνικός Συναγερμός της Λεπέν κερδίσουν πρόωρες εκλογές για το κοινοβούλιο (ή τις επόμενες προεδρικές εκλογές την άνοιξη του 2027).

    Εάν προσπαθήσουν στη συνέχεια να εφαρμόσουν μια μη χρηματοδοτήσιμη ατζέντα, οι επενδυτές ομολόγων μπορεί τελικά να αρνηθούν να χρηματοδοτήσουν τη Γαλλία.

    Αντιμέτωποι με την πραγματικότητα, μπορεί στη συνέχεια να αναγκαστούν από τις αγορές να κάνουν μια στροφή 180 μοιρών προς τη σύνεση, όπως ακριβώς οι αγορές ανάγκασαν τον Τσίπρα στην Ελλάδα το 2015 να εφαρμόσει τη λιτότητα την οποία είχε καταδικάσει στην προεκλογική του εκστρατεία.

    Η ΕΚΤ δεν έχει εντολή να διασώσει τη Γαλλία. Αλλά θα μπορούσε να δράσει για να αποτρέψει τη μετάδοση σε άλλες χώρες – και να υποστηρίξει οποιαδήποτε χώρα επιστρέφει σε βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές.

    Deutsche Bank – Γαλλία: Και τώρα τα δύσκολα

    Με τον Μπαϊρού να έχει πλέον αποχωρήσει, μια νέα περίοδος αβεβαιότητας ανοίγει στη Γαλλία, επισημαίνει από την πλευρά της η Deutsche Bank.

    Επόμενο βήμα: ένας νέος πρωθυπουργός, όχι νέες εκλογές. Το σχέδιο προϋπολογισμού θα πρέπει κατ’ αρχήν να φτάσει στην Εθνοσυνέλευση έως τις 7 Οκτωβρίου. Στην πράξη, οι βουλευτές και οι γερουσιαστές πρέπει να έχουν εβδομήντα ημέρες για να υιοθετήσουν το κείμενο, καθιστώντας τα μέσα Οκτωβρίου την έμμεση προθεσμία για την υποβολή του προϋπολογισμού και τον σχηματισμό κυβέρνησης. Εάν αυτό δεν γίνει, η εφεδρική λύση θα ήταν ένας ειδικός νόμος, όπως πέρυσι, που συνεπάγεται χαλαρότερη δημοσιονομική πολιτική και υψηλότερο έλλειμμα (δηλαδή, μέχρι ο πραγματικός προϋπολογισμός να πάρει το πράσινο φως).

    Συνταγματικά, οι νέες εκλογές θα διεξαχθούν 20-40 ημέρες μετά τη διάλυση, αφήνοντας λίγο χρόνο για τον σχηματισμό κυβέρνησης και την κατάθεση του προϋπολογισμού έως την προθεσμία των μέσων Οκτωβρίου, επισημαίνει η Deutsche Bank. Η πιθανότερη οδός είναι επομένως ο Πρόεδρος Μακρόν να επιχειρήσει να σχηματίσει κυβέρνηση μέχρι τότε, με τη διάλυση μόνο σε περίπτωση αποτυχίας ή ως έσχατη λύση. Τα δημοσιεύματα του Τύπου αποκλίνουν ως προς το χρονοδιάγραμμα: ορισμένα δείχνουν έναν διορισμό στις αρχές Οκτωβρίου, άλλα, πιο πρόσφατα, προτείνουν έναν ταχύτερο διορισμό για τη διαχείριση των διαμαρτυριών που έχουν προγραμματιστεί για τις 10 και 18 Σεπτεμβρίου.

    Πάντως, όπως σημειώνει η γερμανική τράπεζα, από τις χθεσινές εξελίξεις μάθαμε πως υπάρχουν κάποιες ρωγμές στον τρέχοντα συνασπισμό. Σύμφωνα με τις πρόσφατες δηλώσεις τους, καμία από τις ομάδες της αντιπολίτευσης δεν έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Το μεγάλο ερώτημα ήταν αν όλα τα κόμματα του τρέχοντος κεντροδεξιού συνασπισμού θα τάσσονταν με τον Μπαϊρού, και ιδίως πόσοι βουλευτές του LR θα απείχαν ή θα ψήφιζαν κατά. Το αποτέλεσμα; Ο Μπαϊρού έλαβε 194 ψήφους από τις πιθανές 210 αν όλοι οι σύμμαχοί του ψήφιζαν υπέρ. Αυτό υποδηλώνει ρωγμές στον κυβερνώντα συνασπισμό και μπορεί να σηματοδοτεί κάποιες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η επόμενη κυβέρνηση.

    Όσον αφορά τη συνέχεια, η D.B επισημαίνει πως το πρώτο μέρος του νομοσχεδίου του προϋπολογισμού για τα έσοδα και το συνολικό ισοζύγιο κατατίθεται πρώτα στην Εθνοσυνέλευση, η οποία έχει έως και σαράντα ημέρες για την πρώτη ανάγνωση. Εάν απορριφθεί, οι συζητήσεις σταματούν και το αρχικό σχέδιο της κυβέρνησης πηγαίνει στη Γερουσία. Εάν εγκριθεί, η Συνέλευση προχωρά στις δαπάνες. Η Γερουσία έχει στη συνέχεια είκοσι ημέρες. Εάν τα σώματα συμφωνήσουν, το κείμενο έχει διευθετηθεί. Εάν όχι, μια μικτή επιτροπή έχει δέκα ημέρες για να προτείνει συμβιβασμό, ο οποίος ψηφίζεται χωρίς τροποποιήσεις. Σε αντίθετη περίπτωση, ακολουθούν νέες αναγνώσεις και η Κυβέρνηση μπορεί να δώσει τον τελευταίο λόγο στη Συνέλευση. Σε οποιοδήποτε στάδιο μπορεί να καταφύγει στο Άρθρο 49.3 και, σε όλες τις περιπτώσεις, η διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί εντός εβδομήντα ημερών, διαφορετικά η κυβέρνηση μπορεί να νομοθετήσει με διάταγμα, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θεωρείται υπεύθυνη για την καθυστέρηση.

    Ακόμη όμως και με μια νέα κυβέρνηση, η βάση για τις συζητήσεις θα πρέπει να είναι αυτή που σκιαγράφησε ο Μπαϊρού τον Ιούλιο, με αρχικό στόχο τον προϋπολογισμό στο 4,6% του ΑΕΠ το 2026 και καθαρή εξοικονόμηση 44 δισ. ευρώ το 2026 σε σύγκριση με την τάση, επισημαίνει η γερμανική τράπεζα. Οποιαδήποτε αλλαγή, για παράδειγμα η μείωση του στόχου του προϋπολογισμού για την επίτευξη συμβιβασμού με την αντιπολίτευση, είναι πιθανό να υποβληθεί με τη μορφή τροπολογιών κατά τη διάρκεια των κοινοβουλευτικών συζητήσεων.

    Όσον αφορά το τι θα κάνουν οι οίκοι αξιολόγησης, οι αναλυτές της D.B πιστεύουν ότι κάποιος κίνδυνος υποβάθμισης έχει ήδη τιμολογηθεί στα γαλλικά ομόλογα και η υποβάθμιση στην κατηγορία του ενός Α από τα δύο που έχει αυτή τη στιγμή η Γαλλία θα ήταν απίθανο από μόνη της να προκαλέσει αναγκαστικό sell-off, εάν αυτή η αλλαγή εφαρμοστεί μόνο από έναν από τους οίκους αξιολόγησης. Ωστόσο, το σκηνικό είναι δυσμενές, τονίζει η γερμανική τράπεζα: i) το έλλειμμα υπερβαίνει τα όρια, αν και πιο μετριοπαθώς από ό,τι στο παρελθόν, ii) η κυβέρνηση μόλις έχει πέσει και η πολιτική αβεβαιότητα είναι υψηλότερη από πριν, δύο παράγοντες στους οποίους έχουν δώσει μεγάλη έμφαση οι οίκοι, iii) η δημοσιονομική εξυγίανση θα χρειαστεί απλώς για να αποτραπεί η περαιτέρω αύξηση του ελλείμματος. Ενώ δεν είναι όλοι αυτοί οι παράγοντες νέοι, ορισμένοι έχουν ενταθεί.

    UBS: Υπάρχει περιθώριο για συμβιβασμό στον προϋπολογισμό

    O Μακρόν αποφάσισε να μην επιλέξει την εναλλακτική λύση της διάλυσης του κοινοβουλίου και της προκήρυξης νέων εκλογών. Μέχρι να αναλάβει νέος πρωθυπουργός, πιθανότατα θα ζητηθεί από τον Μπαϊρού να παραμείνει στη θέση του για να ηγηθεί μιας υπηρεσιακής κυβέρνησης, εκτιμά από την πλευρά της η UBS, προσθέτοντας πως δεν υπάρχει προθεσμία για τον Μακρόν για να διορίσει νέο πρωθυπουργό.

    Σε κάθε περίπτωση, τονίζει η UBS, η πρόκληση για τη νέα κυβέρνηση θα παραμείνει αμετάβλητη: στο πλαίσιο της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος της ΕΕ, η Γαλλία συμφώνησε να μειώσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού από το προβλεπόμενο 5,4% του ΑΕΠ φέτος σε 4,6% το 2026. Ο Μπαϊρού είχε προτείνει περικοπές ύψους 43,8 δισ. ευρώ (1,5% του ΑΕΠ) και το Σοσιαλιστικό κόμμα πρότεινε ένα εναλλακτικό πακέτο μέτρων 21,7 δισ. ευρώ (0,7% του ΑΕΠ).
    Η UBS πιστεύει ότι υπάρχει περιθώριο για συμβιβασμό.

    Πρώτον, η πρόταση Μπαϊρού για σύσφιξη κατά 1,5% του ΑΕΠ φαίνεται μεγάλη σε σύγκριση με το έργο της μείωσης του ελλείμματος του προϋπολογισμού κατά μόλις 0,8 ποσοστιαίες μονάδες, κατά την άποψή της. Προφανώς, μετριέται σε σχέση με μια υποτιθέμενη αύξηση του ελλείμματος σε ένα σενάριο αμετάβλητης πολιτικής.

    Δεύτερον, μια μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού κατά μόλις 0,4 ποσοστιαίες μονάδες στο 5% του ΑΕΠ (το βασικό σενάριο), αντί για 4,6% του ΑΕΠ θα ήταν πιθανώς αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Εάν ισχύσει, η απαιτούμενη προσαρμογή του προϋπολογισμού είναι πιθανότατα πολύ χαμηλότερη από τα 43,8 δισ. ευρώ που πρότεινε η απερχόμενη κυβέρνηση.

    Κατά τον οίκο, ένας πιθανός συμβιβασμός θα μπορούσε να περιλαμβάνει μέτρα όπως η απόσυρση της πρότασης για περικοπή δύο αργιών, η αποφυγή παγώματος των κοινωνικών παροχών και ίσως η παράταση των προσωρινών αυξήσεων του εταιρικού φόρου που συμπεριλήφθηκαν στον προϋπολογισμό του περασμένου έτους. Ένα βασικό ερώτημα είναι κατά πόσον το χρονοδιάγραμμα για τη διαδικασία του προϋπολογισμού μπορεί να τηρηθεί: Ο νόμος προβλέπει ότι το σχέδιο προϋπολογισμού πρέπει να υποβληθεί στο κοινοβούλιο στις 7 Οκτωβρίου, δηλαδή εντός 4 εβδομάδων. Ωστόσο, το Σύνταγμα περιέχει διασφαλίσεις για την αποφυγή ενός lockdown τύπου ΗΠΑ, εάν δεν μπορέσει να ψηφιστεί προϋπολογισμός μέχρι το τέλος του έτους.

    Όσον αφορά το μεσοπρόθεσμο διάστημα, η συνολική εικόνα πιθανότατα θα παραμείνει αμετάβλητη, εκτιμά η UBS, ακόμα κι αν σχηματιστεί νέα κυβέρνηση που θα μπορούσε να ψηφίσει τον προϋπολογισμό του 2026: Η Γαλλία θα εξακολουθεί να έχει ένα από τα μεγαλύτερα δημοσιονομικά ελλείμματα στην Ευρωζώνη, θα παραμείνει σε Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος με σχέδιο μείωσης του ελλείμματος σε λιγότερο από 3% έως το 2029 και η κυβέρνηση δεν έχει πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Συνολικά, οι μελλοντικές διαδικασίες προϋπολογισμού ενδέχεται να προκαλέσουν και πάλι πολιτική αβεβαιότητα και οι προεδρικές εκλογές του 2027, στις οποίες ο Πρόεδρος Μακρόν δεν θα μπορεί πλέον να είναι υποψήφιος, πλησιάζουν.

    UniCredit – Βαθαίνει η πολιτική κρίση

    Η UniCredit αναμένει πάντως πως τελικά θα προκηρυχθούν νέες βουλευτικές εκλογές, και σε αυτό το σενάριο το RN έχει καλές πιθανότητες να εξασφαλίσει παρόμοιο μερίδιο ψήφων με αυτό που πέτυχε το 2024, μετατρέποντάς το παράλληλα σε μεγαλύτερο αριθμό εδρών.

    Οι Γάλλοι ψηφοφόροι φαίνονται λιγότερο διατεθειμένοι από ό,τι σε προηγούμενες εκλογές να τηρήσουν τις κομματικές οδηγίες για στρατηγική ψηφοφορία που στοχεύει στο να εμποδίσει την άνοδο του RN στην εξουσία – μια τακτική που προηγουμένως συνέβαλε στον περιορισμό του RN στην τρίτη θέση στην Εθνοσυνέλευση, παρά το γεγονός ότι συγκέντρωσε σχεδόν 10 εκατομμύρια ψήφους σε κάθε γύρο.

    Αυτή η εξελισσόμενη συμπεριφορά ψήφου, σε συνδυασμό με την απογοήτευση των ψηφοφόρων για οικονομικά ζητήματα και τη μετανάστευση, θα μπορούσε να επιτρέψει στο RN να κερδίσει περισσότερες έδρες, αν και πιθανότατα ανεπαρκείς για να κυβερνήσει μόνο του.

    Ελλείψει εκλογικών μεταρρυθμίσεων, όπως η εισαγωγή της αναλογικής εκπροσώπησης, οι πρόωρες εκλογές είναι απίθανο να οδηγήσουν σε μια σημαντικά λιγότερο κατακερματισμένη Εθνοσυνέλευση, δεδομένων των εδραιωμένων πολιτικών διαιρέσεων και της πόλωσης της Γαλλίας. Το RN – το κόμμα που είναι πιθανό να συγκεντρώσει τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων – πιθανότατα θα χρειαστεί ακόμη συμμαχίες με άλλα κόμματα για να σχηματίσει κυβερνητική πλειοψηφία. Παραμένει εξαιρετικά αβέβαιο εάν αυτό, και μαζί με αυτό η πιθανότητα υπέρβασης του πολιτικού αδιεξόδου, θα ήταν εφικτό.

    Όσον αφορά τις επιπτώσεις στην αγορά, η UniCredit επισημαίνει ήταν ευρέως αναμενόμενο ότι ο Μπαϊρού θα έχανε την ψήφο εμπιστοσύνης και ως εκ τούτου η αντίδραση στο γαλλικό spread είναι πιθανό να είναι μέτρια. Η προσοχή των επενδυτών θα στραφεί τώρα στην απόφαση του Μακρόν. Ο οίκος αναμένει ότι το spread θα μειωθεί κάτω από τις 75 μονάδες βάσης εάν ο πρόεδρος καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση ικανή να εγκρίνει τον προϋπολογισμό, ενώ θα διευρυνθεί πέραν των 90 μονάδων βάσης εάν προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές.

    Ελευθερία Κούρταλη

    ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

    Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
    Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας